Αν και υπάρχει η πεποίθηση ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού πάσχει από κάποιου είδους τροφική αλλεργία, μόλις το 2-3% του ενήλικου πληθυσμού πάσχει από αυτές
Από αυτές, οι πλέον συνηθισμένες είναι η αλλεργία στο γάλα (50%), στα αβγά (73%), στα φιστίκια (49%), στη σόγια (28%), στα ψάρια (55%) και στο σιτάρι (22%).
Πρέπει να γνωρίζουμε πως, σοβαρή αντίδραση σε κάποια τροφή μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία ανεξάρτητα από το ιστορικό. Ένας άνθρωπος δεν γεννιέται πάντα με μια αλλεργία, μπορεί να την αποκτήσει σε οποιαδήποτε ηλικία. Συνήθως, βέβαια, υπάρχει κάποιο συνοδό γεγονός που πυροδοτεί αυτή την αντίδραση του οργανισμού.
Τα άτομα, όμως, που κινδυνεύουν περισσότερο από αναφυλακτικές θανατηφόρες αντιδράσεις είναι οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες με άσθμα, που έχουν αλλεργία σε θαλασσινά και ξηρούς καρπούς (φιστίκι, καρύδι, κ.λπ.).
Ποιες αλλεργίες υποχωρούν με την ηλικία;
Αν εξετάσουμε αντίστροφα τις τροφικές αλλεργίες, ένα παιδί που εμφανίζει κάποια ευαισθησία σε τρόφιμα ενδέχεται μεγαλώνοντας να το ξεπεράσει. Συγκεκριμένα, το 85% των παιδιών που παρουσιάζουν αλλεργία στο γάλα, στο αβγό, στα σιτηρά ή στη σόγια ξεπερνούν το πρόβλημα μέχρι την ηλικία των 5 ετών. Αντίθετα, οι αλλεργίες στο ψάρι και τους ξηρούς καρπούς δεν φαίνεται να υποχωρούν με την ηλικία. Σε κάθε περίπτωση, ο γιατρός είναι που θα αποφασίσει την επανεισαγωγή συγκεκριμένων τροφών στο διαιτολόγιο του παιδιού.
Το «Σύνδρομο του Κινεζικού Εστιατορίου», μια ασυνήθιστη αλλεργία;
Το γλουταμινικό νάτριο έχει κατηγορηθεί για το «σύνδρομο του κινεζικού εστιατορίου», επειδή η πρώτη ανέκδοτη αναφορά έγινε μετά από την κατανάλωση ενός κινεζικού γεύματος και επειδή το γλουταμινικό νάτριο χρησιμοποιείται ευρέως στην ασιατική κουζίνα.
Τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν περιελάμβαναν αίσθημα καψίματος κατά μήκος του πίσω μέρους του λαιμού, σφίξιμο στο στήθος, ναυτία και ιδρώτα. Ωστόσο, μια διπλά τυφλή ελεγχόμενη μελέτη σε άτομα που υποστήριζαν ότι πάσχουν από το «σύνδρομο» δεν επιβεβαίωσε ότι το γλουταμινικό νάτριο ήταν ο αιτιολογικός παράγοντας.
Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι οι αντιδράσεις αλλεργικού τύπου μετά από κατανάλωση ασιατικών γευμάτων οφείλονται συχνότερα σε άλλα συστατικά, όπως οι γαρίδες, τα φιστίκια, τα καρυκεύματα και τα βότανα. Το γλουταμινικό μονονάτριο χρησιμοποιείται, εκτός από την κινεζική κουζίνα, στα πατατάκια, στα κρέατα και στα πουλερικά των εστιατορίων.
Τροφική αλλεργία ή τροφική δυσανεξία
Ωστόσο, αυτό που πρέπει να διευκρινίσουμε είναι ότι η τροφική αλλεργία δεν είναι το ίδιο με τη τροφική δυσανεξία. Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι το γάλα: πολλοί πιστεύουν ότι έχουν αλλεργία στο γάλα ενώ έχουν δυσανεξία στη λακτόζη.
Η διαφορά έγκειται στο ότι στην τροφική αλλεργία ο αλλεργιογόνος παράγοντας είναι κυρίως η καζεΐνη αλλά και τα άλλα πρωτεϊνικά συστατικά του γάλακτος, ενώ αντίθετα, στη δυσανεξία στη λακτόζη, ο οργανισμός δυσκολεύεται με την πέψη των σακχάρων του γάλακτος, της λακτόζης. Όπου το σώμα δεν παράγει αρκετή λακτάση, ένα ένζυμο που διασπά τη λακτόζη σε απλά σάκχαρα (γλυκόζη και γαλακτόζη), προκαλώντας πεπτική ενόχληση.
Tροφές που ενοχοποιούνται για τροφική δυσανεξία
- Αγελαδινό γάλα (λακτόζη)
- Αυγά (κρόκος και ασπράδι)
- Μαγιά (ζύμης ή μπύρας)
- Γλουτένη
Οι τροφές αυτές αντιπροσωπεύουν πολύ ισχυρά αντιγόνα που χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιομηχανία τροφίμων και επομένως, τα συναντούμε συχνά, κρυμμένα, στα επεξεργασμένα τρόφιμα. Ακόμα και μικρές ποσότητες από αυτές τις τροφές είναι ικανές να προκαλέσουν συμπτώματα χρόνιας φλεγμονής (χαρακτηριστικό της τροφικής δυσανεξίας).
Δυσαναξία στη Γλουτένη
Η δυσανεξία στη γλουτένη ή κοιλιοκάκη αποτελεί χρόνια εντεροπάθεια, της οποίας τα κύρια συμπτώματα είναι η διάρροια, η κακή απορρόφηση των λιπών, βιταμινών και ιχνοστοιχείων, η απώλεια βάρους, η αναιμία και η αδυναμία. Σε περίπτωση αυτής της δυσανεξίας, πρέπει να αποφεύγονται τα περισσότερα είδη δημητριακών (σιτάρι, κριθάρι, σίκαλη, βρώμη κ.α) και κατά συνέπεια, οτιδήποτε παρασκευάζεται από αυτά (ψωμί, αλεύρι, μπισκότα, ζύμες, κέϊκ, πίτσα, νουντλς, βύνη, μπύρα, κ.λπ).
Δυσανεξία στη λακτόζη
Το σώμα δεν παράγει αρκετή λακτάση, ένα ένζυμο που διασπά τη λακτόζη σε απλά σάκχαρα (γλυκόζη και γαλακτόζη), προκαλώντας πεπτική ενόχληση. Απ’ την άλλη πλευρά, στην αλλεργία στο γάλα ο οργανισμός αποκρίνεται ανοσολογικά στην παρουσία της καζεΐνης και αντιδρά με τις συνήθεις αλλεργικές αντιδράσεις, που όλοι γνωρίζουμε.
Οι πάσχοντες από δυσανεξία στη λακτόζη δεν είναι ανάγκη να σταματήσουν την κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων. Απλώς θα πρέπει να ξέρουν να διαχειρίζονται το πρόβλημά τους. Στην πραγματικότητα, το 80% των ατόμων με δυσανεξία στη λακτόζη μπορούν να καταναλώσουν ένα ποτήρι γάλα, χωρίς καμία ενόχληση.
Άλλοι τρόποι κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων περιλαμβάνουν την κατανάλωση μικρών ποσοτήτων γαλακτοκομικών σε τακτά διαστήματα, την κατανάλωση γάλακτος μαζί με το φαγητό, την κατανάλωση γιαουρτιού ή τυριού προς αντικατάσταση του γάλακτος. Οι πάσχοντες από δυσανεξία στη λακτόζη μπορούν, επίσης, να καταναλώσουν γάλα χωρίς λακτόζη, γάλα σόγιας ή να πάρουν δισκία λακτάσης.
Δυσανεξία στη μαγιά
Σε περίπτωση αντίδρασης δυσανεξίας στη μαγιά, πρέπει να προτιμούνται προϊόντα που έχουν παραχθεί με προζύμη, αντί για μαγιά. Επίσης, πρέπει να αποφεύγονται εντελώς τα αλκοολούχα ποτά, και όταν η κατάσταση βελτιωθεί, επιτρέπονται μόνο μικρές ποσότητες από το ποτό που περιέχει τις λιγότερες πρωτεϊνες μαγιάς, δηλ το κρασί (ακολουθεί η σαμπάνια και τελευταία είναι η μπύρα).
Τι μέτρα πρέπει να ληφθούν στην τροφική δυσανεξία;
Οι τροφές στις οποίες παρουσιάζεται δυσανεξία πρέπει να αποκλειστούν αυστηρά από το διαιτολόγιο για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Το διάστημα αυτό καθορίζεται από το αντίστοιχο για κάθε τροφή, επίπεδο δυσανεξίας.
Απομακρύνοντας τις ακατάλληλες για τον οργανισμό τροφές, για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται, το ανοσοποιητικό σύστημα ηρεμεί, οι φλεγμονές υποχωρούν, με αποτέλεσμα να παρατηρείται ύφεση των συμπτωμάτων των χρόνιων παθήσεων ή ακόμα και πλήρης ίαση της πάθησης. Εξαλείφοντας τα αίτια των χρόνιων φλεγμονών, απαλλάσσεστε συγχρόνως και από τις δυσανεξίες. Με λίγα λόγια:
- Αποφύγετε την ακατάλληλη τροφή.
- Αποφύγετε όλα τα προϊόντα που περιέχουν την τροφή ή το συστατικό που προκαλεί δυσανεξία.
- Αποφύγετε προϊόντα που προέρχονται από το ακατάλληλο συστατικό. Αν έχετε δυσανεξία στα δημητριακά, αποφύγετε την μπύρα, αν έχετε δυσανεξία στα σταφύλια, μην πίνετε κρασί, αν έχετε δυσανεξία στη λακτόζη, αποφύγετε το αγελαδινό γάλα και προτιμήστε εναλλακτικές επιλογές, όπως κατσικίσιο γάλα και τυρί, πρόβειο γάλα και τυρί, γάλα σόγιας, γάλα καρύδας, γάλα αμυγδάλου, γάλα ρυζιού κ.λπ.
- Αποφύγετε μόνιμα τις τροφές στις οποίες παρουσιάζεται τροφική υπερευαισθησία.
Η ακατάλληλη τροφή μπορεί να είναι εξαιρετικά καλά κρυμμένη. Για παράδειγμα, η σκόνη γάλακτος, η μαγιά και η γλουτένη χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στα γεύματα στιγμιαίας παρασκευής. Η σοκολάτα μπορεί να έχει ίχνη από σόγια ή καρύδια. Πολλά βιομηχανοποιημένα προϊόντα ενδέχεται να περιέχουν το ακατάλληλο συστατικό, χωρίς αυτό να γίνεται φανερό με την πρώτη ματιά. Διαβάζοντας, λοιπόν, προσεχτικά τις παρεχόμενες πληροφορίες, θα αναπτύξετε ικανότητα για την ανακάλυψη των '' ένοχων'' τροφών.
Προκαλούν οι «αλλεργιογόνες» τροφές αύξηση του βάρους;
Ένας μύθος που υπάρχει γύρω από τις τροφικές δυσανεξίες και τις αλλεργίες, είναι ότι «αλλεργιογόνες» τροφές, μπορούν να προσθέσουν στο άτομο κιλά. Υπάρχουν φυσικά, τρόφιμα, αλλά και διατροφικές συνήθειες (κατάποση αέρα, τρώγοντας με άγχος, τρώγοντας γρήγορα κ.τ.λ.) που μπορεί να προκαλέσουν φούσκωμα ή και κοιλιακά άλγη, δίνοντας την αίσθηση αυξημένου βάρους ή περιφέρειας, σε καμία όμως, περίπτωση τα «κατηγορούμενα» αυτά τρόφιμα δεν έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν αύξηση του βάρους, λόγω κάποιας αντίδρασης που γίνεται στον οργανισμό.
Τεστ δυσανεξίας ή αλλεργίας
Η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν, αλήθεια, προχωρήσει πολύ την τελευταία δεκαετία, και φυσικά έχουν αναπτυχθεί αξιόπιστα τεστ, που είναι σε θέση να ανιχνεύσουν ορισμένες τροφικές αλλεργίες και δυσανεξίες. Τα τεστ δυσανεξίας ή αλλεργίας θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται μόνο για κλινικές περιπτώσεις. Δηλαδή, όταν το άτομο παρουσιάζει κάποιο δερματικό, πεπτικό (φούσκωμα, έμετος, διάρροια, ναυτία, αέρια κ.λπ.) ή άλλου τύπου σύμπτωμα (π.χ. φλεγμονή), όπως γίνεται στη δυσανεξία στη λακτόζη ή σε τροφικές αλλεργίες στους ξηρούς καρπούς και όχι για καιροσκοπικές θεραπείες της παχυσαρκίας.