Οι διατροφικές συνήθειες και κατ΄επέκταση η διατροφή που ακολουθεί καθένας από εμάς μπορεί να επηρεαστεί από πολλούς παράγοντες. Ο οικονομικός παράγοντας και το κόστος των τροφίμων, ειδικά στην εποχή που διανύουμε είναι όμως ένας παράγοντας που επηρεάζει σημαντικά τις διατροφικές μας συνήθειες.
Πληθώρα ερευνών έχουν επανειλημμένα δείξει ότι το υψηλό κόστος των υγιεινών τροφίμων (τροφές με υψηλή διατροφική αξία, όπως για παράδειγμα τα φρούτα και τα λαχανικά) αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών.
Η δυσθρεψία είναι συχνό φαινόμενο στα φτωχά νοικοκυριά, που αδυνατούν να αντέξουν το κόστος μιας υγιεινής και ισορροπημένης διατροφής, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης διατροφικών ελλείψεων. Έρευνα του πανεπιστημίου του Τορόντο έδειξε ότι τόσο οι ενήλικες, όσο και οι έφηβοι που ανήκουν σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, τείνουν να ακολουθούν μια διατροφή φτωχή σε βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, φρούτα, λαχανικά, φυτικές ίνες και κρέας. Μια τέτοια διατροφή μπορεί να αυξήσει σημαντικά την πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών νόσων, παχυσαρκίας και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, με συνέπεια να επηρεάζεται αρνητικά η ποιότητα της ζωής τους.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τον RAND, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που εκπονεί έρευνες με σκοπό τη βελτίωση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και διαμόρφωσης πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο, διαπιστώθηκε ότι η μείωση των τιμών των υγιεινών τροφίμων που πωλούνται στα σουπερμάρκετ είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της κατανάλωσης των φρούτων και λαχανικών, ενώ παράλληλα οδηγεί σε μείωση της κατανάλωσης των λιγότερο θρεπτικών τροφίμων (τροφές με χαμηλή θρεπτική αξία όπως π.χ. τα σνακ με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη ή/και αλάτι, τα επεξεργασμένα προϊόντα, τα προπαρασκευασμένα γεύματα και τις τροφές που είναι πλούσιες σε λιπαρά).
Συγκεκριμένα, με μια μείωση της τάξης του 25% στις τιμές των υγιεινών τροφίμων (που περιελάμβανε τα φρούτα και τα λαχανικά, τα προϊόντα ολικής άλεσης και τα γαλακτοκομικά χαμηλών λιπαρών) επήλθε 9,3% αύξηση του λόγου των υγιεινών τροφών προς το σύνολο των αγορασθέντων προϊόντων και μειώθηκε αντίστοιχα κατά 7,2% ο λόγος των τροφών με φτωχή διατροφική αξία προς τον συνολικό αριθμό των αγορών.
Επιπρόσθετα, οι συμμετέχοντες που απάντησαν ότι αύξησαν την κατανάλωση των φρούτων και λαχανικών κατά μισή μερίδα ημερησίως απάντησαν ότι ήταν λιγότερο πιθανό να καταναλώσουν φαστ-φουντ, τρόφιμα πλούσια σε ζάχαρη ή/και αλάτι, επεξεργασμένα προϊόντα κρέατος και τηγανιτά φαγητά. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας αποτελούν μια καλή απόδειξη ότι μια πιθανή μείωση στις τιμές των τροφών με υψηλή διατροφική αξία μπορεί να αποτελέσει ένα καλό κίνητρο για τη βελτίωση της διατροφής και την υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συμπεριφορών, που θα συμβάλλουν στη μείωση εμφάνισης της παχυσαρκίας και των προβλημάτων υγείας που σχετίζονται με αυτή, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα.