Επαρκής πρόσληψη ιχνοστοιχείων εντός του εύρους της Dietary Reference Intake (DRI) προλαμβάνει την εμφάνιση νοσημάτων ανεπάρκειας και είναι σημαντική στην διατήρηση της υγείας και της ευεξίας των ασθενών με διαβήτη. Οι διατροφικές συστάσεις για τους ενήλικες, τους εφήβους και τα παιδιά που πάσχουν από τύπου 1 και τύπου 2 διαβήτη, καθώς και για γυναίκες με διαβήτη που εκδηλώνεται κατά την εγκυμοσύνη και τον θηλασμό, είναι παρόμοιες για τα άτομα με ή χωρίς διαβήτη. Ωστόσο, ο όχι καλά ελεγχόμενος διαβήτης σχετίζεται συχνά με ανεπάρκειες ιχνοστοιχείων.
Τα άτομα με διαβήτη θα πρέπει να εκπαιδεύονται σχετικά με την σημασία των απαιτούμενων καθημερινά βιταμινών και μετάλλων, που θα πρέπει να λαμβάνονται από φυσικές τροφικές πηγές καθώς επίσης, θα πρέπει να γνωρίζουν το πιθανό ενδεχόμενο τοξικότητας από τις υπερβολικές δόσεις συμπληρωμάτων βιταμινών και μετάλλων.
Σε επιλεγμένες ομάδες, όπως είναι τα ηλικιωμένα άτομα, οι έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες, οι αυστηροί φυτοφάγοι (vegans) ή ακόμα και τα άτομα που εφαρμόζουν υποθερμιδικές δίαιτες, τους δίνεται συνήθως η συμβουλή να παίρνουν συμπληρωματικά στην διατροφή τους ένα πολυβιταμινούχο σκεύασμα. Ωστόσο, τα συμπληρώματα βιταμινών και μετάλλων σε φαρμακολογικές δόσεις θα πρέπει να θεωρούνται ως μια θεραπευτική παρέμβαση και, όπως ισχύει και για τα φάρμακα, θα πρέπει να μελετηθούν και να δοκιμαστούν σε μελέτες ούτως ώστε να τεκμηριωθεί η ασφάλεια και οι δυνατότητές τους.
Ποιες οι εκτιμήσεις του DRI;
Για να καθοριστεί πόση ακριβώς ποσότητα ενός συγκεκριμένου μικροστοιχείου χρειάζεται σε καθημερινή βάση για να καλύψει τις ανάγκες του ατόμου, έχουν γίνει 4 εκτιμήσεις του DRI από το “Institute of Medicine’s Food and Nutrition Board”. Οι 4 αυτές εκτιμήσεις είναι:
- το Estimated Average Requirement (EAR)
- το Recommended Dietary Allowance (RDA)
- το Adequate Intake (AI)
- το Tolerable Upper Intake Level (UL)
Το RDA είναι το καθημερινό επίπεδο πρόσληψης που είναι επαρκές σε σχέση με τις απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά όλων σχεδόν (97–98%) των υγιών ατόμων, σε σχέση με το φύλο, την ηλικία, το στάδιο της ζωής και το φυσιολογικό τους επίπεδο. Το UL είναι η μέγιστη ποσότητα του θρεπτικού συστατικού που φαίνεται ότι δεν εγκυμονεί κινδύνους αρνητικών επιδράσεων στην υγεία, για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού.
Πώς γίνεται η εκτίμηση θρέψης;
Η εκτίμηση θρέψης διαβητικών ατόμων όσον αφορά την επάρκεια των προσλαμβανομένων θρεπτικών μικροσυστατικών ξεκινά με ένα προσεκτικό κλινικό ιστορικό και θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα διατροφικό ιστορικό προκειμένου να διαπιστωθεί η «ποιότητα τροφής». Το διατροφικό ιστορικό θα περιλαμβάνει μη απαιτούντα ιατρική συνταγή συμπληρώματα βιταμινών, μετάλλων και βοτάνων, τροφικά συμπληρώματα και μεθόδους παρασκευής φαγητών.
Η εργαστηριακή εκτίμηση θρέψης χάνει την αξιοπιστία της εξαιτίας μεθοδολογικών προβλημάτων και κατά συνέπεια, δεν εντοπίζει πάντοτε τις ανεπάρκειες στα θρεπτικά μικροσυστατικά. Για παράδειγμα, μεταξύ ορισμένων σημείων των ΗΠΑ παρατηρούνται αξιοσημείωτες εποχιακές διαφορές για την επάρκεια της βιταμίνης D και οι μετρήσεις στον ορό των ενδοκυττάριων κατιόντων αντικατοπτρίζει πολύ φτωχά τα οργανικά αποθέματα. Ωστόσο, οι μετρήσεις στον ορό των συγκεντρώσεων του φολικού οξέος, της βιταμίνης B12, της βιταμίνης D, του ασβεστίου, του καλίου, του μαγνησίου και του σιδήρου έχουν κλινικό ενδιαφέρον και χρησιμότητα.
Αντιοξειδωτικά και Βιταμίνες
Μια επίσημη έκθεση του “Institute of Medicine” καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κατανάλωση υψηλών δόσεων αντιοξειδωτικών (βιταμίνη C, βιταμίνη Ε, σελήνιο, β-καροτένιο και άλλα καροτενοειδή) δεν έχει αποδεδειγμένη προστατευτική δράση απέναντι στα καρδιοαγγειακά νοσήματα, τον διαβήτη ή ορισμένες μορφές καρκίνου, ούτε έχει αποδειχθεί ότι η κατανάλωση υψηλών δόσεων βιταμινών προλαμβάνει απαραιτήτως τις βασικές διατροφικές ανεπάρκειες.
Στην πραγματικότητα, μπορεί και να ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Υψηλές δόσεις αντιοξειδωτικών πιθανόν να οδηγούν σε προβλήματα στην υγεία, όπως διάρροια, αιμορραγία και τοξικές αντιδράσεις. Παρόλο που τα αποτελέσματα ενός μεγάλου αριθμού μελετών υποδεικνύουν ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ των αντιοξειδωτικών και ενός χαμηλότερου βαθμού επίπτωσης ορισμένων χρόνιων νοσημάτων, η περιεκτική αναφορά του “Institute of Medicine” διαπιστώνει ότι δεν υπάρχουν τεκμηριωμένες επιστημονικές αποδείξεις που να υπαγορεύουν με βεβαιότητα ότι τα αντιοξειδωτικά έχουν οποιαδήποτε ωφέλιμη δράση.
Αντιοξειδωτικά
Για τον λόγο ότι ο διαβήτης είναι ίσως μια κατάσταση αυξημένου οξειδωτικού stress, υπάρχει ενδιαφέρον για τις ιατρικές συνταγές αντιοξειδωτικών βιταμινών σε διαβητικούς ασθενείς. Μεγάλες παρατηρητικές μελέτες έχουν δείξει μια σχέση ανάμεσα στην διατροφική ή συμπληρωματική πρόσληψη αντιοξειδωτικών και σε ένα πλήθος κλινικών αποτελεσμάτων. Ωστόσο, άλλες αξιόπιστες έρευνες με αντικείμενο τα placebo απέτυχαν να δείξουν κάποιο όφελος από τα αντιοξειδωτικά και σε ορισμένες περιπτώσεις, παρατηρήθηκαν ακόμα και αρνητικές επιδράσεις. Εξαιρετικού ενδιαφέροντος είναι η μελέτη “Heart Outcomes Prevention Evaluation Trial” που περιλαμβάνει 9.541 εξεταζόμενα άτομα, το 38% εκ των οποίων είναι διαβητικοί. Συμπλήρωμα βιταμίνης E (400 IU/ημέρα) για διάστημα 4.5 ετών δεν παρουσίασε κανένα σημαντικό όφελος.
Αρκετές μελέτες με αντικείμενο τα placebo σε μικρό αριθμό ατόμων παρατήρησαν ευεργετικά οφέλη των αντιοξειδωτικών σε φυσιολογικά και βιοχημικά τελικά σημεία. Ωστόσο, τα περισσότερα από αυτά τα ευρήματα δεν έχουν επικυρωθεί. Επιπρόσθετα, εξακολουθεί να υπάρχει ενδιαφέρον σχετικά με την λανθάνουσα μακροπρόθεσμη τοξικότητα των αντιοξειδωτικών. Σε δυο έρευνες με το β-καροτένιο παρατηρήθηκε μια αναπάντεχη αύξηση της επίπτωσης καρκίνου του πνεύμονα σε αυτούς που τυχαία υπήρχε αυξημένη κατανάλωση β-καροτένιου.
Φολικό οξύ
Ο ρόλος του φολικού στην πρόληψη των εκ γενετής ανωμαλιών είναι ευρέως αποδεκτός και ήταν το έναυσμα για τον εμπλουτισμό σε φολικό των δημητριακών και των προϊόντων σίτου στις ΗΠΑ. Λόγω της συσχέτισης των επιπέδων ομοκυστεΐνης ορού με την επίπτωση καρδιαγγειακών νοσημάτων, εκδηλώνεται διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον στα συμπληρώματα φολικού προκειμένου να μειωθούν τα επίπεδα ομοκυστεΐνης. Ωστόσο, ο ρόλος των συμπληρωμάτων φολικού στην πρόληψη των καρδιαγγειακών επεισοδίων είναι ακόμα πολύ μακριά από την τεκμηρίωσή του.
Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν υπάρχουν επιδράσεις στην υγεία με τα συμπληρώματα φολικού, εκτός από την επιδείνωση της ανεπάρκειας της βιταμίνης B12 και την περιστασιακή πρόκληση ξαφνικών επεισοδίων σε άτομα που πάσχουν από επιληψία και έχουν οριακά επίπεδα φολικού και τα οποία λαμβάνουν αντιπαροξυσμικά. Οι έρευνες πάνω στα συμπληρώματα φολικού βρίσκεται σε πρόοδο και διαφαίνεται ότι έχει να αποφέρει σημαντικές πληροφορίες.
Σύμπλεγμα Βιταμινών Β
Ο ρόλος των βιταμινών B1, B6 και B12 στην θεραπεία της διαβητικής νευροπάθειας δεν έχει ακόμα επαληθευθεί. Ωστόσο, δεν είναι δυνατόν αν συστήνεται ο εμπλουτισμός της δίαιτας με βιταμίνες του συμπλέγματος Β, ως μια standard ή συνηθισμένη θεραπευτική προσέγγιση. Έχει προταθεί από ορισμένες έρευνες ότι το νικοτιναμίδιο πιθανόν να προφυλάσσει (να συντηρεί) την συσσώρευση των β-κυττάρων στους διαβητικούς με πρόσφατη διάγνωση, ωστόσο ο αριθμός των ατόμων που εμπλέκονται στις έρευνες αυτές δεν είναι αρκετά μεγάλος και το αποτέλεσμα της θεραπείας δεν ήταν απολύτως σαφές ώστε να εγγυάται την εφαρμογή αυτών των ευρημάτων.
Μέταλλα
Ανεπάρκειες ορισμένων μετάλλων, όπως είναι το κάλιο και το μαγνήσιο και πιθανότατα ο ψευδάργυρος και το χρώμιο, ίσως προδιαθέτουν ένα άτομο να έχει ευαισθησία στους υδατάνθρακες. Ενώ η ανάγκη αναπλήρωσης του κάλιο και του μαγνήσιο είναι εύκολο να ανιχνευθεί με βάση τα χαμηλά επίπεδα ορού αυτών των μετάλλων, η ανάγκη για συμπληρώματα ψευδαργύρου και χρωμίου είναι αρκετά δυσκολότερο να αποκαλυφθεί.
Χρώμιο
Έχουν πραγματοποιηθεί 2 μελέτες βασισμένες σε συνθήκες τυχαιότητας και με αντικείμενο τα εικονικά φάρμακα (placeboes) σε διαβητικά παιδιά κινέζικης καταγωγής, όπου διαπιστώθηκε ότι η χορήγηση χρωμίου είχε ευεργετικές επιδράσεις στην γλυκαιμία. Ωστόσο, οι πληθυσμοί που εξετάστηκαν στις μελέτες είχαν οριακά επίπεδα χρωμίου. Στην πρώτη έρευνα, τα επίπεδα του χρωμίου δεν εκτιμήθηκαν ούτε αρχικά ούτε μετά την συμπληρωματική χορήγηση. Άλλες μικρότερες έρευνες έχουν επίσης αναφέρει ότι τα συμπληρώματα χρωμίου παίζουν ίσως κάποιον ρόλο στον χειρισμό του διαβήτη, στην ευαισθησία στην γλυκόζη, στον διαβήτη της κύησης και τον σχετικό με κορτικοειδή διαβήτη.
Αποτελέσματα από τις μελέτες αυτές υποδεικνύουν ότι η δοσολογία και η μορφή του χρωμίου που χορηγούνται επηρεάζουν σημαντικά το αποτέλεσμα. Σε μια έρευνα σε διαβητικούς, τα 1.000 µg/ημέρα χρωμίου σε μορφή “picolinate” (με γραμμική επιτάχυνση 10-¹²) ήταν πιο δραστικά από 200 µg/ημέρα. Παρομοίως, στον διαβήτη της κύησης, τα 8 µg/kg /ημέρα χρωμίου ήταν πιο δραστικά από 4 µg/kg /ημέρα. Αντίθετα, δυο καλά σχεδιασμένες έρευνες στις ΗΠΑ και σε άλλες δυο στην Φιλανδία απέτυχαν να αποδείξουν οποιοδήποτε σημαντικό όφελος της συμπληρωματικής χορήγησης χρωμίου σε διαβητικούς ασθενείς. Οι μετέπειτα μελέτες χρησιμοποίησαν χλωριούχο χρώμιο, το οποίο δεν είναι ίσως τόσο βιοδιαθέσιμο όσο είναι το χρώμιο “picolinate”. Επί του παρόντος, δεν έχουν διεξοδικά αποδειχθεί οφέλη από συμπληρώματα χρωμίου σε διαβητικά άτομα.
Το “Institute of Medicine Food and Nutrition Board” δεν εντόπισε επαρκή στοιχεία ώστε να εκτιμήσει και να θέσει μια μέση απαίτηση του οργανισμού σε χρώμιο. Έτσι καθορίστηκε μια επαρκής πρόσληψη βασισμένη πάνω στις εκτιμούμενες μέσες προσλήψεις. Η επαρκής πρόσληψη λοιπόν για έναν μεσήλικα άντρα >51 ετών είναι 30 μgr/ημέρα και για μια μεσήλικη γυναίκα >51 ετών είναι 20 μgr/ημέρα. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες αρνητικές επιδράσεις που έχουν συσχετιστεί με υπερβολική πρόσληψη χρωμίου από τις τροφές και γι’ αυτό, δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί το ανώτερο ανεκτό επίπεδο πρόσληψης (UL).
Ψευδάργυρος
Ένα άλλο τρέχον θέμα άμεσου ενδιαφέροντος όσον αφορά την συμπληρωματική χορήγηση θρεπτικών μικροσυστατικών είναι και ο ρόλος του ψευδαργύρου στα διαβητικά άτομα. Μικρές μελέτες σε μεσήλικα άτομα με διαβήτη υποδεικνύουν ορισμένα οφέλη στην θεραπεία των δερματικών ελκών από την συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου. Μια πιο πρόσφατη κλινική δοκιμή για διάφορους τύπους placeboes, χορήγησε μια μορφή ψευδαργύρου μαζί με απόσταγμα προστάτη κουνελιού και παρατήρησε μια σημαντική μείωση της HbAlc στα άτομα που τυχαία επιλέχθηκαν για αυτήν την θεραπεία. Ωστόσο, στην μελέτη αυτή, τα άτομα που τυχαία επιλέχθηκαν να λάβουν μέρος στο πλάνο της θεραπείας είχαν υψηλότερα αρχικά επίπεδα HbAlc από αυτούς που τυχαία επιλέχθηκαν για να τους χορηγηθούν άλλοι τύποι placeboes.
Ασβέστιο
Ο ορθολογισμός για τις συνιστώμενες ημερήσιες προσλήψεις των 1.000–1.500 mg ασβεστίου, κυρίως σε διαβητικά άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, βασίζεται στις συστάσεις του “Institute of Medicine Food and Nutrition Board” και του “National Institutes of Health Consensus Development Panel on Osteoporosis Prevention, Diagnosis, and Therapy”. H σύσταση αυτή φαίνεται πως είναι ασφαλής και πιθανόν να μειώνει τον βαθμό επίπτωσης της οστεοπόρωσης στους μεσήλικες. Η βιταμίνη D επίσης απαιτείται για την καλύτερη απορρόφηση του ασβεστίου και έχει καθιερωθεί συνιστώμενη πρόσληψη βιταμίνης D για τους ενήλικες ίση με 400–600 IU/ημέρα. Η αβεβαιότητα της αξίας των συμπληρωμάτων ασβεστίου σε νεαρά άτομα και τα ενδεχόμενα μακροπρόθεσμα οφέλη έχουν συζητηθεί εκτενώς στην κριτική αναφορά του Kanis.
Βανάδιο
Ο ρόλος των αλάτων βαναδίου στον διαβήτη έχει διερευνηθεί σε αρκετές μικρές έρευνες. Δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για την επίδρασή τους και διαφαίνεται μια ενδεχόμενη τοξικότητα τους.
Φαρμακευτικά Σκευάσματα Βοτάνων
Μια ολοκληρωμένη αναφορά πάνω στα φαρμακευτικά σκευάσματα βοτάνων που διατίθενται στην αγορά σήμερα, ξεφεύγει από τους στόχους της παρούσας λεπτομερούς ειδικής έρευνας. Η μεγάλη ποικιλία βοτανικών παρασκευασμάτων φαίνεται να έχει κάποιες ωφέλιμες επιδράσεις στην γλυκαιμία, οι οποίες όμως είναι μικρές και βραχυπρόθεσμες. Από τα σκευάσματα αυτά, αυτό που έχει ευρύτερα διαδοθεί και εκτενέστερα εξεταστεί είναι το Αμερικάνικο ginseng.
Αρκετά βοτανικά συμπληρώματα που έχουν κατά διαστήματα χρησιμοποιηθεί για να θεραπεύσουν την παχυσαρκία, περιέχουν καφεΐνη και εφεδρίνη. Τα διαθέσιμα στο εμπόριο προϊόντα δεν είναι σωστά τυποποιημένα και παρουσιάζουν μια αξιοσημείωτη ποικιλία του περιεχομένου τους σε ενεργά συστατικά. Επιπρόσθετα, ορισμένα βοτανικά σκευάσματα βρέθηκε ότι περιέχουν παράνομα φαρμακευτικούς παράγοντες που προκαλούν υπογλυκαιμία. Τα βοτανικά σκευάσματα έχουν επίσης δυνητική δύναμη να αλληλεπιδράσουν με άλλα φάρμακα. Συνεπώς, είναι σημαντικό οι επαγγελματίες θεραπευτές να γνωρίζουν το αν, πότε και τί τύπου, οι διαβητικοί ασθενείς τους λαμβάνουν τέτοια προϊόντα.
Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις που υποστηρίζουν την ορθότητα των κάτωθι ισχυρισμών:
- Δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία οφελών από συμπληρώματα βιταμινών ή μετάλλων σε διαβητικούς ασθενείς, που δεν έχουν υποκείμενες ανεπάρκειες. Εξαιρέσεις αποτελούν το φολικό οξύ που φαίνεται ότι συμβάλλει στην πρόληψη εκ γενετής ανωμαλιών (ισχυρή ένδειξη) και το ασβέστιο που φαίνεται ότι συμβάλλει στην πρόληψη οστεοπόρωσης (συνετή ένδειξη).
- Παρόλο που είναι δύσκολο να εξακριβωθούν, εάν ωστόσο αναγνωριστούν ανεπάρκειες σε βιταμίνες ή μέταλλα, η συμπληρωματική χορήγηση μπορεί να είναι ευεργετική.
- Η συνήθης συμπληρωματική χορήγηση στην διατροφή αντιοξειδωτικών δεν συνιστάται, εξαιτίας αβεβαιοτήτων σχετικά με την μακροπρόθεσμη δράση και ασφάλειά τους.
Οι ακόλουθοι ισχυρισμοί είναι βασισμένοι στην ομοφωνία των εμπειρογνωμόνων:
- Επιλεγμένοι πληθυσμοί, όπως μεσήλικες, έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες, αυστηροί χορτοφάγοι και άτομα που εφαρμόζουν αυστηρές υποθερμιδικές δίαιτες, πιθανόν θα ωφεληθούν με την συμπληρωματική χορήγηση ενός πολυβιταμινούχου σκευάσματος.
- Δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα στοιχεία που να υποδεικνύουν μακροπρόθεσμο όφελος από την λήψη φαρμακευτικών σκευασμάτων βοτάνων, στα διαβητικά άτομα.