«Εδώ και έναν χρόνο επιλέγω σε πολλά καθημερινά είδη, τα βιολογικά. Ο κυριότερος λόγος είναι πως θέλω να εφαρμόζω μια σωστή διατροφή και να προσέχω την υγεία της οικογένειάς μου σε κάθε τι που ετοιμάζω στην κουζίνα μου», λέει με σιγουριά στα «ΝΕΑ» η κ. Κατερίνα Γιαννιού.
«Αποφάσισα να στραφώ σε τέτοιου είδους προϊόντα γιατί καλλιεργούνται χωρίς συντηρητικά, ορμόνες και χημικά και έτσι θωρακίζουν τον οργανισμό μας. Οι τιμές είναι πιο τσιμπημένες, αλλά, εφόσον είμαι σίγουρη ότι αγοράζω κάτι καλύτερο, δεν με πειράζει», συμπληρώνει.
«Ο κόσμος έχει δοκιμάσει τις αυστηρές δίαιτες για λόγους υγείας ή απλά εμφάνισης και είδε ότι στην ουσία δεν έχουν αποτελέσματα, αφού συνήθως πολύ γρήγορα ξαναπαίρνεις τα κιλά που έχασες», λέει στα «ΝΕΑ» ο διαιτολόγος- διατροφολόγος κ. Παρασκευάς Παπαχρήστος. «Έτσι υπάρχει μια τάση να στρέφονται στην υγιεινή διατροφή». Προσθέτει δε πως «η πλειονότητα των πελατών που επισκέπτεται το γραφείο μου ζητά ένα πρόγραμμα υγιεινής διατροφής, με έμφαση στη μεσογειακή».
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων και Διατροφολόγων σε δείγμα 500 ατόμων για τις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων που παρουσιάστηκε τον Δεκέμβριο του 2007, όσο πιο συχνά έχει αποπειραθεί κάποιος να χάσει βάρος σε ινστιτούτα αδυνατίσματος ή μέσω σκευασμάτων τόσο πιο μεγάλη αυξομείωση του βάρους του παρουσιάζει. Παράλληλα, προκύπτει ότι η διατήρηση του βάρους επιτυγχάνεται μόνο με σταδιακή αλλαγή του τρόπου ζωής και, φυσικά, με υγιεινές διατροφικές συνήθειες και όχι με λύσειςπου υπόσχονται εύκολη και γρήγορη απώλεια βάρους.
Αν και τα ευρήματα της έρευνας κάνουν τους διατροφολόγους να υποστηρίζουν πως πρέπει να γίνουν ακόμη αρκετά βήματα για την υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου διατροφής, μεγάλος αριθμός ανθρώπων εμφανίζεται πλέον να γυρίζει την πλάτη στους διάφορους τύπους δίαιτας και να επιλέγει τρόφιμα τα οποία είναι συνδεδεμένα στη συνείδησή του με ευεργετικές συνέπειες στην υγεία του, είτε γιατί είναι εμπλουτισμένα με διάφορα στοιχεία, όπως τα ω-3, είτε γιατί έχουν παραχθεί χωρίς τη χρήση φυτοφαρμάκων. Τη σύνδεση αυτή επιβεβαιώνει και η έρευνα της Focus Βari «Food for Τhought», στην οποία, ήδη από το 2004, το 71% των ερωτηθέντων ταυτίζουν την υγιεινή διατροφή με την επιλογή προϊόντων χωρίς συντηρητικά και χημικά.
Οι πωλήσεις
Η στροφή των Ελλήνων καταναλωτών σε τρόπους υγιεινής διατροφής και σε προϊόντα τα οποία θεωρούν ότι ανταποκρίνονται περισσότερο σε αυτή, όπως για παράδειγμα τα βιολογικά ή τα λειτουργικά τρόφιμα, αποτυπώνεται και στην πορεία των πωλήσεων αυτών των ειδών.
Σύμφωνα με έρευνα της ΙCΑΡ, η συνολική αξία της εγχώριας αγοράς βιολογικών τροφίμων παρουσίασε αύξηση της τάξης του 30% το 2006 σε σχέση με το 2005. Το ενδιαφέρον του κοινού επιβεβαιώνει και ο γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Βιοκαλλιεργητών Ελλάδος κ. Γεράσιμος Καραντινός, ο οποίος δηλώνει ότι «τα βιολογικά προϊόντα κινούνται αρκετά καλά, υπάρχει ζήτηση, παρ΄ όλο που δεν έχουμε φτάσει ακόμη τα επίπεδα των ευρωπαϊκών χωρών, αλλά οι πωλήσεις τους αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο». Συμπληρώνει δε ότι «αρκεί να σας πω, ότι σε μεγάλη αλυσίδα σούπερ μάρκετ οι πωλήσεις των βιολογικών τροφίμων αυξάνονται κατά 30% κάθε χρόνο».
Αλήθειες και ψέματα για τα βιολογικά
«ΤΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ προϊόντα ακούγονται καλύτερα από τα συμβατικά. Και εγώ τα συνιστώ αλλά με μια επιφύλαξη, να είναι τυποποιημένα ώστε να είμαι σίγουρος ότι έχουν περάσει από ελέγχους», λέει στα «ΝΕΑ» ο διαιτολόγος - διατροφολόγος κ. Παρασκευάς Παπαχρήστος. Η βασική διαφορά των προϊόντων αυτών από τα συμβατικά, εκτός φυσικά από την καλλιέργειά τους χωρίς φυτοφάρμακα, είναι ότι έχουν μικρότερη περιεκτικότητα σε νερό με αποτέλεσμα να εμπεριέχουν μεγαλύτερες ποσότητες των θρεπτικών συστατικών που χαρακτηρίζουν γενικά το κάθε είδος τροφίμου. Για παράδειγμα οι πατάτες και τα λαχανικά που είναι αποτέλεσμα βιολογικής γεωργίας έχουν περισσότερη βιταμίνη C από αυτά της συμβατικής σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει.
Τα λειτουργικά τρόφιμα
ΤΑ ΛΕΓΟΜΕΝΑ λειτουργικά τρόφιμα, όπως μαργαρίνες με φυτικές στερόλες, γιαούρτια με προβιοτικά, γάλατα εμπλουτισμένα με ασβέστιο, προσελκύουν ολοένα και μεγαλύτερη μερίδα των καταναλωτών, οι οποίοι μέσω αυτών προσπαθούν να αντιμετωπίσουν κάποια χρόνια νοσήματα, όπως για παράδειγμα η χοληστερίνη ή απλά κάποιες ανάγκες του οργανισμού, από τη φυσιολογική λειτουργία του εντέρου μέχρι την έλλειψη σιδήρου. Η κ. Γιαννιού αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «αν παρουσιάσω κάποιο τέτοιο μικρό πρόβλημα υγείας, όπως για παράδειγμα χοληστερίνη, η πρώτη μου κίνηση θα είναι να στραφώ στα λειτουργικά τρόφιμα για να το αντιμετωπίσω».
Η Ελαΐς που διανέμει το Βecel proactiv αναφέρει χαρακτηριστικά στον απολογισμό ότι οι πωλήσεις της σε αξία παρουσίασαν αύξηση της τάξης περίπου του 4,5% το 2006 σε σχέση με το 2005, κυρίως λόγω της στροφής των αγοραστών προς το Βecel proactiv.
Όπως επισημαίνει και ο κ. Παπαχρήστος, «η διαρκής εμφάνιση νέων λειτουργικών τροφίμων στα ράφια είναι απόδειξη του ενδιαφέροντος των καταναλωτών για αυτά. Οι εταιρείες φέρνουν διαρκώς τέτοια προϊόντα ακριβώς επειδή υπάρχει τάση».