Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί ένα άτομο σας έλκει ερωτικά, ενώ κάποιο άλλο σας απωθεί; Γνωρίζετε με ποια κριτήρια ερωτεύεστε; Κι αν σας έλεγαν πως επιλέξατε τον ή την σύντροφό σας με τη βοήθεια ενός «μυστηριώδους μηχανισμού» που παίρνει αποφάσεις στηριζόμενος όχι μόνο στο…γούστο σας, αλλά και στη χημεία του σώματός σας; Θα το πιστεύατε;
Αν και λίγη σημασία έχουν, ομολογουμένως, για έναν ερωτευμένο οι λόγοι που συνέβαλαν στην εμφάνιση των συναισθημάτων του, οι ειδικοί φαίνεται να έχουν βρει πλέον την άκρη του νήματος και γύρω από αυτό το ζήτημα, αφού μετά από δεκάδες διεπιστημονικές μελέτες κατέληξαν στα «συστατικά» που χρησιμοποιούνται για τη γέννηση ενός ειδυλλίου.
Τι κι αν πιστεύαμε έως σήμερα ότι ο έρωτας είναι τυφλός;
Οι επιστήμονες δείχνουν μάλλον να διαφωνούν, καταρρίπτοντας μάλιστα το μεγαλύτερο αξίωμα των απανταχού ερωτευμένων, με την «χαρτογράφηση» των βασικών κανόνων που ορίζουν την έκβαση του ερωτικού παιχνιδιού…
Τα αποτελέσματα των ερευνών
- Χημεία,
- Ψυχολογία και
- Κοινωνικές- Πολιτιστικές καταβολές
Είναι το «τρίπτυχο» που συμβουλεύονται, έστω και υποσυνείδητα, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες κάθε φορά που βρίσκονται απέναντι σε κάποια νέα γνωριμία.
Παρά την εύρεση λύσης, ωστόσο, στο «γρίφο» του τι κάνει ένα άτομο ελκυστικό στα μάτια μας, η αναλογία με την οποία μας επηρεάζουν οι προαναφερθέντες παράγοντες εκείνα τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που βγάζουμε την «ετυμηγορία» μας παραμένει, δυστυχώς, άγνωστη.
«Δεν υπάρχουν σταθεροί κανόνες που να δείχνουν γιατί επιθυμούμε κάποιον. Κι αυτό γιατί στο παιχνίδι μπαίνουν από γενετικοί παράγοντες μέχρι και η λεγόμενη συναισθηματική εκπαίδευση» εξηγούν ψυχολόγοι και σεξολόγοι.
Σημαντικό ρόλο παίζει η χημεία
Πριν και πάνω από κάθε άλλο παράγοντα, πάντως, είναι η χημεία εκείνη που μας κάνει να νιώθουμε έλξη για κάποιον, επισημαίνουν οι ειδικοί. Κι αυτό γιατί δεν σχετίζεται με συμπεράσματα που μπορεί βγάλουμε μετά από μία φιλική κουβέντα, αλλά αντίθετα «ενεργεί» από την πρώτη κιόλας οπτική επαφή μας με τον υποψήφιο σύντροφο.
Όσο περίεργο κι αν φαντάζει αυτό, το σώμα μας- λένε οι ψυχολόγοι- ξέρει… Και, κυρίως, δεν ρωτάει! «Είναι αλήθεια ότι ο χαρακτήρας του εν δυνάμει ερωτικού συντρόφου μας, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Από τη στιγμή, όμως, που θα υπάρξει οπτική επαφή, καθοριστικότερο ρόλο παίζει η τεστοστερόνη, η οποία μάλιστα, πρέπει να σημειωθεί, επηρεάζει ακόμη και στις γυναίκες» υπογραμμίζει στην ισπανική εφημερίδα «El País» η ψυχολόγος Ángeles Sanz Yaque.
«Γλώσσα των προσωπικών μας στιγμών»
Οι ειδικοί, επίσης, μελέτησαν τη λεγόμενη «γλώσσα των προσωπικών μας στιγμών», καταλήγοντας, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι όταν είμαστε ερωτευμένοι εκκρίνουμε μία ουσία που ονομάζεται οξυτοκίνη. Η ορμόνη αυτή, η οποία βοηθά στο να δημιουργηθούν και να εδραιωθούν δεσμοί αγάπης μεταξύ μητέρας και παιδιού, ενεργεί με ανάλογο τρόπο και στους ερωτευμένους, γι’ αυτό και μερικοί την αποκαλούν «ορμόνη της αγάπης».
Η οξυτοκίνη
Η οξυτοκίνη, εκκρίνεται από τον υποθάλαμο, στο κεντρικό νευρικό σύστημα, και αποθηκεύεται στην υπόφυση. «Σήμερα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ότι η ορμόνη απελευθερώνεται όχι μόνο κατά τον τοκετό, επιτρέποντας τη δημιουργία συσπάσεων της μήτρας και κατά τη διάρκεια της λοχείας, συμβάλλοντας στην έκκριση του γάλακτος, αλλά εκκρίνεται και κατά τον οργασμό» εξηγεί η κλινική ψυχολόγος Mila Cahue.
Σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, εξάλλου, η οξυτοκίνη είναι εκείνη που βοηθά στη θεμελίωση μόνιμων δεσμών μεταξύ των ερωτευμένων, καθώς επηρεάζει μεγάλο αριθμό νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου, δημιουργώντας δισεκατομμύρια νέα κυκλώματα μεταξύ τους.
Γι’ αυτό και όπως επισημαίνουν, όσοι άνθρωποι δεν είναι ευαίσθητοι στη δράση της ορμόνης (πιθανότατα γιατί έχουν στα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου τους λιγότερους υποδοχείς για αυτήν), ενδέχεται να έχουν και δυσκολία στο να διατηρούν μακροχρόνιους δεσμούς.
«Μυρωδιά- ταυτότητα»
Δεν είναι, ωστόσο, μόνο η οξυτοκίνη που συμμετέχει στις νευροχημικές αντιδράσεις του οργανισμού, οι οποίες σχετίζονται με το ερωτικό παιχνίδισμα. Αντίθετα, ένα από τα αρχικά στοιχεία σεξουαλικής έλξης ή απώθησης φαίνεται να είναι και η μοναδική «μυρωδιά- ταυτότητα» που αναδύει το σώμα κάθε ανθρώπου, δεδομένου ότι τα οσφρητικά ερεθίσματα επεξεργάζονται από τον εγκέφαλό μας πριν καν ακόμη κωδικοποιηθούν με τη λογική…
Κάποιοι, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι πολλές φορές η επιλογή συντρόφου γίνεται …με τη μύτη, βασίζοντας την άποψή τους στη «μαγική δύναμη» των φερομονών. Σε αυτό το συμπέρασμα, άλλωστε, καταλήγουν και τα αποτελέσματα δεκάδων ερευνών, μεταξύ των οποίων και εκείνης που εκπονήθηκε από το Ανώτατο Συμβούλιο Επιστημονικών Μελετών της Ισπανίας (CSIC).
«Είναι αλήθεια ότι στους ανθρώπους η έλξη δεν εμφανίζεται με την ίδια μορφή, όπως στα ζώα, αφού στη μέση μπαίνει και ο παράγοντας λογική. Παρ’ όλα αυτά τόσο οι άνδρες, όσο και οι γυναίκες είναι βέβαιο ότι λειτουργούν σε πολύ σημαντικό βαθμό παρακινούμενοι από τα ένστικτα και τις φερομόνες τους» αναφέρουν οι επικεφαλείς της έρευνας του CSIC, Ángel Guerrero και Carmen Querol.
Φερομόνες
Οι φερομόνες είναι ουσίες που παράγονται –με την είσοδο κάποιου στην εφηβεία- από αδένες που βρίσκονται στο στόμα, στο στήθος, στις μασχάλες, καθώς και στη ζώνη των γεννητικών του οργάνων. Ανάμεσα στις πολλές ιδιότητές τους, ευθύνονται και για την έλξη, ενώ ειδικότερα οι βραδείας επίδρασης φερομόνες σχετίζονται με την «οσφρητική μνήμη», που με τη σειρά της έρχεται να …αποφανθεί για την ερωτική και συναισθηματική συμβατότητα των ανθρώπων.
Αυτό που επίσης πολλοί δεν γνωρίζουν είναι ότι οι φερομόνες δεν επηρεάζουν μόνο την οσμή, αλλά και τη γεύση. Έτσι, όταν στον ερωτικό μας σύντροφο αρέσει η μυρωδιά του σώματός μας, συνήθως του αρέσει και η γεύση των φιλιών μας!
Η ψυχολογία...
Σημαντικό παράγοντα έλξης, βέβαια, αποτελεί και η ψυχολογία τόσο του ανθρώπου που αντικρίζουμε, όσο και η δική μας. Πέρα, λοιπόν, από τις ορμόνες, η επιθυμία μας για κάποιον μπορεί να δημιουργηθεί και από συνιστώσες που σχετίζονται με το μυαλό, και οι οποίες θα μπορούσαν να συμπυκνωθούν ως: «Η βαθιά, ανεξήγητη, αίσθηση ότι κάποιος μας κάνει να νιώθουμε όμορφα…»
«Η επιθυμία έχει και νοητικές συνιστώσες» λέει η κλινική ψυχολόγος Mila Cahue, σημειώνοντας παράλληλα, ότι εξ’ ίσου σπουδαία, είναι η συμβολή της αυτοεκτίμησης και της ισορροπίας που εκπέμπει κάποιος προς τον συνομιλητή του, αφού, όσο πιο σίγουροι αισθανόμαστε για τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο τείνουν οι άλλοι να μας αποδέχονται ερωτικά.
Ανεξάρτητα, πάντως, από τις προσωπικές μας προτιμήσεις, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι υπάρχουν και κάποιες γενικές «νόρμες», βάσει των οποίων, σήμερα, επιλέγουν ερωτικούς συντρόφους τόσο οι άνδρες, όσο και οι γυναίκες.
«Κωδικοποιημένα», μάλιστα, η ψυχολόγος Aurora García αναφέρει ότι «η γυναίκα –παρά την σεξουαλική απελευθέρωσή της τα τελευταία χρόνια- σε μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να επιλέγει τις σχέσεις της με κριτήριο το αν ο άνδρας θα γινόταν καλός πατέρας για τα παιδιά της», ενώ αντίθετα, όπως η ίδια λέει, «ο άνδρας –έστω και υποσυνείδητα- ψάχνει για όμορφες και “υπάκουες” γυναίκες».
Η «εξέταση» του κοινωνικού προφίλ
Τελευταία, αλλά όχι ευκαταφρόνητη είναι η παράμετρος που αφορά στο κοινωνικό περιβάλλον και την κουλτούρα που φέρει ο κάθε άνθρωπος. Με απλά λόγια, πέραν των ψυχικών και σωματικών αντιδράσεων, οι υποψήφιοι σύντροφοι «εξετάζουν» και το κοινωνικό προφίλ ο ένας του άλλου.
Μόρφωση, συμπεριφορά, κουλτούρα ή ακόμη και η εθνικότητα και η θρησκεία είναι ζητήματα τα οποία επηρεάζουν την κρίση μας, ενώ έναν ιδιαίτερο ρόλο φαίνεται να παίζει και η μεταβλητή «ηλικία», καθώς μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο τα στερεότυπά μας γύρω από το τι θεωρούμε ελκυστικό, αλλά να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούμε να κερδίσουμε το αντικείμενο του πόθου μας…