Παρά το γεγονός ότι η άσκηση θεωρείται ως ένα από τα πιο βασικά όπλα στη διαχείριση του βάρους, υπάρχουν ενδείξεις ότι η παρατεταμένη ενασχόληση με την άσκηση (4 με 12 μήνες) δεν οδηγεί σε απώλεια βάρους εξαιτίας των αντισταθμιστικών προσαρμογών που οδηγούν σε αύξηση της όρεξης και της ενεργειακής πρόσληψης. Η περιστασιακή (οξεία) άσκηση, όμως, δε φαίνεται να προκαλεί άμεσες αντισταθμιστικές αλλαγές στην όρεξη, την ενεργειακή πρόσληψη και τις ορεξιογόνες ορμόνες.
Πώς σχεδιάστηκε η μελέτη;
Ερευνητές από πανεπιστήμιο στην Αγγλία πραγματοποίησαν μια εργαστηριακή, διασταυρούμενου σχεδιασμού μελέτη, προκειμένου να διερευνήσουν την πιθανότητα οι αντισταθμιστικές αλλαγές της περιστασιακής άσκησης να εμφανίζονται με χρονοκαθυστέρηση ή ως απάντηση σε υψηλότερη ενεργειακή κατανάλωση.
Στη μελέτη συμμετείχαν 15 υγιείς, μη καπνιστές, φυσικά δραστήριοι άνδρες, με μέσο όρο ηλικίας τα 21±2 έτη και μέσο Δείκτη Μάζας Σώματος 23±2kg/m2. Οι εθελοντές είχαν σχετικά σταθερό βάρος για τουλάχιστον 3 μήνες πριν τη μελέτη, δεν ακολουθούσαν κάποια δίαιτα και δεν εμφάνιζαν ακραίες διατροφικές συνήθειες. Επιπλέον, δεν ήταν συνηθισμένοι στην εκπόνηση επαναλαμβανόμενου, παρατεταμένου μέτριας–υψηλής έντασης τρεξίματος. Κατά τη δοκιμή άσκησης, οι εθελοντές πραγματοποίησαν πρωινό τρέξιμο σε διάδρομο μέτριας-έντονης έντασης και διάρκειας 60 λεπτών για 2 συνεχόμενες μέρες. Μετά την άσκηση οι εθελοντές κατανάλωσαν τροφή κατά βούληση από 2 γεύματα που τους δόθηκαν στο εργαστηριακό περιβάλλον και από την οποία μετρήθηκε η πρόσληψη θερμίδων και θρεπτικών συστατικών.
Η ενεργειακή κατανάλωση μεταξύ των δύο ημερών προσδιορίστηκε επίσης καθώς οι εθελοντές κλήθηκαν να καταναλώσουν επιλογές σνακ από δεδομένες παροχές που τους έδωσαν οι ερευνητές. Επιπλέον, υπήρξε η οδηγία να μην εκπονούν κάποια φυσική δραστηριότητα εκτός εργαστηρίου (έγινε έλεγχος με βηματομετρητή). Κατά τη διάρκεια των 2 ημερών της δοκιμής έγινε αξιολόγηση της όρεξης με τη χρήση οπτική αναλογικής κλίμακας, ενώ επίσης έγινε λήψη αίματος για τον προσδιορισμό ορμονών που ρυθμίζουν την όρεξη (ακυλιωμένη γρελίνη, ολικό πεπτίδιο-ΥΥ, λεπτίνη και ινσουλίνη). Για τη δοκιμή ελέγχου, υπήρξε η ίδια διαδικασία, χωρίς την άσκηση. Οι 2 δοκιμές απείχαν τουλάχιστον 1 εβδομάδα μεταξύ τους ενώ η σειρά που πραγματοποιήθηκαν ήταν τυχαιοποιημένη.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η άσκηση αύξησε σημαντικά την ενεργειακή δαπάνη στα 1800±152kcal συνολικά για τις 2 ημέρες, αλλά δεν προκάλεσε αντισταθμιστικές αλλαγές στην όρεξη ή την ενεργειακή πρόσληψη τις επόμενες 2 ημέρες (δοκιμή ελέγχου: 6983 ± 957kcal, δοκιμή άσκησης: 6819 ± 932kcal, p = 0.45). Δεν αναδείχθηκε κάποια επίδραση στα επίπεδα της γρελίνης και της λεπτίνης, αλλά βρέθηκαν αυξημένες συγκεντρώσεις του PYY ύστερα από τη δοκιμή της άσκησης σε σχέση με τη δοκιμή ελέγχου (p= 0,029).
Συμπέρασμα
Φαίνεται λοιπόν, πως η επαναλαμβανόμενη άσκηση σε διάστημα 2 ημερών για άτομα τα οποία δεν είναι συνηθισμένα να ασκούνται συστηματικά, δεν προκαλεί αλλαγές στην όρεξη ή την ενεργειακή πρόσληψη, αλλά ούτε και αλλαγές στα επίπεδα ορμονών που διεγείρουν την όρεξη.
Να επισημανθεί ότι τα αποτελέσματα προκύπτουν από 1 μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε εργαστηριακό περιβάλλον, με μικρό αριθμό ατόμων, σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και με δυνατότητα απεριόριστης κατανάλωσης τροφής, κάτι που μπορεί να έχει επηρεάσει τα αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση, η άσκηση έχει πολυδιάστατα οφέλη για την υγεία και είναι απαραίτητη στην καθημερινότητα όλων.