Εισαγωγή
Η Κετογονική Δίαιτα (ΚΔ) είναι μια διατροφική προσέγγιση που περιορίζει την καθημερινή πρόσληψη υδατανθράκων (<20-30 gr την ημέρα ή <5% της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης), αντικαθιστώντας το έλλειμμα ενέργειας αυτό με λίπος, διατηρώντας παράλληλα μια επαρκή ποσότητα πρωτεΐνης. Το μεταβολικό πλεονέκτημα που προκαλείται από την ΚΔ αντιπροσωπεύεται από τη δραστική μείωση των υδατανθράκων, οι οποίοι αναγκάζουν το σώμα να χρησιμοποιεί πρωτίστως το λίπος ως πηγή ενέργειας. Μετά από μερικές ημέρες υιοθέτησης της ΚΔ, υπάρχει πτώση στη διαθεσιμότητα γλυκόζης λόγω μειωμένων αποθεμάτων γλυκογόνου και επομένως απαιτείται μια εναλλακτική πηγή ενέργειας. Αυτή η ενέργεια παρέχεται από τα κετονοσώματα (ακετοξικό οξύ , 3-υδροξυβουτυρικό οξύ και ακετόνη) με μια διαδικασία που ονομάζεται κετογένεση.
Παρά την ευρεία χρήση της ΚΔ στην απώλεια βάρους σε αθλητές, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές ανησυχίες σχετικά με τη χρήση της σε αθλήματα που απαιτούν αύξηση μυϊκής μάζας.
Ποιος ήταν ο Σκοπός της Μελέτης;
Σκοπός της μελέτης ήταν να αξιολογήσει τις επιδράσεις της κετογονικής δίαιτας στη μυϊκή μάζα και δύναμη αθλητών bodybuilding. Παράλληλα αξιολογείται η επίδραση της ΚΔ στο λιπιδιδαιμικό, στο ορμονικό και στο μεταβολικό προφίλ των ατόμων. Ο βασικός μεταβολισμός και το αναπνευστικό πηλίκο αξιολογήθηκαν επίσης για την παρακολούθηση της μεταβολικής προσαρμογής στην ΚΔ.
Ποια Μέθοδος Ακολουθήθηκε;
Η τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή έλαβε χώρα στην Πάντοβα της Ιταλίας και ήταν διάρκειας 8 εβδομάδων. Οι συμμετέχοντες ήταν άνδρες ηλικίας 27,4 ± 10,5 ετών. Προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη μελέτη ήταν οι συμμετέχοντες να είχαν τουλάχιστον πέντε χρόνια προπονητικής εμπειρίας bodybuilding ενώ από την άλλη κριτήρια αποκλεισμού αποτελούσαν η χρήση στεροειδών, η χρόνια χρήση οποιουδήποτε φαρμάκου και οι μεταβολικές διαταραχές.
Οι συμμετέχοντες τυχαιοποιήθηκαν σε δύο ομάδες. Η μια έλαβε διατροφή δυτικού τύπου για 8 εβδομάδες ενώ η άλλη έλαβε κετογονική διατροφή για το ίδιο χρονικό διάστημα. Τα δύο σχήματα διατροφής ήταν ισοθερμιδικά και περιλάμβαναν την ίδια ποσότητα πρωτεΐνης ανά κιλό σωματικού βάρους.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης επίσκεψης, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε ιατρικό έλεγχο για να διασφαλιστεί ότι πληρούν τα κριτήρια ένταξης στη τη μελέτη και παράλληλα πραγματοποιήθηκε μια συνέντευξη για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις διατροφικές τους συνήθειες. Τα άτομα εξετάστηκαν μετά από ολονύκτια νηστεία για συλλογή δειγμάτων αίματος, ακολουθούμενα από μετρήσεις σύστασης σώματος μέσω ανάλυσης βιοεμπέδησης (BIA) και αξιολόγηση βασικού μεταβολικού ρυθμού μέσω έμμεσης θερμιδομετρίας.
Στη δεύτερη επίσκεψη, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε τεστ ελέγχου μέγιστης δύναμης (RM) για ασκήσεις πίεσης πάγκου και squat. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης επίσκεψης, όλα τα άτομα έλαβαν ένα εξατομικευμένο διατροφικό πρωτόκολλο, το οποίο έπρεπε να ακολουθηθεί για οκτώ εβδομάδες. Η τήρηση του διατροφικού σχήματος παρακολουθήθηκε εβδομαδιαία μέσω φορητής συσκευής. Οι συμμετέχοντες κράτησαν τη δική τους ρουτίνα προπόνησης, η οποία ήταν εξατομικευμένη και διαφορετική για όλους τους συμμετέχοντες. Μετά από οκτώ εβδομάδες οι εθελοντές επανέλαβαν τα τεστ δύναμης ενώ η ανάλυση της σύστασης του σώματος και ο βασικός μεταβολισμός επαναξιολογήθηκαν 72 ώρες μετά την τελευταία προπόνηση.
Τι έδειξαν τα Αποτελέσματα;
• Η ανάλυση της σύστασης σώματος έδειξε ότι το κετογονικό σχήμα μείωσε το σωματικό βάρος κατά περίπου 1%, ενώ το δυτικού τύπου παρουσίασε μια αύξηση στο βάρος περίπου 2%.
• Η λιπώδης μάζα μειώθηκε σημαντικά μόνο στην ομάδα ΚΔ ενώ η άλιπη μάζα αυξήθηκε σημαντικά μόνο στην ομάδα ΔΤ. Παρόλα αυτά αμφότερες και οι δύο ομάδες παρουσίασαν μειωμένη λιπώδη μάζα.
• Η μέγιστη δύναμη αυξήθηκε και στις δύο ομάδες μελέτης, τόσο στη δοκιμασία πίεσης πάγκου, όσο και στη δοκιμή squat.
• Η ανάλυση με έμμεση θερμιδομετρία έδειξε σημαντική αύξηση της ενεργειακής δαπάνης ηρεμίας μόνο στην ομάδα ΔΤ.
• Οι αναλύσεις αίματος έδειξαν βελτίωση στο λιπιδαιμικό προφίλ μόνο στην ομάδα ΚΔ. Η ολική χοληστερόλη μειώθηκε σημαντικά στην ομάδα ΚΔ ενώ και η HDL παρουσίασε σημαντική αύξηση στην ομάδα αυτή. Τα τριγλυκερίδια παρουσίασαν επίσης μια σημαντική μείωση στην ομάδα ΚΔ, αλλά όχι στην ομάδα ΔΤ.
• Τα επίπεδα γλυκόζης στο πλάσμα μειώθηκαν και στις δύο ομάδες με την ομάδα ΚΔ να παρουσιάζει στατιστικά σημαντική μείωση. Η ινσουλίνη επίσης μειώθηκε σημαντικά στην ΚΔ, λόγω της μειωμένης πρόσληψης υδατανθράκων.
• Όσον αφορά στις τρανσαμινάσες, δεν βρέθηκε διαφορά για την ασπαρτική τρανσαμινάση (AST), ενώ οι συγκεντρώσεις της αμινοτρανσφεράσης αλανίνης (ALT) μειώθηκαν σημαντικά μόνο στην ομάδα ΚΔ.
• Oι αναβολικές ορμόνες, όπως η τεστοστερόνη και ο αυξητικός παράγοντας ομοιάζων στην ινσουλίνη (IGF-1), μειώθηκαν στο κετογονικό σχήμα αλλά όχι στο δυτικού τύπου.
• Η ιντερλευκίνη-6 παρουσίασε αντίθετη τάση στις δύο ομάδες. Στην πραγματικότητα, μειώθηκε στην ομάδα ΚΔ και αυξήθηκε στην ομάδα ΔΤ, με αποτέλεσμα μια στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων στο τέλος του πρωτοκόλλου μελέτης. Ο παράγοντας νέκρωσης όγκων-α (TNF-α), από την άλλη πλευρά, παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος στην ΔΤ, ενώ μειώθηκε σημαντικά στην ομάδα ΚΔ.
Ποιο το Συμπέρασμα για τον Επαγγελματία Υγείας;
Η συγκεκριμένη μελέτη ήταν η πρώτη που ανέλυσε τις επιδράσεις της Κετογονικής Δίαιτας σε αθλητές bodybuilding.
Η ΚΔ προκάλεσε σημαντική απώλεια λιπώδους μάζας χωρίς να επηρεάσει την απόδοση των μυών. Είναι ενδιαφέρον ότι η άλιπη μάζα διατηρήθηκε κατά τη διάρκεια των δύο μηνών της ΚΔ παρά τη σημαντική μείωση των συγκεντρώσεων αναβολικών ορμονών στο αίμα. Επιπλέον, τα λιπίδια του αίματος, η γλυκόζη και οι φλεγμονώδεις δείκτες βελτιώθηκαν στην ομάδα ΚΔ.
Θα έλεγε κανείς πως το μοτίβο κετογονικής διατροφής είναι πιο αποτελεσματικό σε περιόδους συντήρησης που δεν υπάρχουν αγώνες, καθώς αυτή η σταθερότητα και η μη περαιτέρω μυϊκή ανάπτυξη μπορεί να επηρεάσει την απόδοση των αθλητών. Το μόνο σίγουρο είναι πως βρισκόμαστε σε πρώιμα στάδια έρευνας και απαιτείται περισσότερη διερεύνηση.