Υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον σχετικά με τα προγράμματα υποθερμιδικής δίαιτας ολικής αντικατάστασης (total diet replacement – TDR) και την επίδρασή τους στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Σε δίαιτες ολικής αντικατάστασης, όλα τα τρόφιμα αντικαθίστανται από ειδικά προϊόντα όπως σούπες, ροφήματα και μπάρες δημητριακών που προσφέρουν συγκεκριμένες θερμίδες και καλύπτουν τις ανάγκες του οργανισμού σε θρεπτικά συστατικά. Έρευνες δείχνουν ότι τα προγράμματα αυτά οδηγούν σε σημαντική μείωση του βάρους σε 12-16 εβδομάδες και ότι μέρος της απώλειας αυτής διατηρείται επιτυχώς έως και 1 έτος μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων. Μάλιστα, η μείωση του βάρους είναι πιο μεγάλη σε σχέση με προγράμματα απώλειας βάρους που στοχεύουν στην αλλαγή διαιτητικής συμπεριφοράς. Στη Βρετανία, προγράμματα TDR εφαρμόζονται πιλοτικά σε ασθενείς με διαβήτη τύπου ΙΙ, ωστόσο μακροχρόνια αποτελέσματα δεν υπάρχουν.
Ποια είναι η μελέτη DROPLET;
Η μελέτη DROPLET (Doctor Referral of Overweight People to Low Energy total diet replacement Treatment) σχεδιάστηκε για την αξιολόγηση μιας υποθερμιδικής δίαιτας ολικής αντικατάστασης για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, και όχι αποκλειστικά του διαβήτη τύπου ΙΙ. Πρόκειται για μια τυχαιοποιημένη μελέτη όπου άτομα με αυξημένο βάρος κλήθηκαν είτε να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα απώλειας βάρους TDR διάρκειας 8 εβδομάδων ακολουθούμενο από 4 εβδομάδες σταδιακής επανένταξης τροφίμων και 12 εβδομάδες διατήρησης βάρους (ομάδα παρέμβασης) είτε ένα πρόγραμμα απώλειας βάρους 12 εβδομάδων που συνήθως προτείνεται από νοσηλευτές (ομάδα ελέγχου). Τα αποτελέσματα στο 1ο έτος ήταν εντυπωσιακά: οι περισσότεροι εθελοντές έχασαν πάνω από 10 κιλά, ενώ η διαστολική αρτηριακή πίεση και η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη μειώθηκαν σημαντικά. Ωστόσο δεν έχει αξιολογηθεί μία τέτοια παρέμβαση μακροχρόνια, ενώ υπάρχει η υπόθεση ότι στα άτομα που έλαβαν TDR, το βάρος θα επανέλθει στα προ-παρέμβασης επίπεδα μετά από 5 έτη.
Ο στόχος, επομένως, της παρουσας μελέτης είναι η αξιολόγηση της μεταβολής του βάρους και καρδιομεταβολικών παραγόντων των εθελοντών που έλαβαν μέρος στην παρέμβαση DROPLET στα 3 έτη μετά την ολοκλήρωσή της.
Πώς σχεδιάστηκε η μελέτη;
Στα 3 έτη από την ολοκλήρωση της παρέμβασης που περιγράφηκε παραπάνω, τα άτομα αυτά κλήθηκαν για αξιολόγηση ανθρωπομετρικών (βάρος, περιφέρεια μέσης), βιοχημικών (γλυκόζη, ινσουλίνη, τριγλυκερίδια, χοληστερόλη) δεικτών και αρτηριακής πίεσης. Από τα συνολικά 272 άτομα που συμμετείχαν στην αξιολόγηση στο 1ο έτος, τα 179 παρείχαν δεδομένα και στο 3ο έτος – 96 από την ομάδα παρέμβασης και 83 από την ομάδα ελέγχου.
Ποια τα αποτελέσματα;
Τρία έτη μετά την έναρξη της μελέτης, η μέση μείωση βάρους στην ομάδα παρέμβασης ήταν τα 6,3 κιλά (SD 9,1) ενώ στην ομάδα ελέγχου τα 2,7 κιλά (SD 7,7). Η μέση επανάκτηση βάρους από τους 6 μήνες (τέλος παρέμβασης) έως το 3ο έτος ήταν 8,9 (SD 9,4) κιλά για την ομάδα παρέμβασης και 1,2 (SD 9,1) κιλά για την ομάδα ελέγχου. Παρά την επανάκτηση μέρους του βάρους, το 46% των ατόμων της ομάδας παρέμβασης και το 35% της ομάδας ελέγχου διατήρησαν απώλεια πάνω από το 5% του αρχικού βάρους. Επίσης, η ομάδα παρέμβασης είχε μια μικρή, στατιστικά σημαντικά μειωμένη διαστολική αρτηριακή πίεση σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ των ομάδων σε κανένα βιοχημικό δείκτη.
Συμπεράσματα
Παρά τη σημαντική επανάκτηση βάρους, η ομάδα παρέμβαση είχε μία μέση απώλεια περίπου 6 κιλών, ωστόσο δεν υπήρχε ουσιαστικό όφελος σε βιοχημικούς δείκτες και αρτηριακή πίεση. Είναι σημαντικό να διερευνηθεί αν η μεταβολή βάρους είναι κλινικά σημαντική, ώστε να εξακριβωθεί αν αξίζει η «επένδυση» σε προγράμματα TDR, σε σχέση με προγράμματα τροποποίησης διαιτητικής συμπεριφοράς, για απώλεια βάρους.