Προκλινικές μελέτες και κλινικές δοκιμές έχουν δείξει ότι η διαλειμματική νηστεία έχει πολλαπλά οφέλη για πολλές κλινικές καταστάσεις, όπως η παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, διάφορα είδη καρκίνου και νευρολογικές διαταραχές. Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι η διαλειμματική νηστεία σχετίζεται με βελτίωση της υγείας καθ 'όλη τη διάρκεια ζωής, ωστόσο οι κλινικές μελέτες που έχουν γίνει ήταν κυρίως βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις, για μια περίοδο μηνών. Αδιευκρίνιστο παραμένει το κατά πόσο οι άνθρωποι μπορούν να διατηρήσουν διαλειμματική νηστεία μακροπρόθεσμα και το αν θα παρατηρηθούν αντίστοιχα οφέλη. Επιπλέον, οι κλινικές μελέτες έχουν επικεντρωθεί σε υπέρβαρους νεαρούς ενήλικες και μεσήλικες με αποτέλεσμα τα οφέλη και η ασφάλεια της διαλειμματικής νηστείας που έχουν παρατηρηθεί σε αυτούς να μη μπορούν να γενικευθούν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Πού οφείλεται η αποτελεσματικότητα της διαλείπουσας νηστείας;
Αν και οι επακριβείς μηχανισμοί δεν είναι πλήρως κατανοητοί, τα ευεργετικά αποτελέσματα της διαλείπουσας νηστείας προέρχονται από μεταβολικές αλλαγές και ανοχή στο κυτταρικό στρες με αποτέλεσμα τη μείωση της φλεγμονής. Τα κύτταρα ενεργοποιούν μονοπάτια με προστατευτική δράση στο οξειδωτικό και μεταβολικό στρες και μονοπάτια που στοχεύουν στην απομάκρυνση ή την επιδιόρθωση ελαττωματικών μορίων. Κατά τη διαλειμματική νηστεία μειώνονται τα μονοπάτια του αναβολισμού και ελαττώνεται η συνολική παραγωγή νέων πρωτεϊνών στο σώμα με σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας και δομικών στοιχείων.
Μελέτες των μηχανισμών περιορισμού των θερμίδων και της διαλειμματικής νηστείας σε ζώα έχουν οδηγήσει στην ανάπτυξη φαρμάκων που μιμούνται τα οφέλη της, όπως είναι οι παράγοντες που δημιουργούν μία ήπια μεταβολική πρόκληση (2-δεοξυγλυκόζη, μετφορμίνη, και παράγοντες αποσύνδεσης μιτοχονδρίων), που ενισχύουν την δραστηριότητα των μιτοχονδρίων (εστέρας κετόνης ή νικοτιναμιδική ριβοσίδη), ή που αναστέλλουν το μονοπάτι του mTOR (sirolimus). Ωστόσο, τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα δεδομένα από ζωικά μοντέλα δείχνουν ότι η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα τέτοιων φαρμακολογικών προσεγγίσεων φαίνονται κατώτερα από αυτά της διαλειμματικής νηστείας.
Περιορισμοί
Παρόλο που τα τελευταία χρόνια η εφαρμογή της σε ανθρώπους έχει γίνει αρκετά δημοφιλής, μερικά άτομα δεν μπορούν ή δεν θέλουν να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα διαλειμματικής νηστείας. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι η φιλοσοφία των τριών γευμάτων και των σνακ καθημερινά είναι βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα μας με την αφθονία φαγητού να αποτελεί ένα επιπλέον εμπόδιο. Από την άλλη, η έναρξη ενός τέτοιου προγράμματος συχνά συνοδεύεται από αίσθημα πείνας, ευερεθιστότητας και δυσκολίας στη συγκέντρωση. Αυτές οι παρενέργειες συνήθως υποχωρούν μετά τον πρώτο μήνα, ωστόσο χρειάζεται υπομονή και επιμονή ώστε να ξεπεραστούν. Τέλος, οι επαγγελματίες υγείας είναι ακόμη επιφυλακτικοί ως προς τα οφέλη της στον γενικό πληθυσμό και επομένως δε την ενθαρρύνουν/ συνιστούν εύκολα. Η περαιτέρω έρευνα σχετικά με τα οφέλη της και τις πιθανές ανεπιθύμητες παρενέργειές της θα βοηθήσει στην εξαγωγή επίσημων κατευθυντήριων οδηγιών με σκοπό την ενημέρωση των επιστημόνων. Επίσης, η έρευνα με σκοπό την περαιτέρω κατανόηση των διαδικασιών που συνδέουν τη διαλειμματική νηστεία με τα ευρεία οφέλη που έχει για την υγεία, μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη στοχευμένων φαρμακευτικών θεραπειών που θα μιμούνται τα αποτελέσματα της διαλειμματικής νηστείας χωρίς την ανάγκη ουσιαστικής αλλαγής των διατροφικών συνηθειών.
Τι να κρατήσει ο επαγγελματίας διαιτολόγος;
Μέχρι να αναπτυχθεί μία πλουσιότερη βιβλιογραφία σχετικά με το θέμα, οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να συστήνουν τη διαλειμματική νηστεία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις που θεωρούν ότι θα είναι εφαρμόσιμη και θα έχει οφέλη για τον διαιτώμενο/ ασθενή.