Τα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας ολοένα και αυξάνονται τόσο παγκοσμίως, όσο και στην Ελλάδα και τα αίτια είναι πολλαπλά. Η αυξητική αυτή τάση φαίνεται να βαδίζει παράλληλα με μια εξίσου αυξητική τάση στις μερίδες φαγητού που σερβίρονται πλέον στα παιδιά.
Πώς συνδέεται η παιδική παχυσαρκία με το μέγεθος της μερίδας;
Επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι οι μερίδες εστιατορίου έχουν αυξηθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες, ειδικά στα εστιατόρια τύπου fast food, με την αύξηση αυτή να αγγίζει σε ορισμένες περιπτώσεις και το 500%! Την ίδια στιγμή, η ποσότητα του φαγητού που προσφέρεται στα εστιατόρια μπορεί να ξεπερνάει τις συνιστώμενες ημερήσιες ποσότητες κατά 2-8 φορές, ενώ η αυξητική τάση στις μερίδες φαίνεται να έχει επηρεάσει και το οικογενειακό τραπέζι. Επιπλέον, από μελέτες έχει φανεί ότι τα παιδιά (τουλάχιστον άνω των 2 ετών) καταναλώνουν από 25%-30% περισσότερο φαγητό, όταν τους σερβίρουμε μεγαλύτερες ποσότητες. Έτσι, η αυξημένη ποσότητα φαγητού οδηγεί με τη σειρά της στην αυξημένη πρόσληψη ενέργειας, την οποία τα παιδιά δεν είναι ικανά να εξισορροπήσουν στο υπόλοιπο της ημέρας, με τελικό αποτέλεσμα την αύξηση του βάρους τους.
Ποιο είναι το σωστό μέγεθος μερίδας για τα παιδιά;
Η κατάλληλη ποσότητα φαγητού για τα παιδιά διαφέρει σημαντικά ανάλογα με την ηλικία. Σε γενικές γραμμές, όσο μικρότερη είναι η ηλικία του παιδιού, τόσο μικρότερη ποσότητα από κάθε τρόφιμο του αντιστοιχεί. Για παράδειγμα, η μερίδα των γαλακτοκομικών για παιδιά 3-5 ετών είναι ½ με ¾ του φλιτζανιού γάλα (με τη συνολική πρόσληψη να φτάνει τα 2 φλιτζάνια την ημέρα) ενώ για παιδιά 6-12 ετών η μερίδα για το γάλα αντιστοιχεί σε 1 φλιτζάνι (με τη συνιστώμενη ημερήσια ποσότητα να ανέρχεται στα 3 φλιτζάνια την ημέρα). Στην περίπτωση του κρέατος, μία μερίδα ισούται με 60-90γρ κρέας. Όμως ενώ τα παιδιά 3-5 ετών υπολογίζεται ότι πρέπει να καταναλώνουν μία τέτοια μερίδα ημερησίως, σε παιδιά 6-12 ετών αντιστοιχούν 2 μερίδες. Φυσικά, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι ημερήσιες ανάγκες ενός παιδιού επηρεάζονται από πολλούς ακόμα παράγοντες, όπως η σωματική διάπλαση, το φύλο και η φυσική δραστηριότητα και έτσι δεν υπάρχει χρυσός κανόνας για το πόσο πρέπει να τρώει ένα παιδί.
Πώς μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά να τρώνε κατάλληλες για την ηλικία τους ποσότητες;
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι μητέρες (οι οποίες και ασχολούνται κατεξοχήν με το σερβίρισμα του φαγητού) συχνά δεν κατανοούν την μερίδα που αντιστοιχεί στο παιδί τους. Παρακάτω ακολουθούν μερικές απλές συμβουλές, ώστε να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά να τρώνε κατάλληλες για την ηλικία τους ποσότητες.
- Μαθαίνουμε τα παιδιά να τρώνε σύμφωνα με το αίσθημα του κορεσμού και της πληρότητας: τα καθοδηγούμε ώστε να τρώνε μέχρις ότου χορτάσουν και να σταματάνε προτού καταναλώσουν υπερβολική ποσότητα φαγητού. Για τον ίδιο λόγο, τα ενθαρρύνουμε να τρώνε αργά, ώστε τα σήματα του κορεσμού να φτάσουν εγκαίρως στον εγκέφαλο και να σηματοδοτήσουν το τέλος του γεύματος.
- Δεν πιέζουμε το παιδί να «φάει όλο του το φαγητό». Ο καταναγκασμός αυτός οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια είτε στην υπερκατανάλωση, είτε στην απέχθεια για το τρόφιμο που του επιβάλλεται. Επίσης, είναι καλό να αποφεύγουμε εκφράσεις όπως «η τελευταία μπουκιά είναι η δύναμή σου» προκειμένου να το κάνουμε να αδειάσει το πιάτο του.
- Δεν χρησιμοποιούμε εκφράσεις επιβράβευσης που σχετίζονται με την ποσότητα του φαγητού που καταναλώνει το παιδί. Έχει φανεί ότι η επιβράβευση αυτή οδηγεί σε αυξημένη κατανάλωση φαγητού. Αντί λοιπόν να το επιβραβεύουμε που άδειασε το πιάτο του ή να το συγκρίνουμε με τα αδέλφια του που τρώνε όλο τους το φαγητό, είναι προτιμότερο να το ρωτάμε εάν χόρτασε ή μήπως θα ήθελε λίγο ακόμα.
- Αφήνουμε τα παιδιά να σερβιριστούν μόνα τους εφόσον μπορούν. Τα παιδιά είναι ίσως καλύτεροι κριτές της ποσότητας του φαγητού που χρειάζονται από εμάς. Εξάλλου, με τον τρόπο αυτό τους δίνουμε την ικανοποίηση ότι τα καταφέρνουν και μόνα τους!
- Δεν γεμίζουμε εξαρχής το πιάτο, αλλά σερβίρουμε μια σχετικά μικρή ποσότητα και λέμε στο παιδί ότι μπορεί να προσθέσει στη συνέχεια κι άλλο, αν πεινάει. Έτσι, το παιδί δεν τρώει βάσει αυτού που του προσφέρεται, αλλά βάσει του αισθήματος της πείνας.
- Μαθαίνουμε να μετράμε την ποσότητα του φαγητού που του σερβίρουμε. Έτσι, χρησιμοποιούμε ως μέγεθος σερβιρίσματος την κουταλιά της σούπας για να μετρήσουμε το λάδι που βάζουμε στο φαγητό, το φλιτζάνι για να μετρήσουμε το κυρίως φαγητό και τη σαλάτα, το μέγεθος του σπιρτόκουτου για να υπολογίσουμε το τυρί και την εσωτερικό της παλάμης για το κρέας.
- Ιδίως για τα μικρά παιδιά, χρησιμοποιούμε μικρότερα σκεύη από αυτά που χρησιμοποιούμε για εμάς.
- Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι γονείς αποτελούν τα βασικότερα πρότυπα για τις διατροφικές συνήθειες του παιδιού. Πρέπει να προσπαθούμε να εμπνεύσουμε σωστές διατροφικές συνήθειες στα παιδιά, μέσα από το δικό μας παράδειγμα.