Στο πλαίσιο της καταπολέμησης της επιδημίας της, του διαβήτη τύπου 2 και των διαφόρων μεταβολικών διαταραχών, επικρατεί η άποψη από την ιατρική κοινότητα ότι γενετικοί παράγοντες και ο τρόπος ζωής, είναι οι δύο βασικοί παράγοντες που τα προκαλούν. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, στη «μάχη» εναντίον αυτών των καταστάσεων, η πρόσφατη έρευνα ανακάλυψε έναν νέο «ένοχο»: την εντερική χλωρίδα. Σύμφωνα με πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα, η εντερική χλωρίδα φαίνεται να παίζει κάποιο ρόλο στην παχυσαρκία, στην αντίσταση στην ινσουλίνη και στον διαβήτη τύπου 2.
Εντερική μικροχλωρίδα…
Με τον όρο μικροχλωρίδα εννοούμε το σύνολο των μικροοργανισμών που φυσιολογικά εποικούν στον ανθρώπινο μικροοργανισμό. Aυτοί οι μικροοργανισμοί μπορεί να βρίσκονται είτε στην επιφάνεια, είτε στα βαθύτερα στρώματα πολλών ιστών, συμπεριλαμβανομένου του στόματος, του δέρματος, του κόλπου, αλλά και του εντέρου. Η μικροχλωρίδα του εντέρου έχει βρεθεί ότι είναι η πιο πυκνοκατοικημένη, καθώς κι αυτή με την μεγαλύτερη ποικιλία μικροοργανισμών.
Διαφορετικά είδη μικροοργανισμών της μικροχλωρίδας, φαίνεται να λειτουργούν συνεργατικά, προσφέροντας τα οφέλη τους στο ανθρώπινο σώμα. Ειδικοί πιστεύουν ότι μια μεγάλη ποικιλία μικροοργανισμών στο έντερο είναι ευεργετική για την υγεία και ειδικότερα σε καταστάσεις, όπως ο διαβήτης, η παχυσαρκία, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ακόμη και κάποιες μορφές καρκίνου. Η εντερική μικροχλωρίδα είναι ξεχωριστής σημασίας για τη διατήρηση της υγείας μας. Η διατάραξη της ισορροπίας των φυσιολογικών πληθυσμών μπορεί να προκαλέσει μεγάλα «προβλήματα».
Πώς προκύπτει…
Πολλοί παράγοντες είναι υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση της εντερικής μικροχλωρίδας κατά την εξέλιξη και την διάρκεια της ζωής του ανθρώπου. Το έντερο του νεογνού κατά τη γέννηση είναι στείρο μικροοργανισμών. Η η ποικιλία των μικροοργανισμών που θα πρωτο-αναπτυχθούν σε αυτό εξαρτάται ακόμη κι από το είδος του τοκετού. Ο φυσιολογικός τοκετός σε σχέση με την καισαρική φαίνεται να ενισχύει την εντερική μικροχλωρίδα του νεογνού με μεγαλύτερη ποικιλία μικροοργανισμών.
Επίσης, σε βρέφη που θηλάζουν αποκλειστικά απαντάται μεγαλύτερη ποικιλία μικροοργανισμών σε σχέση με τα βρέφη που τρέφονται με υποκατάστατο μητρικού γάλακτος. Επιπλέον, η διατροφή, διάφοροι γενετικοί παράγοντες, η χρήση αντιβιοτικών, ο διαβήτης ακόμη και το περιβάλλον που ζούμε είναι παράγοντες που συμμετέχουν στον τελικό καθορισμό της μικροχλωρίδας κάθε ανθρώπου.
Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι είναι πιθανό να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της εμφάνισης διαβήτη και παχυσαρκίας με την ύπαρξη λιγότερων γενικά αλλά και συγκεκριμένων ειδών βακτηρίων στην μικροχλωρίδα του εντέρου.
Επηρεάζοντας την εντερική μικροχλωρίδα…
Υπάρχουν επιστήμονες που πιστεύουν ότι το να επηρεάσεις την σύσταση/ισορροπία της μικροχλωρίδας του εντέρου μπορεί να αποτελέσει μια νέα θεραπευτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και του διαβήτη τύπου 2. Πρεβιοτικά, προβιοτικά και συμβιοτικά είναι μάλλον οι τρεις βασικοί παράγοντες επηρεασμού της εντερικής μικροχλωρίδας, που επιπρόσθετα συγκεντρώνουν και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον της θεραπευτικής προσέγγισης.
Πρεβιοτικά
Πρόκειται για δυσαπορρόφητα στοιχεία της τροφής, που στοχεύουν στην εκλεκτική ανάπτυξη, αλλά και την αύξηση της δραστικότητας ενός ή περιορισμένου αριθμού μικροβίων στο παχύ έντερο, με απώτερο σκοπό την βελτίωση της υγείας γενικότερα του ανθρώπινου οργανισμού.
Τα πιο γνωτσά πρεβιοτικά είναι η ινουλίνη, οι γαλακτοολιγοσακχαρίτες (G.O.S) και οι φρουκτο – ολιγοσακχαρίτες (F.O.S). Πρόκειται για στοιχεία φρούτων και λαχανικών, που συνήθως ενσωματώνονται σε γαλακτοκομικά προϊόντα, ροφήματα και γλυκά. Καλές πηγές πρεβιοτικών θεωρούνται οι φρουκτο – ολιγοσακχαρίτες από τα κρεμμύδια, στα ραδίκια, στα πράσα, στις μπανάνες, στις ντομάτες και στα σπαράγγια.
Προβιοτικά
Είναι ζωντανά μικρόβια που δρουν ευεργετικά για τον ξενιστή, βελτιώνοντας τη μικροβιακή ισορροπία της εντερικής χλωρίδας. Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτής της κατηγορίας είναι οι λακτοβάκιλλοι, τα bifido – βακτηριοειδή, οι εντερόκκοι και οι στρεπτοκοκκοι που βρίσκονται στο γιαούρτι και σε άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, που υφίστανται ζύμωση. Καλές πηγές προβιοτικών είναι κυρίως το γιαούρτι και το ξινόγαλα.
Συμβιοτικά
Ένα συμβιοτικό προκύπτει όταν ένα προβιοτικό κι ένα πρεβιοτικό συνδυαστούν. Μελέτες δείχνουν ότι η δράση ενός προβιοτικού μπορεί να ενισχυθεί παρουσία επιλεγμένου αριθμού ολιγοσακχαριτών. Η έρευνα στο κομμάτι της εντερικής μικροχλωρίδας έχει ακόμη να μας δώσει πολλά. Ίσως, μάλιστα, να είμαστε κοντά στην «εποχή» που θα μπορούν να σχεδιάζονται εξατομικευμένα διατροφικά πλάνα, που θα συμβάλλουν στην ελαχιστοποίηση ή ακόμη και στην πρόληψη των συμπτωμάτων των χρόνιων νόσων!