Μια από τις ανησυχίες των γονιών είναι μήπως τα παιδιά τους είναι ή γίνουν παχύσαρκα γιατί, εκτός από τις επιπτώσεις της παιδικής παχυσαρκίας στην υγεία, ιδιαίτερα παχύσαρκα άτομα είναι πιθανότερο να υπόκεινται σε διακρίσεις σε διάφορα επίπεδα. Γι’ αυτό, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι μητέρες, οι οποίες διατηρούν οι ίδιες κάποιες συμπεριφορές κατά του πάχους, θέλουν να προστατεύσουν τα παιδιά τους από τις κοινωνικές επιδοκιμασίες κατά του επιπλέον βάρους.Η σχέση αυτή, έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών.
Πώς η εικόνα σώματος της μητέρας σχετίζεται με ανησυχία για το βάρος του παιδιού;
Οι Jaffe και Worobey, θέλησαν να κατανοήσουν το πώς η εικόνα σώματος της μητέρας, ο φόβος της για αύξηση βάρους, η επιθυμία να είναι λεπτή και οι στάσεις απέναντι στο υπέρβαρο και την παχυσαρκία, σχετίζονται με την ανησυχία της για το βάρος του παιδιού της και τον περιορισμό της διατροφής του. Όμως, στο συγκεκριμένο δείγμα, παρά το γεγονός ότι, οι μητέρες που φοβούνται μήπως είναι ή γίνουν υπέρβαρες οι ίδιες, ανησυχούν περισσότερο για το βάρος του παιδιού τους, δεν φαίνεται να προχωρούν σε ενέργειες για αυτές τις ανησυχίες τους.
Για να εκτιμηθεί η ευαισθητοποίηση των μητέρων ως προς το βάρος τους και να διερευνηθεί κατά πόσον αυτή η συνειδητοποίηση επηρεάζει την ανησυχία τους για το επιπλέον βάρος του παιδιού τους, πραγματοποιήθηκε μελέτη σε 667 γυναίκες, μητέρες για πρώτη φορά. Φάνηκε ότι ο μοναδικός παράγοντας που σχετίζεται με την ανησυχία για τα παιδιά που είναι υπέρβαρα ήταν η ευαισθητοποίηση της μητέρας για το δικό της βάρος. Μητέρες που δεν γνώριζαν ότι ήταν υπέρβαρες είχαν διπλάσιες πιθανότητες να είναι αδιάφορες για το γεγονός ότι το παιδί τους είναι υπέρβαρο, σε σχέση με εκείνες που είχαν επίγνωση της κατάστασης του βάρους τους.
Τέλος, μια ακόμα μελέτη μέτρησε τα χαρακτηριστικά του τρόπου σίτισης των μητέρων (συγκρατημένο, ανεξέλεγκτο ή συναισθηματικό φαγητό) και τις ανησυχίες τους ως προς το βάρος για να καθοριστούν οι σχέσεις με τις πρακτικές σίτισης των παιδιών τους. Φάνηκε λοιπόν ότι μητέρες με υψηλό επίπεδο ανησυχίας για το βάρος τους ανησυχούσαν περισσότερο για τον κίνδυνο το παιδί τους να είναι υπέρβαρο. Οι μητέρες που έτρωγαν «συγκρατημένα» σχετίστηκαν θετικά με πρακτικές σίτισης όπως η «Παρακολούθηση» και «Πίεση για φαγητό».
Συμπέρασμα
Γίνεται λοιπόν φανερό ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στη στάση της μητέρας απέναντι στο φαγητό και το βάρος με τη στάση που θα κρατήσει απέναντι στο βάρος του παιδιού της. Αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο στα χέρια του διαιτολόγου, που θα τον βοηθήσει να μάθει ποιες στάσεις είναι πιο άμεσα υπεύθυνες για την αρνητική ή φοβισμένη στάση των παιδιών απέναντι στο υπέρβαρο και την παχυσαρκία. Όντας σε θέση να καταλάβει πώς αυτές οι συμπεριφορές μεταδίδονται στα παιδιά, μπορεί να βοηθήσει εκπαιδεύοντας τους γονείς και τα παιδιά σχετικά με την απόκτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών.