Οι διατροφικές διαταραχές χαρακτηρίζονται από επιβλαβείς συμπεριφορές ελέγχου της πρόσληψης τροφής προκειμένου το άτομο να επιτύχει ένα “ιδεατό” σωματικό βάρος. Περιλαμβάνουν την ψυχογενή ανορεξία, την ψυχογενή βουλιμία, τη διαταραχή επεισοδίων υπερφαγίας και τη διαταραχή λήψης τροφής μη προσδιοριζόμενης αλλιώς. Οι διατροφικές διαταραχές εμφανίζονται πιο συχνά σε γυναίκες νεαρής ηλικίας, λόγω των προτύπων ομορφιάς που καλλιεργούνται από τη βιομηχανία της μόδας αλλά και λόγω ψυχολογικών παραγόντων.
Ποια τα χαρακτηριστικά των συμπεριφορών;
Μερικά από τα χαρακτηριστικά των συμπεριφορών των ατόμων που πάσχουν από διατροφικές διαταραχές είναι:
- η υπερβολική μείωση της κατανάλωσης φαγητού
- σε ορισμένες περιπτώσεις η υπερφαγία
- η κατανάλωση μόνο «υγιεινών» τροφών
- η χρήση καθαρτικών, κλυσμάτων
- η πρόκληση εμέτου, προκειμένου να αποβληθούν οι τροφές από τον οργανισμό
Ποια τα αποτελέσματα των συμπεριφορών αυτών;
Ωστόσο, όλες οι παραπάνω συμπεριφορές έχουν επιζήμια αποτελέσματα για το ανθρώπινο σώμα επηρεάζοντας πολλές λειτουργίες. Μερικές από τις επιπλοκές των διατροφικών διαταραχών:
- οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές
- οι καρδιαγγειακές συνέπειες (π.χ. υπόταση, βραδυκαρδία)
- οι ενδοκρινικές ανωμαλίες (π.χ. διαταραχές έμμηνου κύκλου)
- οι οστικές και οδοντικές αλλοιώσεις
- η απώλεια μυϊκής μάζας
- οι ανεπάρκειες σε θρεπτικά συστατικά
- η χαμηλή αυτοσυγκέντρωση
Πολλά προβλήματα όμως μπορούν να εμφανιστούν και στο γαστρεντερικό σύστημα. Πλήθος επιστημονικών μελετών επιβεβαιώνει τη συσχέτιση μεταξύ γαστρεντερικών επιπλοκών σε άτομα με διατροφικές διαταραχές. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι οι επιπλοκές αυτές μπορούν να επιμένουν για χρόνια αφότου τα άτομα αυτά υιοθετήσουν και πάλι φυσιολογικές διατροφικές συνήθειες.
Σε τι συμπεράσματα κατέληξαν οι μελέτες;
Επιστήμονες από την Αυστραλία συμπεριέλαβαν στη μελέτη τους 101 γυναίκες που έπασχαν από κάποια διατροφική διαταραχή και κατέληξαν στα εξής συμπεράσματα: Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου ήταν παρόν στο 52% του δείγματος, το 51% εμφάνιζε συμπτώματα οπισθοστερνικού καύσου, το 31% αίσθημα μετεωρισμού, το 24% έπασχε από δυσκοιλιότητα, ενώ το 23% εμφάνιζε λειτουργική δυσφαγία. Ακόμη, η καθυστερούμενη κένωση του στομάχου, η οισοφαγίτιδα και η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση είναι συχνές σε άτομα με διατροφικές διαταραχές.
Οι πρακτικές που ακολουθούν τα άτομα αυτά σχετικά με την λήψη και την αποβολή των τροφών (πολύωρη νηστεία, έμετοι κ.λπ.) προκαλούν διαταραχές στη φυσιολογική λειτουργία της πέψης, της απορρόφησης και της αποβολής των συστατικών των τροφών. Επίσης, ο μακροχρόνιος αποκλεισμός τροφίμων που θεωρούνται «παχυντικά» προκαλεί δυσανεξίες, λόγω της διαταραγμένης παραγωγής των πεπτικών ενζύμων, αλλά και λόγω της διαταραχής της φυσιολογικής μικροχλωρίδας του εντέρου.
Τα τελευταία χρόνια άλλωστε, ολοένα και περισσότεροι ερευνητές εστιάζουν το ενδιαφέρουν τους στον ρόλο που μπορεί να παίξουν τα βακτήρια που ζουν στο έντερό μας, τόσο στον μεταβολισμό όσο και στη συμπεριφορά μας.
Συμπερασματικά
Η καθοδήγηση από έναν διαιτολόγο παράλληλα με τη βοήθεια από τους υπόλοιπους επιστήμονες υγείας που εμπλέκονται στη θεραπεία της διατροφικής διαταραχής είναι επομένως απαραίτητη. Ιδιαίτερα στην περίπτωση που συνυπάρχουν γαστρεντερικά προβλήματα, ο διαιτολόγος θα πρέπει να εντοπίσει το πρόβλημα και να προτείνει τις κατάλληλες λύσεις.
Ο προσδιορισμός των τροφών που εντείνουν το πρόβλημα είναι απαραίτητος, ώστε να μειωθούν τα συμπτώματα και να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των ασθενών.