Η παχυσαρκία αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημόσια υγεία. Yπολογίζεται ότι πάνω από 200 εκατομμύρια άνδρες και περίπου 300 εκατομμύρια γυναίκες παγκοσμίως αντιμετωπίζουν προβλήματα υπερβάλλοντος σωματικού βάρους. Όπως τονίζεται από όλους τους ειδικούς, η αντιμετώπιση του προβλήματος είναι επιτακτική, καθώς οι επιπλοκές της παχυσαρκίας (π.χ. σακχαρώδης διαβήτης, καρδιαγγειακά νοσήματα, αρθρίτιδα, άπνοια ύπνου, καρκίνος, δυσλιπιδαιμίες κ.λπ.) έχουν μεγάλο κόστος τόσο οικονομικό όσο και ψυχολογικό.
Η πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της παχυσαρκίας περιλαμβάνει την υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών σε συνδυασμό με την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας, έτσι ώστε οι προσλαμβανόμενες θερμίδες να είναι λιγότερες από αυτές που καταναλώνει κάποιος. Όταν η αντιμετώπιση αυτή δεν αρκεί, ο θεράπων ιατρός σε συνεργασία με τον διαιτολόγο μπορεί να θεωρήσει σκόπιμο τον συνδυασμό κάποιου εγκεκριμένου φαρμακευτικού σκευάσματος (π.χ. ορλιστάτη) με τη δίαιτα και την άσκηση. Ωστόσο, σε καταστάσεις νοσογόνου παχυσαρκίας όπου ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ξεπερνά τα 40kg/m2 ή όταν ο ΔΜΣ είναι μεγαλύτερος των 35kg/m2 και συνοδεύεται από επιπλοκές της παχυσαρκίας, η καλύτερη επιλογή ίσως είναι η χειρουργική θεραπεία.
Υπάρχουν πολλές επιλογές ως προς τη χειρουργική προσέγγιση, ωστόσο μία από τις καλύτερες θεωρείται η γαστρική παράκαμψη (Roux-en-Y gastric bypass). Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει το διαχωρισμό του στομάχου σε ένα μικρό κι ένα μεγάλο τμήμα. Το μικρότερο τμήμα, που γεμίζει με μικρή ποσότητα τροφής, ενώνεται με το λεπτό έντερο, έτσι ώστε η τροφή να μην περνά από το υπόλοιπο του στομάχου. Αποτέλεσμα της παράκαμψης είναι η κατανάλωση μικρότερης ποσότητας τροφής και η αλλαγή στην έκκριση ορμονών του πεπτικού συστήματος με αποτέλεσμα τη μείωση της όρεξης.
Η γαστρική παράκαμψη είναι πολύ αποτελεσματική ως προς την απώλεια βάρους με μέσο όρο την απώλεια 60% περίπου του υπερβάλλοντος σωματικού βάρους. Η απώλεια είναι μεγαλύτερη για τα πρώτα 2 χρόνια μετά την επέμβαση και συνεχίζεται με αρκετά μικρότερο ρυθμό τα επόμενα 8-10 έτη. Πέρα από την απώλεια βάρους, η παράκαμψη προκαλεί και μείωση του σωματικού λίπους, μειώνοντας τις περιφέρειες της μέσης και των ισχίων. Ωστόσο, αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης έδειξαν ότι τον πρώτο μήνα μετά την επέμβαση η απώλεια της μυϊκής μάζας είναι μεγαλύτερη από αυτήν της λιπώδους. Aυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, έτσι ώστε ο ασθενής να υποστηρίζεται κατάλληλα διατροφικά για τη διατήρηση της μυϊκής του μάζας.
Εκτός, από τα οφέλη που αναφέρθηκαν παραπάνω, η γαστρική παράκαμψη φαίνεται να ασκεί ευεργετική επίδραση και στα λιπίδια του αίματος, αφού μεγάλο ποσοστό των ατόμων έχει φυσιολογικά επίπεδα ολικής χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων δύο χρόνια μετά την επέμβαση. Επίσης, η υποχώρηση του σακχαρώδους διαβήτη, της υπέρτασης και της άπνοιας ύπνου συγκαταλέγονται στα οφέλη που ακολουθούν τη γαστρική παράκαμψη.
Ας μην ξεχνάμε όμως ότι μπορεί να υπάρχουν και κάποιες ανεπιθύμητες συνέπειες της επέμβασης, όπως ναυτία, έμετος και ανεπάρκειες βιταμινών και ανόργανων στοιχείων. Γι’ αυτό και σε περίπτωση που αντιμετωπίζετε πρόβλημα με το σωματικό σας βάρος, η συνεργασία με έναν εξειδικευμένο χειρουργό κι έναν διαιτολόγο είναι απαραίτητη για να αποφασίσετε ποια είναι η καταλληλότερη λύση για εσάς.