Διατροφή

Το σύμπλεγμα κλίματος - τροφής

του Μιχάλη Αναστασιάδη
11 Μαρτίου 2010
12594 Προβολές
5 λεπτά να διαβαστεί
Το σύμπλεγμα κλίματος - τροφής

Photo source: www.bigstockphoto.com

Παρότι η σύνοδος της Κοπεγχάγης τέλειωσε με αποτυχία, αυτή η περίοδος είναι για την ανθρωπότητα πολύ σημαντική, γιατί δεν θα πάψει να συζητιέται η συνεισφορά της κάθε μας πράξης στην παραγωγή Αερίων του Φαινομένου του Θερμοκηπίου (ΑΦΘ).

Από τα όσα μεταφέρουν τα ΜΜΕ, φαίνεται βέβαια πως δεν συμφωνούν όλοι ότι υπάρχει αλλαγή του κλίματος ή ότι αυτή είναι ανθρωπογενής. Λέγεται ότι υπάρχει μεγάλη διάσταση μεταξύ των επιστημόνων. Είναι όντως έτσι;

Όχι ακριβώς. Αν υπάρχει κάπου διάσταση είναι μεταξύ των επιχειρηματικών κύκλων, των διαφόρων ομάδων συμφερόντων και των κρατών του κόσμου. Διότι μεταξύ των επιστημόνων δεν υπάρχει «μεγάλη διάσταση απόψεων». Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των επιστημόνων είναι πεπεισμένο πως τα ανθρωπογενώς παραγόμενα ΑΦΘ είναι η μόνη διαθέσιμη επιστημονική εξήγηση τουλάχιστον ενός τμήματος του φαινομένου, αφετέρου το μόνο που η ανθρωπότητα μπορεί να ελέγξει με τις πράξεις της.

Το ελάχιστο ποσοστό σκεπτικιστών επιστημόνων εναποθέτει την ερμηνεία του φαινομένου – διότι η θέρμανση δεν αμφισβητείται από κανέναν- σε υποθέσεις και θεωρίες για τις οποίες μέχρι σήμερα δεν έχει καν τεκμηριωθεί κάποια βάση που να στηρίζεται στην Φυσική.

Για τον καθένα από εμάς, ούτως ή άλλως, το τι λέγεται στα ΜΜΕ είναι μικρής σημασίας. Βαρύτητα έχει μόνον το αν θέλουμε με γενναιότητα να αξιολογήσουμε τη μέχρι σήμερα πορεία μας, ως άτομα, ως κοινωνίες και ως κράτη. Ή αν αντίθετα θέλουμε να υπομείνουμε μοιρολατρικά ένα μέλλον για το οποίο δεν θέλουμε να ακούσουμε τίποτα, επειδή προδιαγράφεται λιγότερο ρόδινο από το πρόσφατο αναπτυξιακό μας παρελθόν.

Όμως κι αυτό το πρόσφατο παρελθόν δεν είναι τόσο ρόδινο, τουλάχιστον κλιματικά. Ήδη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα τελευταία 30-50 χρόνια παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές. Χώρες με πλούτο δεδομένων, όπως η Μεγάλη Βρετανία, έχουν καταρτήσει εδώ και μία δεκαετία εκθέσεις, που με ευκρινείς χάρτες και πίνακες δείχνουν την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής. Το ίδιο έκανε το 2008 ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος για την έκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύμφωνα με την έκθεση αυτή και επικεντρώνοντας στα «δικά μας» της Μεσογείου, παρατηρείται ήδη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, με εντονότερη αύξηση τα καλοκαίρια (καύσωνες). Αλλά και μέση ετήσια μείωση των βροχοπτώσεων. Συνολικά δηλαδή μια εικόνα πιο ζεστών χειμώνων, πιο συχνών καυσώνων το καλοκαίρι και μεγαλύτερης ξηρασίας. Όμως εκτός αυτών –που λίγο πολύ είναι γνωστά– υπάρχουν και ορισμένες ειδικές μεταβολές που επηρεάζουν τη γεωργία. Τέτοιες είναι για παράδειγμα η μεταβολή της διάρκειας περιόδου χωρίς παγετό (δηλαδή της περιόδου όπου η θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από 0οC) και η μεταβολή της συνολικής διάρκειας της καλλιεργητικής περιόδου. Τα τελευταία 30 χρόνια η καλλιεργητική περίοδος μεγαλώνει, αν και υπάρχουν εξαιρέσεις όπως η περιοχή της Θεσσαλίας όπου η περίοδος μικραίνει, κυρίως επειδή ο τελευταίος ανοιξιάτικος παγετός έρχεται όλο και αργότερα.

Οι μεταβολές της θερμοκρασίας έχουν οδηγήσει σε χρονική μετατόπιση φαινολογικών σταδίων (π.χ. άνθιση, καρπόδεση) σε καλλιέργειες αλλά και στη φύση. Ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ότι από το 1950 ως σήμερα, στην Αγγλία η έκπτυξη των φύλλων των δένδρων βελανιδιάς έχει πρωϊμίσει κατά 3 εβδομάδες.

Οι προβλέψεις για την Ελλάδα και την περιοχή της Μεσογείου, για όλα τα εναλλακτικά σενάρια μελλοντικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, είναι ακριβώς στην ίδια κατεύθυνση. Η περιοχή της Μεσογείου επηρεάζεται ιδιαίτερα από την κλιματική αλλαγή -και μάλιστα δυσανάλογα της συνεισφοράς της σε ΑΦΘ- σε μία γενική κατεύθυνση αυξημένων θερμοκρασιών και ξηρασίας.

Αυτές οι προδιαγραφόμενες εξελίξεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τη γεωργία, γιατί η ανάπτυξη των φυτών εξαρτάται άμεσα από τη θερμοκρασία και τη διαθέσιμη υγρασία. Όπως λένε οι αγρότες, η γεωργία είναι μαγαζί ανοιχτό στον καιρό.

Για βασικά μας προϊόντα, όπως τα λαχανικά, ορισμένα σιτηρά, τα εκτατικά εκτρεφόμενα μηρυκαστικά, αλλά και τις δενδρώδεις καλλιέργειες δεν προοιωνίζονται θετικές εξελίξεις. Κι αυτό, παρότι η αύξηση των ΑΦΘ έχει και ένα θετικό, ότι οι αυξημένες συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα λειτουργούν ως αερολίπανση, αυξάνοντας τη φωτοσύνθεση και την παραγωγή βιομάζας και ταυτόχρονα αυξάνοντας την αποδοτικότητα χρήσης του νερού από τα φυτά. Όμως, για πολλές δενδρώδεις καλλιέργειες οι ζεστοί χειμώνες δεν είναι θετικοί, αφού τα φυτά χρειάζονται συγκεκριμένες ώρες ψύχους για να επιτελέσουν ορισμένες βασικές φυσιολογικές λειτουργίες τους (όπως π.χ. η διαφοροποίηση των «ματιών» σε ανθοφόρα). Ενώ για την ελιά, η κλιματική αλλαγή προβλέπεται ότι θα καταστήσει την καλλιέργεια πιο οριακή, λόγω της επίδρασης ενός μεγάλου αριθμού στρεσογόνων παραγόντων (ακραίες υψηλές θερμοκρασίες, ποσότητα και ποιότητα διαθέσιμου νερού, κ.α.).

Συνολικά, στις περιοχές της Μεσογείου, όπως και σε πολλές άλλες περιοχές του κόσμου -κυρίως στις φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες- προβλέπεται πως η παραγωγικότητα της γεωργίας θα μειωθεί στα τέλη του αιώνα, ιδιαίτερα αν δεν ληφθούν κατάλληλα και επαρκή μέτρα προσαρμογής και μετριασμού.

Οι προσπάθειες μετριασμού επικεντρώνονται στην μείωση των ΑΦΘ, έτσι ώστε να περιοριστούν οι αυξήσεις της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Τα κυριότερα μέτρα μετριασμού στη γεωργία στοχεύουν στη μείωση των εκπομπών μεθανίου (CH4) και υποξειδίου του αζώτου (Ν2Ο) από τις γεωργικές δραστηριότητες και στη μείωση των απωλειών άνθρακα (C) από τα εδάφη.

Αλλά και στην -σημαντικότερη ποσοτικά- αύξηση του δεσμευμένου στα γεωργικά εδάφη C, μέσω αλλαγής χρήσεων και διαχείρισης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υιοθέτηση της βιολογικής γεωργίας, μέσω της οποίας αυξάνεται η οργανική ουσία των εδαφών, δηλαδή ο «αποθηκευμένος» στο έδαφος άνθρακας.

Από την άλλη πλευρά, μπορεί να εφαρμοστεί μια μεγάλη ποικιλία μέτρων προσαρμογής. Παραδείγματα είναι η αναπροσαρμογή του χρονοδιαγράμματος των γεωργικών εργασιών (όπως οι ημερομηνίες φύτευσης ή σποράς), τεχνικές λύσεις όπως η αντιπαγετική προστασία, επιλογή καλλιεργειών και ποικιλιών ανθεκτικότερων στις νέες συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας, κ.α. Στα μέτρα προσαρμογής περιλαμβάνονται και αυτά που στοχεύουν στην προστασία και συντήρηση των δύο βασικών φυσικών πόρων από τους οποίους εξαρτάται η συνέχεια της γεωργίας – κτηνοτροφίας : τα εδάφη και το νερό.

Ειδικά το έδαφος, που πολύ το υποτιμούμε στη χώρα μας, είναι ένας πρακτικά μη ανανεώσιμος φυσικός πόρος, που απειλείται από υποβάθμιση λόγω μείωσης της οργανικής ουσίας του, αύξηση της αλατότητας και της διάβρωσης, κλπ. Αν θέλουμε να συνεχίσει να υπάρχει γεωργία στη χώρα μας, τα καλύτερα εδάφη για γεωργία θα πρέπει να προστατευτούν από αλλαγές χρήσεων γης (π.χ. για αστικοποίηση, βιομηχανική χρήση ή ακόμα και εγκατάσταση ΑΠΕ) και να βελτιωθεί η διαχείρισή τους.

Στην Ε.Ε. η συνολικά εφαρμοζόμενη πολιτική –και η αγροτική– βρίσκεται σε μία κατεύθυνση, όπου στο μέλλον όλα τα δημόσια έξοδα θα πρέπει να αποδεικνύουν την φιλικότητά τους στο κλίμα και να συνδέονται με την επίτευξη των εθνικών στόχων εκπομπών ΑΦΘ.

Αν όμως εστιάσουμε στο φαγητό μας, που δεν προέρχεται μόνο από την ΕΕ αλλά και από την παγκοσμιοποιημένη αγορά, βλέπουμε μια λίγο διαφορετική εικόνα. Ότι μεγάλο μέρος της συνεισφοράς της διατροφής μας σε ΑΦΘ οφείλεται σε παραγόμενο σε πολύ μακρινές περιοχές της υφηλίου CO2, λόγω αποδάσωσης για δημιουργία γεωργικών – κτηνοτροφικών εκτάσεων.

Τεράστιες αποδασώσεις συμβαίνουν κυρίως στην Ινδονησία (για εκτάσεις παραγωγής φοινικελαίου) και στη Βραζιλία (για εκτάσεις βοσκοτόπων και παραγωγής σόγιας). Η ΕΕ είναι μεν σημαντικότατος εισαγωγέας των προϊόντων αυτών, αλλά δεν θεωρεί τις «κλιματικές τους επιπτώσεις» δική της ευθύνη.

Μια μελέτη στην τελική κατανάλωση στην ΕΕ, δείχνει ότι η κατηγορία «τρόφιμα – ποτά» συνεισφέρει το 22%-31% των ΑΦΘ που αντιστοιχούν στην καθημερινή μας κατανάλωση, με τη μερίδα του λέοντος να αποδίδεται στα μεταποιημένα προϊόντα ζωικής παραγωγής. Όμως σε αυτές τις αναλύσεις δεν περιλαμβάνονται πλήρως οι παγκόσμιες διαστάσεις της κατανάλωσής μας. Έτσι, παραμένουν πολλές απορίες για το ποια προϊόντα είναι πιο «φιλικά στο κλίμα». Για παράδειγμα, εμφανίζονται ως «κλιματικά καλύτερα» το κρέας χοιρινών και πτηνών, πράγμα παράδοξο αφού αυτά ακριβώς τα ζώα είναι που καταναλώνουν περισσότερες πρωτεΐνες (σόγια). Αντίθετα, δεν υπάρχουν καθόλου αναλύσεις για τα «δικά μας» λιγότερο εντατικά εκτρεφόμενα προϊόντα αιγοπροβάτων.

Βέβαια, η ανησυχία που εκφράζεται με το γνωστό ερώτημα «τελικά μοσχαράκι να τρώμε;» είναι δόκιμη. Ιδιαίτερα δεδομένης της αύξησης του επιπέδου ευημερίας του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες χώρες, που συσχετίζεται με αυξημένη κατανάλωση κρέατος. Εκτός από τη συνεισφορά ΑΦΘ, είναι απορία αν με τους ρυθμούς που καταναλώνουμε κρέας, θα μπορούμε να ταΐσουμε τα ζώα της γης το 2030.

Πέρα όμως από ευχές περί χορτοφαγίας και εξορκισμούς του κρέατος, είναι ζήτημα εάν υπάρχουν εφαρμόσιμα μέτρα πολιτικής ώστε να επηρεαστεί αποτελεσματικά η διατροφική συμπεριφορά των ανθρώπων. Τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να στηριχθούν σε ευρήματα της επιστήμης της ψυχολογίας. Για παράδειγμα σε σχετικές μελέτες φαίνεται ότι π.χ. η μείωση του μεγέθους των προσφερόμενων μερίδων μειώνει την κατανάλωση. Παράλληλα, στις ΗΠΑ έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται ορισμένα μέτρα «κοινωνικού ελέγχου» (π.χ. στο λογαριασμό ρεύματος εμφανίζεται σύγκριση με την κατανάλωση των γειτόνων) που αποδεικνύεται ότι συμβάλουν στον περιορισμό της σπατάλης και της αλόγιστης κατανάλωσης.

Υπάρχουν πάντως και άλλα μέτρα μείωσης της συνεισφοράς της διατροφικής μας κατανάλωσης στα ΑΦΘ. Μέτρα όπως η μείωση του βαθμού μεταποίησης των προϊόντων, του μήκους της διατροφικής αλυσίδας, των «ποιοτικών» οργανοληπτικών απαιτήσεων, της συσκευασίας, ακόμα ενδεχομένως και η ενθάρρυνση της ιδιοπαραγωγής στις πόλεις (urban agriculture).

Ίσως όμως το κυριότερο ζητούμενο από το μέλλον, είναι η πλήρης ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους στην τιμή των τροφίμων. Έτσι ώστε τα «κλιματικά καλά» προϊόντα να κοστίζουν τουλάχιστον όσο τα «κακά». Αντίθετα δηλαδή με ό,τι ισχύει σήμερα, όπου έχει αντιστραφεί το «ο ρυπαίνων πληρώνει». Και όπου τα κοινά προϊόντα είναι συχνά φτηνότερα από τα βιολογικά, που πρακτικά σημαίνει ότι ... ο προτιμών τον μη-ρυπαίνοντα είναι που πληρώνει!

Μιχάλης Αναστασιάδης
Μιχάλης Αναστασιάδης