Επιστημονικά Νέα

Μούρα: σύμμαχος των καρδιαγγειακών νοσημάτων;

12 Φεβρουαρίου 2018
8706 Προβολές
1 λεπτό να διαβαστεί
diatrofh moura kai kardiaggeiaka

Photo source: www.bigstockphoto.com

Η καρδιαγγειακή νόσο (ΚΝ) είναι μία από τις κύριες αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως, προκαλώντας 17,5 εκατομμύρια θανάτους που σχετίζονται με την καρδιαγγειακή νόσος σε ετήσια βάση στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίοι αναμένεται να αυξηθούν σχεδόν στους 23,6 εκατομμύρια θανάτους ετησίως έως το έτος 2030.

Μούρα & καρδιαγγειακά: έως τώρα επιστημονικά δεδομένα

Τα μούρα είναι πλούσια σε πολυφαινόλες, συμπεριλαμβανομένων των προκυανιδινών, της κουερσετίνης, των φαινολικών οξέων και ιδιαίτερα ανθοκυανίνων. Ολοένα αυξανόμενα στοιχεία δείχνουν ότι η κατανάλωση μούρων σχετίζεται με ένα ευρύ φάσμα βιολογικών προσαρμογών σχετικών με τη μείωση του κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, τη βελτίωση των διαταραχών του μεταβολισμού των λιπιδίων καθώς και αντιφλεγμονώδη, αντιυπερτασική, υπογλυκαιμική, αντιπηκτική δράση. Ωστόσο, οι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές έχουν καταλήξει σε αντικρουόμενα αποτελέσματα ενώ η επίδραση της κατανάλωσης μούρων στους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα (ΚΝ) δεν έχει μελετηθεί συστηματικά.

Ποιος ήταν ο σκοπός της μελέτης;

Σε πρόσφατη μετα-ανάλυση, εκτιμήθηκε η επίδραση της κατανάλωσης μούρων στους παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο. Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση στις βάσεις PubMed, Embase και CENTRAL για τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές σχετικά με τις επιπτώσεις της κατανάλωσης μούρων είτε σε υγιείς συμμετέχοντες είτε σε ασθενείς με ΚΝ. Συνολικά βρέθηκαν είκοσι δύο επιλέξιμες τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές με συνολικό δείγμα 1.251 ατόμων.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;

Το συγκεντρωτικό αποτέλεσμα έδειξε ότι η κατανάλωση μούρων μειώνει σημαντικά την LDL-χοληστερόλη [-0,21 mmol / L; Ρ = 0,003], τη συστολική αρτηριακή πίεση (-2,72 mmHg, Ρ = 0.04), τη γλυκόζη νηστείας (-0.10 mmol / L, Ρ = 0.004), το δείκτης μάζας σώματος (BMI) (-0,36 kg / m2, Ρ <0,001), τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) (-0.20%, Ρ = 0.04) καθώς και τον παράγοντα ΤΝF-α (-0,99 pg / mL, Ρ = 0,04). Ωστόσο, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές αλλαγές σε άλλους δείκτες όπως η ολική χοληστερόλη, τα τριγλυκερίδια, οι απολιποπρωτεϊνες apo A-I και apo B, η HDL-χοληστερόλη, η διαστολική πίεση, η ιντερλευκίνη IL-6 ή η C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP).

Τα συμπεράσματα για τους διαιτολόγους

Συμπερασματικά, τα τρέχοντα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση μούρων μπορεί να προστεθεί στο διατροφικό πλάνο ατόμων με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, ως μία εναλλακτική και ασφαλής επιλογή. Είναι σημαντικό να αναλογιστούμε ποια ποσότητα και συχνότητα απαιτείται για να φανούν τα ανωτέρω αποτελέσματα, ενώ θα χρειαστούν περισσότερα επιστημονικά δεδομένα ώστε να αποδοθούν εγκεκριμένα claims για την  επίδρασή τους στους παράγοντες κινδύνου ΚΝ.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Huang, H. et al. Effects of Berries Consumption on Cardiovascular Risk Factors: A Meta-analysis with Trial Sequential Analysis of Randomized Controlled Trials. Sci. Rep. 6, 23625; doi: 10.1038/srep23625 (2016)

Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού
Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, MSc, PhD

H Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού είναι Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, με επιπλέον μεταπτυχιακή εξειδίκευση (M.Sc.) στην κλινική διατροφή και Διδάκτωρ του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Εργάζεται ως επιστημονική συνεργάτιδα του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου σε Ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα ενώ παρέχει και διαιτολογικές υπηρεσίες στο αυτόνομο διαιτολογικό γραφείο στην περιοχή της Καλλιθέας.