Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, ο διαβήτης της κύησης έχει συσχετιστεί με αρκετούς τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου πριν την έναρξη της εγκυμοσύνης, μερικοί εκ των οποίων είναι η διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους, η κατανάλωση υγιεινής διατροφής, η συστηματική φυσική δραστηριότητα και η αποφυγή του καπνίσματος.
Μια ομάδα αμερικανών ερευνητών επιδίωξε να ποσοτικοποιήσει την επίδραση των παραπάνω παραγόντων υγιεινού τρόπου ζωής πριν την εγκυμοσύνη με τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη της κύησης. Οι ερευνητές διεξήγαγαν μια προοπτική μελέτη κοόρτης, σε 14.437 υγιείς γυναίκες οι οποίες συμμετείχαν στην Nurses’ Health Study II το διάστημα 1989-2001.
Πως διεξήχθει η έρευνα;
Συλλέχθηκαν δεδομένα σχετικά με το σωματικό βάρος, τη διατροφή, το επίπεδο σωματικής δραστηριότητας, το κάπνισμα και την αυτοαναφερόμενη εμφάνιση διαγνωσμένου διαβήτη κύησης, η οποία επικυρώθηκε βάση ιατρικών αρχείων σε ξεχωριστή μελέτη. Η κατανάλωση υγιεινής διατροφής αξιολογήθηκε βάση της κλίμακας προσκόλλησης Healthy Eating Index-2010. Ο μαθηματικός τύπος, αποδοτέος κίνδυνος σε επίπεδο πληθυσμού (PAR%), εφαρμόστηκε για τον υπολογισμό της αναλογίας των περιπτώσεων διαβήτη κύησης, οι οποίες θα είχαν αποφευχθεί εάν όλες οι εγκυμοσύνες βρίσκονταν στην ομάδα χαμηλού κινδύνου.
Ποια ήταν τα αποτελέσματα της μελέτης;
Η εμφάνιση διαβήτη κύησης αναφέρθηκε σε 823 εγκυμοσύνες. Κάθε ένας από τους παράγοντες του τρόπου ζωής που μελετήθηκαν συσχετίστηκε σημαντικά και ανεξάρτητα με τον κίνδυνο διαβήτη κύησης.
- Η ισχυρότερη συσχέτιση μεμονωμένου παράγοντα κινδύνου για τον διαβήτη κύησης ήταν η ύπαρξη παχυσαρκίας ή υπέρβαρου (ΔΜΣ>25) πριν την εγκυμοσύνη. Οι γυναίκες με ΔΜΣ >33 παρουσίασαν 4 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν διαβήτη κύησης σε σύγκριση με τις γυναίκες φυσιολογικού ΔΜΣ προ εγκυμοσύνης.
- Η ύπαρξη τριών παραγόντων χαμηλού κινδύνου (αποφυγή καπνίσματος, ~150λεπτά/εβδομάδα μέτριας προς έντονης σωματικής δραστηριότητας, υγιεινή διατροφή) συσχετίστηκε με 41% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη κύησης, συγκριτικά με όλες τις υπόλοιπες εγκυμοσύνες (σχετικός κίνδυνος 0,59; 95% CI 0,48 - 0,71).
- Η προσθήκη του τέταρτου παράγοντα χαμηλού κινδύνου (ΔΜΣ<25 προ εγκυμοσύνης) συσχετίστηκε με 52% χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη κύησης, συγκριτικά με τις υπόλοιπες εγκυμοσύνες (σχετικός κίνδυνος 0,48; 95% CI 0,38 - 0,61).
- Συγκριτικά με τις εγκυμοσύνες γυναικών που δεν πληρούσαν κανέναν από τους παράγοντες χαμηλού κινδύνου, εκείνες που πληρούσαν και τους τέσσερις παρουσίασαν 83% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη κύησης (σχετικός κίνδυνος 0,17; 95% CI 0,12 - 0,25).
- Το ποσοστό του αποδοτέου κίνδυνου σε επίπεδο πληθυσμού για τους τέσσερις παράγοντες κινδύνου σε συνδυασμό (κάπνισμα, σωματική αδράνεια, υπέρβαρο και φτωχή διατροφή) υπολογίστηκε ως 47,5% (95% CI 35,6% - 56,6%), υποδεικνύοντας ότι περίπου 48% των περιπτώσεων διαβήτη κύησης θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν οι γυναίκες ακολουθούσαν και τους τέσσερις παράγοντες στον τρόπο ζωής τους πριν την εγκυμοσύνη.
Ποιο είναι το συμπέρασμα;
Η αλλαγή του τρόπου ζωής και των συνηθειών αποτελεί σε όλες τις περιπτώσεις πρόκληση, ωστόσο το διάστημα πριν και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι μια περίοδος κατάλληλη για αλλαγές στη διατροφή και στον τρόπο ζωής, μιας και οι γυναίκες είναι συνήθως πιο κινητοποιημένες. Η αλλαγή των παραγόντων του τρόπου ζωής που μελετήθηκαν στην παρούσα έρευνα, φαίνεται να αποτελεί μια αποτελεσματική μέθοδο για την πρόληψη του σακχαρώδη διαβήτη κύησης.