Αν και για τους ενήλικες υπάρχουν δεδομένα που υποστηρίζουν ότι το άγχος επηρεάζει την κατανάλωση τροφής, για τα παιδιά οι αντίστοιχες μελέτες είναι λίγες και τα αποτελέσματά τους είναι αντικρουόμενα.
Ποιος ήταν ο σκοπός της μελέτης;
Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ήταν να εξετάσει την αντίδραση των παιδιών όσον αφορά την συναισθηματική κατανάλωση φαγητού απουσία πείνας μετά από ένα πρωτόκολλο επαγωγής άγχους, καθώς και να αξιολογήσει κατά πόσο το βάρος και το φύλο επηρεάζουν αυτή τη σχέση.
Η έρευνα σχεδιάστηκε...
Στη μελέτη συμμετείχαν 223 παιδιά οικογενειών χαμηλού εισοδήματος (καθώς θεωρητικά είναι σε μεγαλύτερο κίνδυνο για υπερβαρότητα και βιώνουν πιο υψηλά επίπεδα χρόνιου στρες), με μέσο όρο ηλικίας 7,8 έτη (SD=0,7 έτη). Τα παιδιά υποβλήθηκαν σε ένα πρωτόκολλο επαγωγής στρες.
Πριν τη διαδικασία, 2 λεπτά και 45 λεπτά μετά εκτιμήθηκε η «υποκειμενική αντίδραση» στο άγχος, ενώ εκτιμήθηκε και η «παρατηρούμενη αντίδραση στο άγχος» κατά τη διάρκεια του πειράματος. Μετά το πρωτόκολλο επαγωγής στρες, τα παιδιά κατανάλωσαν συγκεκριμένο βραδινό γεύμα και έπειτα τους δόθηκε το δικαίωμα να καταναλώσουν γλυκά σε ελεύθερη ποσότητα. Πριν την κατανάλωση των γλυκών εκτιμήθηκε το επίπεδο κορεσμού.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το βάρος επηρεάζει τη σχέση ανάμεσα στο στρες και τη συναισθηματική κατανάλωση τροφής χωρίς πείνα, ανεξάρτητα από το στάδιο ανάπτυξης των παιδιών και το επίπεδο κορεσμού τους. Συγκεκριμένα, τα υπέρβαρα παιδιά αυξάνουν τη συναισθηματική κατανάλωση τροφής όσο αυξάνεται το παρατηρούμενο άγχος τους, ενώ τα παιδιά που δεν είναι υπέρβαρα τρώνε λιγότερο συναισθηματικά όσο αυξάνεται το άγχος τους (βinteraction = 0.48; p = 0.010). Το βάρος δεν φάνηκε να επηρεάζει τη σχέση ανάμεσα στο υποκειμενικό στρες και το συναισθηματικό φαγητό, ενώ το φύλο των παιδιών δεν φάνηκε να επηρεάζει τη συναισθηματική κατανάλωση τροφής απουσία πείνας.
Τα συμπεράσματα για τους επαγγελματίες υγείας
Συμπερασματικά, είναι σημαντικό τα παιδιά να εκπαιδεύονται από μικρή ηλικία σε εναλλακτικούς τρόπους εκτόνωσης του άγχους πέραν του φαγητού, ώστε να διασφαλίσουν ένα πιο υγιές βάρος και μια πιο φυσιολογική διατροφική συμπεριφορά. Σίγουρα χρειάζονται ακόμη πολλές μελέτες, ώστε να διεξαχθούν πιο ασφαλή συμπεράσματα και να εκτιμηθούν επιπλέον παράμετροι που μπορεί να επιδρούν στη συγκεκριμένη σχέση.