Η απαίτηση των καταναλωτών για περισσότερη πληροφόρηση γύρω από τις διατροφικές επιλογές τους ώστε να έχουν τη δυνατότητα να στραφούν σε πιο υγιεινές και ισορροπημένες επιλογές, οδήγησε στο να υπάρχουν πλέον περισσότερες πληροφορίες πάνω στα τρόφιμα που αγοράζουμε.
Ένας από τους πιο γνωστούς τρόπους διατροφικής επισήμανσης είναι οι Διατροφικές Ετικέτες. Οι διατροφικές ετικέτες πρωτοχρησιμοποιήθηκαν το 1990. Πιο συγκεκριμένα σε αυτή τη μορφή σήμανσης διακρίνουμε αρχικά την ποσότητα της μερίδας και την ποσότητα των θερμιδών. Στη συνέχεια, αναφέρεται η ενέργεια που περιλαμβάνεται και η ενέργεια που προέρχεται από λίπος. Επίσης, στην περίπτωση αυτή θα πρέπει αναφέρονται η περικτικότητα του λίπους σε κορεσμένα και τρανς λίπη, σε χοληστερόλη, σε αλάτι, οι συνολικοί υδρογονάνθρακες, οι φυτικές ίνες, τα σάκχαρα, οι πρωτεΐνες, η βιταμίνη Α και C και τέλος το ασβέστιο και ο σίδηρος που περιέχει το τρόφιμο. Οι διατροφικές ετικέτες περιέχουν επίσης μία στήλη που περιλαμβάνει το ποσοστό (%) της ημερήσιας πρόσληψης ανά θρεπτικό συστατικό που παρέχεται. Αυτή η πληροφορία βοηθά τους καταναλωτές να αποφασίσουν για την περιεκτικότητα του συστατικού που τους ενδιαφέρει να είναι σε χαμηλή ή υψηλή ποσότητα.
Ένας άλλος τρόπος Διατροφικής επισήμανσης είναι τα GDAs (Guideline Daily Amounts). Αυτό ο τρόπος αναφέρεται στην συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη θρεπτικών συστατικών και συγκεκριμένα στο θερμιδικό περιεχόμενο του συγκεκριμένου τροφίμου, στα σάκχαρα, στο συνολικό λίπος, στα κορεσμένα λιπαρά, στο νάτριο και στις φυτικές ίνες. Τα ποσοτικά στοιχεία που προβάλλονται στα GDAs σήμερα, είναι δημοσιευμένα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO).
Το αλάτι είναι αυτό που στην διατροφική ετικέτα αναφέρεται ως χλωριούχο νάτριο. Επειδή όμως αναφέρονται συχνά τόσο η περιεκτικότητα του αλατιού όσο και η περιεκτικότητα του νατρίου, αυτό μπορεί να μπερδέψει.
Προσοχή στις ετικέτες τροφίμων! Εκεί πρέπει να αναγράφεται η περιεκτικότητα σε αλάτι ή νάτριο του τροφίμου.
- Πιο συγκεκριμένα, εάν ένα τρόφιμο στα 100g περιέχει περισσότερο από 0,6g νατρίου (ή 1,5g αλατιού) τότε είναι υψηλό σε νάτριο/αλάτι.
- Εάν ένα τρόφιμο στα 100g περιέχει 0,1g νατρίου (ή 0,3g αλατιού) ή λιγότερο, τότε είναι χαμηλό σε νάτριο/αλάτι. Εάν η ποσότητα αλατιού ανά 100g είναι μεταξύ αυτών των τιμών, τότε το τρόφιμο περιέχει ένα μέτριο επίπεδο αλατιού.
- Πολύ χαμηλό σε νάτριο/αλάτι είναι ένα τρόφιμο το οποίο περιέχει όχι περισσότερο από 0,04g νατρίου ή ισοδύναμη ποσότητα αλατιού ανά 100g ή 100ml.
- Ελεύθερο σε νάτριο/αλάτι είναι ένα τρόφιμο το οποίο περιέχει όχι περισσότερο από 0,005g νατρίου ή ισοδύναμη ποσότητα αλατιού ανά 100g ή 100ml.
- Θυμηθείτε ότι η ποσότητα που καταναλώνετε από ένα συγκεκριμένο τρόφιμο, έχει αντίκτυπο στο πόσο αλάτι προσλαμβάνετε.
Βέβαια έχει παρατηθεί πως όταν χρησιμοποιούνται στις ετικές τροφίμων λογότυπα όπως: «Μειωμένη ή Χαμηλή περικτικότητα σε αλάτι» προκαλείται αρνητικό αντίκτυπο στη γευστική αντίληψη των ανθρώπων, με αποτέλσμα να αυξάνεται η κατανάλωση του αλατιού.
Συγκεκριμένα, σε μία έρευνα που πραγματοποοιήθηκε, συμμετείχαν 50 άτομα εκ των οποίων 33 γυναίκες και 17 άντρες. Δόθηκαν για κατανάλωση, 3 μερίδες του ίδιου φαγητού στο κάθε άτομο, οι οποίες είχαν την διατροφική επισήμανση «Μειωμένο Αλάτι» ή καθόλου επισήμανση είτε την ένδειξη «Μειωμένο Νάτριο». Πριν τη δοκιμή, οι συμμετέχοντες έπρεπε να καταγράψουν και να βαθμολογήσουν την αναμενόμενη γεύση του αλατιού, που περιέχεται ανά μερίδα. Αφού πραγματοποίησαν τη δοκιμή, σημείωναν τη βαθμολογία της ποσότητας του αλατιού που αντιλήφθηκαν ότι περιείχε κάθε μερίδα και είχαν τη δυνατότητα να προσθέσουν επιπλέον αλάτι, εφόσον το έκριναν απαραίτητο.
Συλλέγοντας τα δεδομένα, παρατηρήθηκε ότι οι μερίδες που είχαν την διατροφική επισήμανση «Μειωμένο αλάτι» δημιούργησαν αρνητικό αίσθημα γεύσης στους συμμετέχοντες. Οι μερίδες με τις ετικέτες τροφίμων που ανέφεραν το Νάτριο και εκείνες που δεν είχαν καμία επισήμανση, δεν είχαν καμία αρνητική επιρροή στη γεύση των συμμετεχόντων.
Σαν αποτέλεσμα, οι συμμετέχοντες που κατανάλωσαν τις μερίδες που είχε την διατροφική επισήμανση «Μειωμένο αλάτι» χρησιμοποίησαν τελικά επιπρόσθετο αλάτι, για να διαμορφώσουν μία πιο ελκυστική γεύση. Στις μερίδες που δεν διέθεταν διατροφική επισήμανση, ή διέθεταν αναφορά σε περιεκτικότητα νατρίου και δεν τόνιζαν την μειωμένη περιεκτικότητα σε αλάτι δεν προστέθηκε επιπλέον αλάτι. Συνεπώς, οι ετικέτες τροφίμων και η χρήση ενδείξεων για «Μειωμένο αλάτι/νάτριο» μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την κατανάλωση του αλατιού οδηγώντας σε αύξησή του, σε σχέση με τις συσκευασίες που δεν τονίζουν τη μειωμένη περικτικότητα σε αλάτι.