Όλοι οι επαγγελματίες υγείας που ασχολούνται με την απώλεια σωματικού βάρους (ΣΒ) γνωρίζουν ότι, παρόλη την αρχική απώλεια βάρους που επιτυγχάνεται με τη χρήση συμπεριφορικών τεχνικών απώλειας βάρους, η μακρόχρονη διατήρηση της απώλειας αυτής φαίνεται να αποτελεί πρόκληση για το μεγαλύτερο ποσοστό των διαιτώμενων. Στοιχεία από τις Η.Π.Α. δείχνουν ότι σε βάθος ενός έτους απώλεια ΣΒ 5% διατηρεί το 37%, ενώ απώλεια ΣΒ 10% μόλις το 17% των ατόμων που έχουν χάσει βάρος επιτυχώς. Τα άτομα αυτά φαίνεται να ακολουθούν υποθερμιδικές δίαιτες και να ασκούνται τακτικά, σε αντίθεση με τα άτομα που δεν καταφέρνουν να διατηρήσουν την απώλεια. Μέχρι στιγμής, και παρόλη τη συντονισμένη προσπάθεια των οργανισμών υγείας, δε φαίνεται να έχει βρεθεί μέθοδος που να επιτυγχάνει την πολυπόθητη διατήρηση.
Πώς το στρες επηρεάζει τη διατροφή και το σωματικό βάρος;
Από την άλλη πλευρά, το χρόνιο και οξύ στρες φαίνεται να συνδέεται με την κατανάλωση τροφών πλούσιων σε ζάχαρη ή/ και λιπαρά, μία κατάσταση που αναφέρεται συχνά ως «emotional eating» (ή «συναισθηματική κατανάλωση τροφής»). Η συνήθεια αυτή φαίνεται ότι αυξάνει την έκκριση ντοπαμίνης ενισχύοντας έτσι το αίσθημα επιβράβευσης. Μάλιστα, έχει φανεί ότι τα άτομα που καταναλώνουν δίαιτες πλούσιες σε λίπος και ζάχαρη δείχνουν προσαρμογές αντίστοιχες με τα άτομα που κάνουν χρήση ναρκωτικών. Προγράμματα για την επίδραση της διαχείρισης του στρες στην απώλεια βάρους δεν έχουν εφαρμοστεί ευρέως, ωστόσο από τον περιορισμένο αριθμό μελετών που υπάρχουν φαίνεται να είναι αποτελεσματικά στην απώλεια ΣΒ. Η μέθοδος που έχει αναπτυχθεί και χρησιμοποιείται ονομάζεται «Emotional Brain Training (EBT) program» και προωθεί την συνειδητότητα και τη βελτίωση στις συμπεριφορές του τρόπου ζωής ενώ επικεντρώνεται σε γνωσιακές και συναισθηματικές τεχνικές διαχείρισης στρες.
Συγκρίνοντας ένα συμπεριφορικό πρόγραμμα απώλειας βάρους με ένα πρόγραμμα διαχείρισης στρες
Η παρούσα μελέτη στόχο είχε να συγκρίνει ένα συμπεριφορικό πρόγραμμα (ΣΠ) απώλειας βάρους με ένα πρόγραμμα διαχείρισης στρες (ΠΔΣ) για τη διαχείριση της απώλειας βάρους, της αρτηριακής πίεσης (ΑΠ), των συμπτωμάτων της κατάθλιψης, του αντιλαμβανόμενου στρες, της διατροφής και της άσκησης. Για το σκοπό αυτό 49 εθελοντές ηλικίας 25-55 ετών με Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) >28 και <45 kg/m2 διαχωρίστηκαν σε δύο ομάδες παρέμβασης, την ομάδα που θα ακολουθούσε το ΣΠ και την ομάδα που θα ακολουθούσε το ΠΔΣ για διάστημα 20 εβδομάδων.
Τι έδειξαν τα αποτελέματα της μελέτης;
Από τα αποτελέσματα φάνηκε ότι η ομάδα που ακολουθούσε το ΣΠ είχε μεγαλύτερη βελτίωση στο ΔΜΣ σε σχέση με την ομάδα που ακολουθούσε το ΠΔΣ, τόσο στις 10 όσο και στις 20 εβδομάδες.
- Στη 10η εβδομάδα, και οι δύο παρεμβάσεις είχαν βελτιώσει το ΔΜΣ (13% της ομάδας ΠΔΣ και 26% της ομάδας ΣΠ είχαν χάσει >5% του αρχικού ΣΒ), τη συστολική ΑΠ, τα συμπτώματα της κατάθλιψης και το αντιλαμβανόμενο στρες, ενώ η ομάδα που ακολουθούσε το ΣΠ βελτίωσε και τη διαστολική ΑΠ.
- Στην 20η εβδομάδα, η ομάδα που ακολουθούσε το ΠΔΣ είχε βελτίωση στο ΔΜΣ (13% της ομάδας ΠΔΣ είχαν χάσει >5% του αρχικού ΣΒ), τη συστολική ΑΠ, τα συμπτώματα της κατάθλιψης και το αντιλαμβανόμενο στρες ενώ η ομάδα που ακολουθούσε το ΣΠ διατήρησε τη βελτίωση μόνο για το ΔΜΣ (41% της ομάδας ΣΠ είχαν χάσει >5% του αρχικού ΣΒ), και τα συμπτώματα της κατάθλιψης.
Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας, από την παρούσα μελέτη φαίνεται ότι παρόλο που το ΣΠ κατέληξε σε μεγαλύτερη απώλεια ΣΒ σε σχέση με το ΠΔΣ, το ΠΔΣ κατέληξε σε βελτιώσεις που διατηρήθηκαν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στο στρες, τα συμπτώματα της κατάθλιψης και τη συστολική ΑΠ. Από ότι φαίνεται ένας συνδυασμός των δύο προγραμμάτων θα μπορούσε να έχει το μεγαλύτερο όφελος τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα στην απώλεια ΣΒ αλλά και σε άλλους δείκτες υγείας και ποιότητας ζωής. Συμπερασματικά, οι επιστήμονες υγείας θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την επίδραση του στρες στις τροφικές επιλογές αλλά και τη προσκόλληση των διαιτώμενων στις συστάσεις.