Στους ανθρώπους το ουρικό οξύ αποτελεί το τελικό προϊόν μεταβολισμού των πουρινών και αποβάλλεται κυρίως (~ 70%) μέσω των νεφρών στα ούρα.
Οι πουρίνες αποτελούν σημαντικό τμήμα των νουκλεϊκών οξέων (DNA,RNA) του οργανισμού μας. Υπάρχουν σε πολλές τροφές σε διαφορετικές συγκεντρώσεις (ως τμήμα των πρωτεϊνών των τροφών).
Η κατάσταση στην οποία παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα, υψηλότερα από 7.0 mg/dL για τους άντρες και 6.0 mg/dL για τις γυναίκες ονομάζεται υπερουριχαιμία. Η διαταραχή αυτή στην ισορροπία μεταξύ διάσπασης των πουρινών και της αποβολής του ουρικού οξέος μπορεί να οφείλεται είτε γιατί:
- Παράγεται μεγαλύτερη ποσότητα ουρικού οξέος απο την φυσιολογική.
- Η ποσότητα πουρινών είναι μεγαλύτερη στον οργανισμό.
- Η αποβολή ουρικού οξέος απο τον οργανισμό είναι ατελής.
Τα αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος αποτελούν συνήθη εργαστηριακά ευρήματα σε άτομα που παρουσιάζουν Μεταβολικό σύνδρομο, Παχυσαρκία, Νεφρική Νόσο ή Καρδιαγγειακή νόσο.
Αναφορές στην σχέση μεταξύ των επιπέδων ουρικού οξέος και των καρδιαγγειακών νοσημάτων υπάρχουν ήδη από τον 19ο αιώνα. Υπάρχουν ωστόσο, πολλές συζητήσεις σχετικά με το αν το Ουρικό οξύ αποτελεί ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα ή οχι κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Παρόλα τα αντικρουόμενα στοιχεία διαφόρων μελετών ως προς το αν τελικά το ουρικό οξύ αποτελεί προγνωστικό δείκτη καρδιαγγειακών νοσημάτων, φαίνεται τελικά να αποτελεί πιθανό μεσολαβητή για την εμφάνιση καρδιαγγειακών συμβάντων, με τα πρόσφατα δεδομένα μελετών να παρέχουν περισσότερες αποδείξεις ως προς την εμπλοκή του στην ανάπτυξη και την πρόοδο της καρδιαγγειακής νόσου.
Οι ακριβής μηχανισμός ωστόσο με τον οποίο το ουρικό οξύ συμβάλει στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων, είναι ακόμα ασαφής.
Ο ρόλος της διατροφής στην πρόληψη και αντιμετώπιση νοσημάτων είναι γνωστός. Πιστεύεται, λοιπόν, ότι η σωστή διατροφή μπορεί να βελτιώσει την πρόγνωση και την ποιότητα της ζωής σε ασθενείς με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος.
Το μεσογειακό πρότυπο διατροφής μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην πρόληψη τόσο της υπερουριχαιμίας όσο και στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Στοιχεία μελετών τόσο σε υγιή πληθυσμό όσο και σε πληθυσμό με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, φαίνεται να το επιβεβαιώνουν αυτό.
Φαίνεται λοιπόν, πως τα αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος να αποτελούν πιθανό δείκτη εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, με την υπερουριχαιμία να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μεταβολικό σύνδρομο, τον σακχαρώδη διαβήτη, τη δυσλιπιδαιμία και την αρτηριακή υπέρταση. Παράγοντες πρωταρχικοί για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Η υιοθέτηση ενός σωστού τρόπου διατροφής και ζωής εν γένει, με το μεσογειακό πρότυπο διατροφής να υπερισχύει, αποτελεί πρωταρχικό στόχο τόσο για την πρόληψη όσο και την αντιμετώπιση της υπερουριχαιμίας και των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Ακολούθησαν οι εξής ερωτήσεις:
Ποια κατά τη γνώμη μου είναι τα δυο κύρια θρεπτικά συστατικά (πρωτεϊνες, λίπη, CHO , αλκοόλ κτλ) που ενοχοποιούνται περισσότερο για την αυξηση των επιπέδων ουρικού οξέος.
Οι πρωτεϊνες καθώς μέρος αυτών αποτελούν οι πουρίνες, ο μεταβολισμός των οποίων μας δίνει το ουρικό οξύ και τα λίπη καθώς συνδέονται με την παχυσαρκία και την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Και καθώς η υπερουριχαιμία φαίνεται να είναι συνδεδεμένη με την παχυσαρκία και τη δυσλιπιδαιμία, πρωταρχικούς παράγοντες υπευθυνους για τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Τι έχετε να μας πείτε σχετικά με τις φυτικές πρωτεϊνες και τα επίπεδα ουρικού οξέος.
Όπως ανέφερα και στην παρουσιαση μου, φαίνεται πως η κατανάλωση σόγιας συνδέεται με χαμηλότερα επίπεδα ουρικού οξέος, συγκρινόμενη με την κατανάλωση ζωικών προϊόντων και θαλασσινά. Η πρόσληψη σόγιας φαίνεται να μεταβάλει τη συγκέντρωση πρωτεΐνης στο πλάσμα και να αυξάνει την απέκκριση και κάθαρση του ουρικού οξέος από τα νεφρά. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω έρευνα.