Fitness

Bιταμίνη C: Ο ρόλος της στην αθλητική απόδοση

του Παναγιώτη Κλειάσιου
26 Απριλίου 2011
17811 Προβολές
2 λεπτά να διαβαστεί
athlhtria stivou pou trexei

Photo source: www.bigstockphoto.com

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, έχουν γίνει ορατές πολλές εξελίξεις όσον αφορά την επιστημονική κατανόηση και αντίληψη του ρόλου της διατροφής, τόσο στην υγεία όσο και στη βελτίωση της αθλητικής απόδοσης. Μέσα από πολλές έρευνες και μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αθλητών προσλαμβάνουν καθημερινά βιταμινούχα συμπληρώματα, πιστεύοντας ότι αυτό επιδρά θετικά στην αθλητική τους απόδοση.

Υπάρχει όμως κάποια επιστημονική απόδειξη ότι η επιπρόσθετη χορήγηση βιταμινών στο ημερήσιο διαιτολόγιο των αθλητών συμβάλλει στην βελτίωση της απόδοσης τους;

Συγκεκριμένα τι συμβαίνει με την Βιταμίνη C;

Η βιταμίνη C ή αλλιώς ασκορβικό οξύ, είναι η πιο κοινά γνωστή από όλες τις βιταμίνες και έχει τεράστια σημασία για τον ανθρώπινο οργανισμό, καθώς συμμετέχει σε σημαντικές μεταβολικές λειτουργίες. Παράλληλα, αποτελεί το πιο γνωστό και ευρύτερα χρησιμοποιούμενο διατροφικό συμπλήρωμα, τόσο από τον κοινό πληθυσμό όσο και και από τον χώρο του αθλητισμού. Παρόλο όμως που η σωματική δραστηριότητα και η άσκηση αυξάνουν την ανάγκη του οργανισμού μας για κατανάλωση βιταμινών, οι ανάγκες αυτές μπορούν να καλυφθούν μέσω μιας καλά ισορροπημένης διατροφής, βασισμένης σε ποικιλία τροφίμων, χωρίς να είναι απαραίτητη η επιπρόσθετη πρόσληψη βιταμινούχων συμπληρωμάτων και άλλων σκευασμάτων. Έτσι, ερευνητές αντικρούουν την πιθανή θετική επίδραση των συμπληρωμάτων βιταμίνης C στην αθλητική απόδοση μέσα από μια σειρά ερευνών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σε τι συμπεράσματα οδηγούν οι μελέτες;

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η έρευνα των Peters et al (1993), κατά την οποία εξετάσθηκε εάν η αναφερόμενη βιταμίνη μπορεί να συντελέσει θετικά στην απόδοση των μαραθωνοδρόμων. Με τη χορήγηση βιταμίνης C σε κάποιους από τους μαραθωνοδρόμους και με τη χορήγηση placebo σε κάποιους άλλους (διαγωνιζόμενοι όλοι στον ίδιο αγώνα), εξήλθε το συμπέρασμα ότι η διαφορά στην απόδοση τους μεταξύ αυτών, δεν ήταν στατιστικά σημαντική και ότι τα επίπεδα αντοχής τους κυμάνθηκαν στα ίδια επίπεδα.

Παράλληλα, οι Frohnauer et al. (2008) έρχονται να υποστηρίξουν τα ήδη υπάρχοντα δεδομένα, αναφορικά με τις βιταμίνες, μέσα από τη δική τους μελέτη. Συγκεκριμένα, πραγματοποίησαν την έρευνα χρησιμοποιώντας αθλητές τριάθλου. Σε κάποιους από αυτούς χορήγησαν συμπλήρωμα βιταμίνης, ενώ σε κάποιους άλλους όχι. Σκοπός τους ήταν να ελέγξουν αν υπήρχε διαφορά στην απόδοση μεταξύ αυτών που πήραν το συμπλήρωμα και αυτών που δεν το πήραν. Τα αποτελέσματα που βρήκαν, τους οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι μετά το πέρας των τριών αγωνισμάτων, οι αθλητές που είχαν λάβει βιταμίνη δεν παρουσίασαν διαφορά στην απόδοση τους συγκριτικά με αυτούς που δεν είχαν λάβει βιταμίνη.

Επίσης σημαντικό σημείο, στο οποίο έγινε αναφορά και παραπάνω, αποτελεί το γεγονός ότι δεν υπάρχει σχετική υποστηριζόμενη μαρτυρία πως η χορήγηση βιταμινούχων συμπληρωμάτων μπορεί να προσδώσει εργογενές όφελος σε αθλητές που ακολουθούν ένα καλά ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής.

Συνεπώς θα λέγαμε ότι η επιπρόσθετη χορήγηση βιταμίνης C, μπορεί να διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στην απόδοση των αθλητών, μόνο στην περίπτωση όπου ένας αθλητής παρουσιάζει κάποιου βαθμού έλλειψη στην συγκεκριμένη βιταμίνη

Για το λόγο αυτό, προτείνεται στους αθλητές η ημερήσια κατανάλωση πoικιλίας τροφίμων, που να τους εξασφαλίζει επαρκή πρόσληψη βιταμίνης C ώστε να μην οδηγούνται στην χρήση αντίστοιχων συμπληρωμάτων. Επιπρόσθετα, με αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθεί η περίπτωση αυξημένης πρόσληψης – υψηλής δόσης, που πολλές φορές οδηγεί τον οργανισμό σε τοξικές καταστάσεις. Άλλωστε, είναι προτιμότερο να λαμβάνεται η βιταμίνη μέσω της διατροφής και όχι από σκευάσματα οποιασδήποτε μορφής.

Παναγιώτης Κλειάσιος
Παναγιώτης Κλειάσιος Κλινικός Διαιτολόγος – Διατροφολόγος, M.Sc.