Το «χάπι του μήνα» και η οικογένεια αντιοστεοπορωτικών φαρμάκων στα οποία ανήκει, τα αμινοδιφωσφονικά, είναι τα πιο διαδεδομένα φάρμακα για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Έχουν τη μοναδική ιδιότητα να ασκούν τη δράση τους ειδικά στα οστά, χωρίς να επηρεάζουν σημαντικά τα άλλα όργανα.
Πώς δρουν τα χάπια για την οστεοπόρωση;
Μετά τη λήψη τους από το στόμα και την απορρόφησή τους, κυκλοφορούν ελάχιστα στο αίμα και αμέσως μετά δεσμεύονται επιλεκτικά στις περιοχές των οστών που έχουν την τάση να αποδομούνται γρηγορότερα. Εκεί με απευθείας δράση στα κύτταρα των οστών και στα άλατα ασβεστίου, αναστέλλουν την οστική αποδόμηση. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η μείωση των δεικτών που αντανακλούν το ρυθμό του οστικού μεταβολισμού στο αίμα, η αύξηση της οστικής πυκνότητας και το κυριότερο, η αύξηση της αντοχής των οστών και η μείωση της πιθανότητας κατάγματος.
Χάρη στο μηχανισμό δράσης τους και την ιδιότητά τους να δεσμεύονται ισχυρά στα οστά, τα φάρμακα αυτά ξεπέρασαν την ανάγκη της καθημερινής πρόσληψης και έτσι κυκλοφορούν επίσης σε σκευάσματα εβδομαδιαίας ή μηνιαίας πρόσληψης. Στις ενδοφλέβιες μορφές τους χορηγούνται ακόμη και μια φορά ανά τρεις μήνες ή μια φορά ετησίως.
Νέο δρόμο άνοιξε η ιβανδρονάτη
Η ιβανδρονάτη ήταν πρακτικά το πρώτο φάρμακο που χορηγήθηκε διακεκομμένα και μάλιστα από του στόματος, για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Η ιστορία της ανάπτυξής του είναι πολύ ενδιαφέρουσα και ανθρώπινη και γράφτηκε από μια ερευνητική ομάδα που επέδειξε μεγάλη επιμονή και αντοχή μέχρι να βρει βήμα-βήμα, τη σωστή δόση και τη διάρκεια της χρονικής περιόδου ανάμεσα στις δόσεις που χρειαζόταν για να είναι το φάρμακο αποτελεσματικό. Τελικά το σκεύασμα μηνιαίας λήψης από το στόμα είναι αποδεδειγμένα πιο αποτελεσματικό και το ίδιο καλά ανεκτό και ασφαλές με το σκεύασμα καθημερινής χορήγησης της ίδιας δραστικής ουσίας (ιβανδρονάτης). Ωστόσο το ίδιο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με μεγαλύτερη συνολική δόση.
Στην Ελλάδα διατίθεται εδώ και τέσσερα περίπου χρόνια, οπότε και πήρε έγκριση από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων με ένδειξη τη θεραπεία της οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο κατάγματος. Στην κλινική πράξη εμφανίστηκε το παράδοξο ένα φάρμακο να διαδίδεται με τεράστια ταχύτητα ανάμεσα στους ασθενείς οι οποίοι έφθαναν στα ιατρεία ήδη ενημερωμένοι. Παράλληλα το «χάπι του μήνα» επικράτησε σε διάφορες έρευνες για την προτίμηση των ασθενών σε διαφορετικά δοσολογικά σχήματα.
Δράση και για μη σπονδυλικά κατάγματα
Είναι αδιαμφισβήτητη η ικανότητα ολόκληρης της οικογένειας των αμινοδιφωσφονικών να μειώνουν τη συχνότητα των σπονδυλικών καταγμάτων. Αντιθέτως η τεκμηρίωση της αντικαταγματικής τους δράσης στα μη σπονδυλικά κατάγματα και τα κατάγματα ισχίου εξαρτάται από τον αριθμό των ατόμων που έχουν συμμετάσχει στις μελέτες για το κάθε φάρμακο συνολικά. Στην παθογένεια των καταγμάτων του ισχίου ενέχονται εκτός από την αντοχή των οστών, και άλλοι εξωσκελετικοί παράγοντες, που δεν τροποποιούνται με τη χρήση διφωσφονικών όπως για παράδειγμα οι πτώσεις. Εξετάζοντας συνοπτικά τα αποτελέσματα των προηγούμενων μελετών για την αντικαταγματική δράση της ιβανδρονάτης, φαίνεται ότι, όπως και τα άλλα φάρμακα της οικογένειας, έτσι και η ιβανδρονάτη στις δόσεις που κυκλοφορεί μειώνει σημαντικά την πιθανότητα μη σπονδυλικών καταγμάτων.
Νέα δεδομένα από μία μελέτη που παρατήρησε τα αποτελέσματα της επιλογής θεραπείας σε 64.000 περίπου μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση στην καθημερινή κλινική πράξη, έδειξαν ότι μετά από ένα χρόνο, στις γυναίκες που πήραν το «χάπι του μήνα» τα σπονδυλικά και μη σπονδυλικά κατάγματα μειώθηκαν το ίδιο αποτελεσματικά με αυτές που ακολούθησαν εβδομαδιαία αμινοδιφωσφονικά, και μάλιστα εμφανίστηκε υπεροχή στη μείωση των καταγμάτων των σπονδύλων με το μηνιαίο. Αν και η ερμηνεία των δεδομένων αυτών απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, είναι ενδεικτικά της αποτελεσματικότητας των φαρμάκων όπως διαμορφώνεται ανάλογα με την επιλογή του καταλληλότερου για τον ασθενή.
Σημαντική διαφοροποίηση η διακεκομμένη χορήγηση
Τον Αύγουστο του 2008 αναδημοσιεύτηκε από πρωινή εφημερίδα άρθρο των New York Times που επεσήμανε την εμφάνιση ενός σπάνιου τύπου κατάγματος του μηριαίου οστού σε άτομα τα οποία λάμβαναν διφωσφονικά για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης για πέντε ή περισσότερα χρόνια, σύμφωνα με την ιατρική βιβλιογραφία. Μερικοί ειδικοί ανησυχούν για τις αρνητικές επιπτώσεις που ίσως έχει η μακροχρόνια χορήγηση διφωσφονικών στην επιδιόρθωση μικροσκοπικών καταγμάτων φθοράς και τελευταία ελέγχεται η σκοπιμότητα της διακοπής τους μετά από μακροχρόνια λήψη.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι μέρος της προστασίας εναντίον των καταγμάτων διατηρείται τουλάχιστον ένα χρόνο μετά τη διακοπή των εβδομαδιαίων φαρμάκων. Φαίνεται ότι «μια ανάπαυλα από το φάρμακο» είναι εφικτή και ασφαλής υπό προϋποθέσεις. Προς το παρόν δεν ξέρουμε πώς η αραιότερη και άρα διακεκομμένη χορήγηση της ιβανδρονάτης τη διαφοροποιεί από τα άλλα διφωσφονικά στα θέματα αυτά.