Δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες; Ή δίαιτα χαμηλή σε λίπος; Ή μήπως τελικά δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία;
Αυτά τα βασικά ερωτήματα μπορεί να απασχολούν τους συνάδελφους διαιτολόγους στην καθημερινή τους πράξη στην επαφή με τους πελάτες, αλλά και την επιστημονική κοινότητα, η οποία ψάχνει την ιδανική φόρμουλα για μείωση της θνησιμότητας από ασθένειες άρρηκτα συνδεδεμένες με τη διατροφή.
Για το λόγο αυτό οι ερευνητές, θέλησαν να εξετάσουν την επίδραση της δίαιτας χαμηλής σε υδατάνθρακες και δίαιτας χαμηλής σε λίπος στη συνολική θνησιμότητα, θνησιμότητα από καρδιαγγειακά νοσήματα και θνησιμότητα από καρκίνο (αποτελούν τις δύο πιο συχνές αιτίες θανάτου στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες). Επίσης, προχώρησαν και ένα βήμα παραπέρα, αξιολογώντας την ποιότητα των υδατανθράκων και λίπους σε διατροφικά σχήματα χαμηλών υδατανθράκων και λίπους.
Πώς σχεδιάστηκε η μελέτη;
Οι ερευνητές αξιολόγησαν δεδομένα από τη μελέτη National Health and Nutrition Examination Survey (NHANES), μια μεγάλη προοπτική μελέτη που αξιολογεί τη διατροφή και την υγεία πολιτών στις Η.Π.Α. από το 1999. Δεδομένα για τη διατροφή στη μελέτη αυτή συλλέγονται με ανακλήσεις 24ώρου. Συνολικά, δεδομένα από 37.233 συμμετέχοντες περιελήφθησαν σε αυτή την ανάλυση.
Οι ερευνητές δημιούργησαν έξι συνολικά σκορ με βάση τα διατροφικά δεδομένα που είχαν:
- Σκορ δίαιτας χαμηλής σε υδατάνθρακες
- Σκορ κακής ποιότητας δίαιτας χαμηλής σε υδατάνθρακες
- Σκορ καλής ποιότητας δίαιτας χαμηλής σε υδατάνθρακες
- Σκορ δίαιτας χαμηλής σε λίπος
- Σκορ κακής ποιότητας δίαιτας χαμηλής σε λίπος
- Σκορ καλής ποιότητας δίαιτας χαμηλής σε λίπος
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε πεμπτημόρια για κάθε ένα από τα παραπάνω σκορ, σύμφωνα με τον υπολογισμό της % ενεργειακής πρόσληψης σε λίπος, πρωτεΐνες και υδατάνθρακες (και ποιότητα αυτών).
«Κακής» ποιότητας χαρακτηρίστηκε ένα μοντέλο διατροφής υψηλό σε πρόσθετα σάκχαρα, ζωική πρωτεΐνη και κορεσμένα λιπαρά, ενώ «καλής» ποιότητας ένα μοντέλο που περιείχε υψηλά ποσά σύνθετων υδατανθράκων και φυτικών ινών, φυτικής πρωτεΐνης και ακόρεστων λιπαρών.
Για το λίπος και την πρωτεΐνη, οι συμμετέχοντες με την υψηλότερη % πρόσληψη έπαιρναν 10 βαθμούς και αυτοί με τη χαμηλότερη πρόσληψη 0.
Αντιθέτως, η υψηλότερη πρόσληψη υδατανθράκων έπαιρνε 0 και με η χαμηλότερη 10. Με αυτό τον τρόπο, όσο πιο κοντά στο συνολικό σκορ 30 η διατροφή, τόσο πιο κοντά στο μοντέλο δίαιτας χαμηλών υδατανθράκων και όσο πιο κοντά στο 0, τόσο πιο κοντά στο μοντέλο δίαιτας χαμηλής σε λίπος.
Στατιστικά μοντέλα για την αξιολόγηση του κινδύνου θνησιμότητας σε σχέση με τα παραπάνω αναφερόμενα σκορ περιείχαν αρκετούς γνωστούς συγχυτικούς παράγοντες, όπως η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, το εισόδημα και η παρουσία άλλων ασθενειών.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;
Τα μοντέλα διατροφής χαμηλών υδατανθράκων και χαμηλού λίπους δε σχετίστηκαν με θνησιμότητα, επιβεβαιώνοντας και παλαιότερες μελέτες που έδειξαν ότι δεν υπερέχει ο περιορισμός του ενός μακροθρεπτικού συστατικού έναντι του άλλου.
Το σημαντικό εύρημα ήταν σχετικά με την ποιότητα υδατανθράκων και λίπους στα σχήματα αυτά:
- Δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες αλλά κακής ποιότητας σχετίστηκε με 7% αυξημένη ολική θνησιμότητα. Όσο χαμηλότερη η ποιότητα, τόσο αυξανόταν ο κίνδυνος. Μάλιστα, η συσχέτιση φαινόταν να είναι πιο δυνατή στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες.
- Δίαιτα χαμηλή σε υδατάνθρακες αλλά καλής ποιότητας σχετίστηκε με 9% μειωμένη ολική θνησιμότητα. Αντίστοιχα, όσο περισσότερο αυξανόταν η ποιότητα, τόσο μειωνόταν ο κίνδυνος.
Παρομοίως,
- Δίαιτα χαμηλή σε λίπος αλλά κακής ποιότητας σχετίστηκε με 6% αυξημένη ολική θνησιμότητα
- Δίαιτα χαμηλή σε λίπος αλλά καλής ποιότητας σχετίστηκε με 11% μειωμένη θνησιμότητα.
Παρόμοια είναι τα αποτελέσματα των παραπάνω «μοντέλων» για θνησιμότητα από καρκίνο, ενώ ενδιαφέρον προκαλεί ότι δεν παρουσιάζονται αποτελέσματα για τα καρδιαγγειακά νοσήματα (υπάρχει πρόσθετο ηλεκτρονικό αρχείο το οποίο όμως δεν είναι προς το παρόν διαθέσιμο).
Σημειώνεται ότι αξιολογήθηκαν μόνο τα ποσοστά μακροθρεπτικών συστατικών και όχι τα μικροθρεπτικά συστατικά ή οι πηγές τροφίμων. Οι παράγοντες αυτοί, ενδεχομένως να επηρέασαν τα αποτελέσματα.
Τι μήνυμα να κρατήσουμε από αυτή τη μελέτη;
Ένα πρόγραμμα διατροφής με περιορισμό στους υδατάνθρακες ή το λίπος δε φαίνεται να αυξάνει ή να μειώνει τη θνησιμότητα. Αντιθέτως, η ποιότητα των μακροθρεπτικών συστατικών μπορεί να συμβάλει σε σηματικό βαθμό προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Επομένως, σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, μπορούμε να εστιάσουμε στην ποιότητα ενός προγράμματος διατροφής – χαμηλό σε κορεσμένα λιπαρά, πρόσθετα σάκχαρα και ζωική πρωτεΐνη, υψηλό σε ακόρεστα λιπαρά, φυτικές ίνες και φυτικές πρωτεϊνες – ανεξάρτητα από το ποσοστά συνολικών υδατανθράκων, λίπους και πρωτεϊνών.