Επιστημονικά Νέα

Ποσότητα και πηγή προέλευσης των υδατανθράκων συνδέονται με τη θνησιμότητα

16 Ιανουαρίου 2019
7494 Προβολές
2 λεπτά να διαβαστεί
ydatanthrakes kai thnisimotita

Οι δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων, οι οποίες περιορίζουν τους υδατάνθρακες υπέρ της αυξημένης πρόσληψης πρωτεϊνών ή λίπους ή και των δύο, είναι μια δημοφιλής στρατηγική για την απώλεια βάρους και φαίνεται να είναι αποτελεσματικές στη βραχυπρόθεσμη απώλεια βάρους και στη βελτίωση του καρδιομεταβολικού κινδύνου. Ωστόσο, η μακροπρόθεσμη επίδραση του περιορισμού των υδατανθράκων στη θνησιμότητα είναι αμφιλεγόμενη και εξαρτάται από το αν οι διαιτητικοί υδατάνθρακες αντικαθίστανται από φυτικά λιπαρά, ζωικά λιπαρά ή πρωτεΐνες.

Ποιος ήταν ο σκοπός της μελέτης;

Στόχος πρόσφατης ανασκόπησης της βιβλιογραφίας που δημοσιεύτηκε στο Lancet Public Health ήταν η διερεύνηση της συσχέτισης μεταξύ της πρόσληψης υδατανθράκων και της θνησιμότητας. Στην ανασκόπηση περιλήφθηκαν 15.428 ενήλικες ηλικίας 45-64 ετών, από τέσσερις κοινότητες των ΗΠΑ, οι οποίοι συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο για τη διατροφή κατά την εγγραφή τους στη μελέτη Κινδύνου Αθηροσκλήρωσης στην Κοινότητα (ARIC) (μεταξύ 1987 και 1989). Η υπο- και οι υπερ-καταγραφείς αποκλείστηκαν από την ανάλυση με τη χρήση των εξής ορίων: <600 kcal ή> 4200 kcal ημερησίως για άνδρες και <500 kcal ή> 3600 kcal ανά ημέρα για γυναίκες.

Πώς σχεδιάστηκε;

Η υπό εξέταση επίδραση ήταν η θνησιμότητα από όλες τις αιτίες. Διερευνήθηκε η σχέση μεταξύ του ποσοστού της ενέργειας που προέρχεται από την πρόσληψη υδατανθράκων και τη θνητότητα από κάθε αιτία. Αυτή τη σχέση εξετάστηκε περαιτέρω, συνδυάζοντας τα στοιχεία της μελέτης ARIC με τα δεδομένα για την πρόσληψη υδατανθράκων από επτά πολυκεντρικές προοπτικές μελέτες σε μια μετα-ανάλυση. Τέλος, αξιολογήθηκε το κατά πόσον η αντικατάσταση των λιπών ζωικής ή φυτικής προέλευσης και των πρωτεϊνών με υδατάνθρακες επηρεάζει τη θνησιμότητα.

Κατά τη διάρκεια ενός διαστήματος παρακολούθησης 25 ετών καταγράφηκαν 6.283 θάνατοι στην ομάδα της μελέτης ARIC και 40.181 θάνατοι στο σύνολο των προοπτικών μελετών. Στην κοόρτη της μελέτης ARIC, μετά από πολυμεταβλητή προσαρμογή, η συσχέτιση μεταξύ του ποσοστού της ενέργειας που καταναλώνεται από υδατάνθρακες (48,9% ±9,4) και της θνησιμότητας είχε σχήμα U. Ένα ποσοστό της τάξεως του 50-55% της ενέργειας που προέρχεται από υδατάνθρακες συσχετίστηκε με τον χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας.

Ποια τα αποτελέσματα της μετα-ανάλυσης;

Από τα αποτελέσματα της μετα-ανάλυσης (432.179 άτομα), τόσο χαμηλή (<40%) όσο και υψηλή (> 70%) κατανάλωση υδατανθράκων συσχετίστηκε με μεγαλύτερο κίνδυνο θνησιμότητας συγκριτικά με τη μέτρια πρόσληψη, η οποία παρέμεινε σε σχήμα U (συνολικός σχετικός κίνδυνος 1,20; 95% CI: 1,09-1,32 για την κατανάλωση χαμηλών υδατανθράκων και 1,23; 1,11-1,36 για την υψηλή κατανάλωση υδατανθράκων). Ωστόσο, τα αποτελέσματα ποίκιλαν ανάλογα με την πηγή των μακροθρεπτικών συστατικών: η θνησιμότητα αυξήθηκε όταν το ζωικό λίπος ή οι πρωτεΐνες λάμβαναν τη θέση των υδατανθράκων (1,18; 1,08-1,29) και η θνησιμότητα μειώθηκε όταν φυτικά τρόφιμα έπαιρναν τη θέση των υδατανθράκων (0,82; 0,78-0,87).

Τι να κρατήσεις;

Με βάση τα ευρήματα της μελέτης, φάνηκε ότι τόσο τα υψηλά όσο και τα χαμηλά ποσοστά υδατανθράκων συνδέθηκαν με αυξημένη θνησιμότητα, με τον ελάχιστο κίνδυνο να παρατηρείται στην πρόσληψη υδατανθράκων στο 50-55% της ενέργειας

Πρότυπα διατροφής με χαμηλή πρόσληψη υδατανθράκων και αυξημένη πρόσληψη ζωικών πρωτεϊνών και λιπών από πηγές όπως το αρνί, το βόειο κρέας, το χοιρινό και το κοτόπουλο, συνδέονται με υψηλότερη θνησιμότητα, ενώ τα πρότυπα που περιλάμβαναν την πρόσληψη πρωτεϊνών και λιπών από φυτικές πηγές, όπως τα λαχανικά, τους ξηρούς καρπούς, το φυστικοβούτυρο και το ψωμί ολικής αλέσεως, συσχετίστηκαν με χαμηλότερη θνησιμότητα, γεγονός που υποδηλώνει ότι η πηγή προέλευσης της τροφής τροποποιεί σημαντικά την σχέση μεταξύ της πρόσληψης υδατανθράκων και της θνησιμότητας.

Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού
Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, MSc, PhD

H Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού είναι Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, με επιπλέον μεταπτυχιακή εξειδίκευση (M.Sc.) στην κλινική διατροφή και Διδάκτωρ του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Εργάζεται ως επιστημονική συνεργάτιδα του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου σε Ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα ενώ παρέχει και διαιτολογικές υπηρεσίες στο αυτόνομο διαιτολογικό γραφείο στην περιοχή της Καλλιθέας.