Σε πρόσφατη σύγκριση των πρόσφατων στοιχείων θνησιμότητας μεταξύ των G7 χωρών, η Ιαπωνία φάνηκε να έχει το μεγαλύτερο μέσο προσδόκιμο ζωής τόσο στους άντρες όσο και στις γυναίκες, με την μακροζωία να είναι ιδιαίτερα υψηλή στο γυναικείο φύλο.
Το αποτέλεσμα αυτό προέρχεται κυρίως από τα εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά θνησιμότητας από ισχαιμική καρδιοπάθεια και καρκίνο (ιδιαίτερα του μαστού και του προστάτη). Παράδοξο είναι το γεγονός ότι, μόλις τη δεκαετία του 1960, το προσδόκιμο ζωής στην Ιαπωνία ήταν το μικρότερο μεταξύ των G7 χωρών, εξαιτίας της υψηλής θνησιμότητας από εγκεφαλοαγγειακή νόσο και καρκίνο του στομάχου. Ωστόσο με την πάροδο των ετών, τα ποσοστά θνησιμότητας για αυτές τις παθήσεις μειώθηκαν σημαντικά ενώ τα ήδη χαμηλά ποσοστά ισχαιμικής καρδιοπάθειας και καρκίνου, μειώθηκαν περαιτέρω με αποτέλεσμα να αποκτήσει το υψηλότερο- έναντι των υπολοίπων χωρών- προσδόκιμο ζωής.
Από το 1981, η κύρια αιτία θανάτου στην Ιαπωνία είναι ο καρκίνος, ο οποίος αντιπροσώπευε το 27% των συνολικών θανάτων το 2018, με τις καρδιακές παθήσεις να ακολουθούν με ποσοστό 15%. Στην Ιαπωνία λοιπόν παρατηρείται χαμηλό ποσοστό θνησιμότητας από αυτές τις ασθένειες, που ευθύνονται για σχεδόν το ήμισυ των συνολικών θανάτων στον παγκόσμιο πληθυσμό.
Τα χαμηλά ποσοστά θνησιμότητας από ισχαιμική καρδιοπάθεια και καρκίνο θεωρείται ότι αντικατοπτρίζουν τον χαμηλό επιπολασμό της παχυσαρκίας στην Ιαπωνία, τη χαμηλή κατανάλωση κόκκινου κρέατος και κορεσμένων λιπαρών οξέων και την υψηλή κατανάλωση ψαριών, ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, φυτικών τροφών, όπως τα φασόλια σόγιας (μοναδική πηγή ισοφλαβονών, οι οποίες είναι γνωστό ότι έχουν αντικαρκινικές και αντικαρδιαγγειακές επιδράσεις) και ποτών χωρίς ζάχαρη, όπως το πράσινο τσάι.
Τα μειωμένα ποσοστά θνησιμότητας από εγκεφαλοαγγειακή νόσο πιστεύεται ότι αντικατοπτρίζουν την αύξηση κατανάλωσης ζωικών τροφών, γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων και, συνεπώς, την αυξημένη πρόσληψη σε κορεσμένα λιπαρά οξέα και ασβέστιο, παράλληλα με τη μείωση της πρόσληψης αλατιού που μπορεί να έχει οδηγήσει σε μείωση της αρτηριακής πίεσης. Αυτή η μείωση στο αλάτι και τα πολύ αλατισμένα τρόφιμα φαίνεται, ακόμη, να ευθύνεται για τη μείωση του καρκίνου του στομάχου.
Σήμερα, η τυπική ιαπωνική διατροφή χαρακτηρίζεται από τροφές φυτικής προέλευσης και ψάρια αλλά και από τροφές χαρακτηριστικές των δυτικών χωρών όπως το κρέας, το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, γεγονότα που μπορούν να συσχετιστούν με τη μακροζωία στην Ιαπωνία. Επιπλέον, οι Ιάπωνες τείνουν να καταναλώνουν μια ποικιλία τροφών όπως δημητριακά, λαχανικά, φρούτα, ψάρι, κρέας και γάλα και αυτό το διατροφικό μοτίβο μπορεί να σχετίζεται εν μέρει με τη μακροζωία της Ιαπωνίας.
Έτσι, αν θέλουμε να ακολουθήσουμε την πρωτιά μακροζωίας των Ιαπώνων δεν έχουμε παρά να διδαχτούμε από τις διατροφικές τους συνήθειες. Άλλωστε αυτές δε διαφέρουν πολύ σε φιλοσοφία από τη δική μας μεσογειακή διατροφή, μία διατροφή με έμφαση στα φυτικής προέλευσης προϊόντα, τα ψάρια και την περιορισμένη κατανάλωση κρέατος. Ακολουθώντας τη διατροφή που ταιριάζει με την παραγωγή του τόπου μας και παράλληλα μειώνοντας τα επεξεργασμένα τρόφιμα μπορούμε να εξασφαλίσουμε τη βέλτιστη υγεία για εμάς και την οικογένειά μας.