Όλο και περισσότερες νεαρές γυναίκες ασχολούνται στις μέρες μας με τον αθλητισμό, γεγονός ιδιαίτερα θετικό δεδομένου του μακροχρόνιου οφέλους που προσφέρει η συστηματική άσκηση στην υγεία και την ψυχολογία των γυναικών. Παράλληλα, όμως, η αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στα σπορ έχει αυξήσει και την εμφάνιση του «τριαδικού συνδρόμου της αθλήτριας», μια κατάσταση που συνδυάζει:
- διαταραχές της εμμήνου ρύσεως
- μειωμένη ενεργειακή διαθεσιμότητα
- μειωμένη οστική μάζα
Τι είναι η γυναικεία αθλητική τριάδα;
Η γυναικεία αθλητική τριάδα ή όπως είναι γνωστό παγκόσμια, «the female athlete triad», επηρεάζει πολλές γυναίκες και κορίτσια που ασχολούνται εντατικά με τον αθλητισμό. Ονομάζεται τριάδα, επειδή περιέχει τα συμπτώματα τριών «ασθενειών», διατροφικής αναταραχής (disordered eating), αμηνόρροια (amenorrhea) και οστεοπόρωσης (osteoporosis). Αν δεν ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτών των συμπτωμάτων τότε αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αμετάκλητο χάσιμο κοκάλου (bone loss) μέχρι ακόμα και θάνατο. Οι γονείς, φίλοι και προπονητές των αθλητριών πρέπει να είναι γνώριμοι με τα συμπτώματα αυτής της τριάδας αφού η γρήγορη αντιμετώπιση είναι το κλειδί για την θεραπεία.
Η διατροφική αναταραχή μπορεί να είναι είτε ανορεξικές τάσεις είτε βουλιμικές με συχνές περιόδους έμμεσης. Κατ΄ ακρίβειαν, ανάμεσα στις γυναίκες αθλήτριες το 15 με 62% πάσχει από κάποια διατροφική αναταραχή.
Αθλητική αμηνόρροια
Αμηνόρροια είναι η κατάσταση στην οποία διακόπτεται ο περιοδικός κύκλος. Επίσης υπάρχει η αραιομηνόρροια στην οποία η συχνότητα του αμηνορριακού κύκλου είναι κάθε 39 με 90 μέρες και η ακύκλικη αμηνόρροια που η συχνότητα ξεπερνά τις 90 μέρες. Στις πλείστες περιπτώσεις όμως, η αμηνόρροια ορίζεται όταν δεν υπάρχει περιοδικός κύκλος για 3 με 6 μήνες. Σύμφωνα με διάφορες μελέτες, ένα 5% του γυναικείου αθλητισμού έχει αμηνόρροια. Μια μελέτη μάλιστα έδειξε πως οι αθλήτριες στίβου και κολύμβησης είχαν καθυστέρηση στην έναρξη της εμμήνου ρήσης αφού ξεκίνησαν στα 15 χρόνια ενώ οι μη αθλήτριες ξεκίνησαν στα 12 χρόνια. Συνήθως η έναρξη της εμμήνου ρήσης ξεκινά στα 10 με 11 χρόνια και ολοκληρώνεται στα 15 χρόνια όπου λογικά σταθεροποιείται ο κύκλος. Οι παράγοντες όμως που συμβάλουν σε αυτό είναι η κληρονομικότητα, η διατροφή και η άσκηση. Αν η διατροφή της αθλήτριας είναι ελλιπής σε ενέργεια και θρεπτικές ουσίες και αν η προπόνηση είναι αρκετά σκληρή τότε πιθανόν αυτό να οδηγήσει σε αμηνόρροια. Επίσης, αν το λίπος της αθλήτριας είναι πολύ χαμηλό (κάτω από 12 με 13%) τότε πολύ πιθανόν να υπάρχει αμηνόρροια.
Η χρόνια αθλητική αμηνόρροια προέρχεται από δραματική μείωση των οιστρογόνων και αυτό μπορεί να έχει τεράστιες επιπτώσεις στο σκελετικό σύστημα της αθλήτριας σε σημείο μάλιστα που να την κάνει πιο επιρρεπή σε κατάγματα. Η μείωση των οιστρογόνων μειώνει την απορρόφηση του ασβεστίου που είναι απαραίτητο για την οικοδόμηση και διατήρηση των οστών και αυτό μπορεί να φέρει αρνητικές μελλοντικές επιπτώσεις.
Συνήθως, όταν υπάρχουν τα πρώτα δυο και η διατροφή είναι ελλιπείς σε θρεπτικές ουσίες, βιταμίνες και μέταλλα ενώ η προπόνηση είναι αρκετά εντατική τότε μπορεί να οδηγήσει και στην οστεοπόρωση. Η οστεοπόρωση εμφανίζεται συχνά στις αθλήτριες με αμηνόρροια αφού υπάρχει μια σημαντική μείωση της μάζας του κοκάλου.
Πώς μπορούμε να το αναγνωρίσουμε ώστε να το προλάβουμε εγκαίρως;
Διαταραχές της εμμήνου ρύσεως
Ξεκινώντας από την πρώτη παράμετρο του τριαδικού συνδρόμου, οι διαταραχές στην έμμηνο ρύση είναι αρκετά συχνές σε αθλήτριες, ιδιαίτερα σε αθλήματα που σχετίζονται με την καλαισθησία και το αδύνατο σώμα, αγγίζοντας σε ποσοστό έως και το 69%. Η πιο συχνή εμμηνορροϊκή διαταραχή είναι η αμηνόρροια, δηλαδή η έλλειψη εμμήνου ρύσεως για τουλάχιστον 3 μήνες. Η πρωτοπαθής αμηνόρροια χαρακτηρίζει την καθυστέρηση της εμμηναρχής ενώ η δευτεροπαθής την απώλεια του καταμήνιου κύκλου, εφόσον έχει παρέλθει η εμμηναρχή. Άλλες διαταραχές περιλαμβάνουν την ολιγομηνόρροια, την ανωορρηξία και άλλα.
Οι διαταραχές αυτές στις αθλήτριες οφείλονται συνηθέστερα στην τροποποίηση του ρυθμού και των επιπέδων έκκρισης διαφόρων ορμονών, όπως τα οιστρογόνα και οι γοναδοτροπίνες, ως αποτέλεσμα της πολύ έντονης άσκησης και των χαμηλών επιπέδων λίπους του οργανισμού. Προβλήματα που μπορεί να προκύψουν από τα χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων είναι η υπογονιμότητα, η ενδοθηλιακή δυσλειτουργία που σχετίζεται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, καθώς και η χαμηλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Περιορισμένη ενεργειακή διαθεσιμότητα
Το δεύτερο χαρακτηριστικό του τριαδικού συνδρόμου είναι η περιορισμένη ενεργειακή διαθεσιμότητα στις αθλήτριες. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε κάποια διατροφική διαταραχή ή σε ένα διαταραγμένο διατροφικό πρότυπο, που σύμφωνα με μελέτες, χαρακτηρίζει έως και το 70% των ελίτ αθλητών και αθλητριών σε αθλήματα που επηρεάζονται από το βάρος του διαγωνιζόμενου.
Από την άλλη πλευρά, η ανεπαρκής ενεργειακή πρόσληψη μπορεί να είναι αποτέλεσμα της αδυναμίας τους να καλύψουν τις διατροφικές τους ανάγκες είτε λόγω έλλειψης σχετικών γνώσεων είτε λόγω του απαιτητικού τους ωραρίου προπονήσεων. Οι αθλήτριες βρίσκονται συχνά σε κίνδυνο ανάπτυξης διατροφικών διαταραχών λόγω της πίεσης που δέχονται να διατηρήσουν ένα χαμηλό σωματικό βάρος σε συνδυασμό με ανεπαρκή καθοδήγηση σχετικά με τις διατροφικές τους ανάγκες και τις ορθές πρακτικές ρύθμισης βάρους. Ως αποτέλεσμα της ανεπαρκούς διατροφής, προκύπτουν διατροφικές ανεπάρκειες σε θρεπτικά συστατικά, που επηρεάζουν καθοριστικά την ικανότητα του οργανισμού να συνθέσει οστά και μυς, να επιδιορθώσει ιστούς που υφίστανται βλάβες από την έντονη γυμναστική, καθώς και να αναρρώσει από πιθανά τραύματα.
Οι διατροφικές διαταραχές συσχετίζονται επίσης με ψυχολογικές συνέπειες, όπως κατάθλιψη, χαμηλή αυτό-εκτίμηση και αγχώδεις διαταραχές. Γενικότερα, αμηνόρροια και διαταραγμένα διατροφικά πρότυπα αναγνωρίζονται συχνότερα σε αθλήματα όπως η καλλισθενική γυμναστική, το μπαλέτο, το τρέξιμο και το καλλιτεχνικό πατινάζ, που απαιτούν χαμηλό βάρος, αισθητική και αντοχή.
Μειωμένη οστική μάζα
Το τρίτο σκέλος του τριαδικού συνδρόμου, δηλαδή η φτωχή οστική υγεία, συσχετίζεται άμεσα με το πρώτο, τη διαταραχή της εμμήνου ρύσεως. Πιο συγκεκριμένα, διαταραχές των οιστρογόνων επηρεάζουν σημαντικά την οστική πυκνότητα. Συνεπώς, εάν οι διαταραχές αυτές συμβαίνουν σε ηλικίες σημαντικές για την οστική ανάπτυξη, όπως μεταξύ των 11 και 26 ετών στις γυναίκες, μπορούν να οδηγήσουν σε χαμηλή οστική μάζα και πυκνότητα, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο για κατάγματα. Όντως, οι αμηνορροϊκές αθλήτριες φαίνεται ότι έχουν έως και 20% χαμηλότερη οστική πυκνότητα από τις αθλήτριες με φυσιολογική έμμηνο ρύση, λόγω των χαμηλών επιπέδων οιστρογόνων.
Ποια είναι η μέθοδος αντιμετώπισης;
Εφόσον διαγνωσθεί, η βέλτιστη μέθοδος αντιμετώπισης του συνδρόμου δεν έχει ακόμα καθορισθεί. Σίγουρα απαιτείται διεπιστημονική προσέγγιση, με υποστήριξη από αθλίατρο, διατροφολόγο, ψυχολόγο ή ψυχίατρο, τον προπονητή καθώς και την οικογένεια της αθλήτριας. Η καλύτερη προσέγγιση, όμως, είναι η πρόληψη και η έγκαιρη διάγνωση. Σε όλες τις αθλήτριες θα πρέπει να εφαρμόζονται συχνά αξιολογήσεις για την αναγνώριση σημείων και συμπτωμάτων που μπορεί παραπέμπουν σε κάποια από τις τρεις παραμέτρους του συνδρόμου.
Εάν μια αθλήτρια χαρακτηρίζεται από μια παράμετρο, θα πρέπει να αξιολογείται και για τις άλλες δύο. Οι γιατροί που παρακολουθούν τις αθλήτριες θα πρέπει να ελέγχουν τακτικά για χαρακτηριστικά όπως μειωμένη απόδοση, αλλαγές στη διάθεση, σημαντική απώλεια βάρους και συχνούς τραυματισμούς. Οι επαγγελματίες υγείας και οι προπονητές θα πρέπει να είναι υπεύθυνοι για την εκπαίδευση των αθλητριών σχετικά με την βέλτιστη διατροφική πρόσληψη και οστική υγεία.
Συνοψίζοντας, το «τριαδικό σύνδρομο της αθλήτριας» είναι μια κατάσταση που επηρεάζει ένα σημαντικό αριθμό νεαρών γυναικών. Η πρόληψη, έγκαιρη αναγνώριση και διεπιστημονική αντιμετώπισή του πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα των επαγγελματιών υγείας και των προπονητών που εμπλέκονται στις ζωές των αθλητριών.
Αθλητική τριάδα και θρεπτικά συστατικά
Αν κάποια αθλήτρια έχει αμηνόρροια τότε καλά θα ήταν να προσέξει την διατροφή της και να τρώει φαγητά πλούσια σε ασβέστιο. Οι συστάσεις για αυτήν την περίπτωση είναι πιο ψηλές από ότι συνήθως και κυμαίνονται από 1500 με 2500 mg ημηρεσίως. Άλλα σημαντικά θρεπτικά συστατικά είναι το μαγνήσιο (βοηθά στην απορρόφηση του ασβεστίου, η Βιταμίνη D, το βόριο, ο ψευδάργυρος, ο χαλκός, το μαγγάνιο και το φθόριο.