Παχυσαρκία

Μπορούν τα μικρόβια που αποικούν στο έντερο να αποτρέψουν την παχυσαρκία;

29 Ιουλίου 2017
42663 Προβολές
2 λεπτά να διαβαστεί
xlwrida tou enterou kai pajysarkia

Photo source: www.shutterstock.com

Από την πρώτη στιγμή που γεννιόμαστε, το έντερό μας πολύ γρήγορα αποικείται από μικρόβια. Αυτά συμμετέχουν σε πολλές αντιδράσεις σύνθεσης, αποτελούν τη μικροχλωρίδα του εντέρου, διασφαλίζουν την υγεία του πεπτικού συστήματος και ρυθμίζουν τις ενδοκρινικές λειτουργίες. Επίσης, επηρεάζουν τον μεταβολισμό των κυττάρων των ιστών που βρίσκονται έξω από το έντερο και επηρεάζουν την ομοιόσταση της γλυκόζης, των λιπιδίων και της φλεγμονής. Γίνεται ολοένα και πιο συχνή η αναφορά σε μικρόβια που αποικούν το έντερο και σχετίζονται με την παχυσαρκία. Ένας αριθμός μελετών περιγράφει με αντικρουόμενα αποτελέσματα τη διαφορετική σύνθεση και δράση της χλωρίδας του εντέρου σε παχύσαρκα και μη άτομα.

Τι δείχνουν οι μελέτες για τη χλωρίδα του εντέρου και την παχυσαρκία;

Η ομάδα του Davies στο πανεπιστήμιο Vanderbilt βρήκε ότι σε έρευνες που έκανε σε ποντίκια με εντερικά μικρόβια που έχουν τροποποιηθεί γενετικά και προστέθηκαν στο νερό που κατανάλωσαν, δεν παρουσίασαν αύξηση του σωματικού τους βάρους ακόμη κι όταν η διατροφή τους ήταν πλούσια σε λιπαρά.

Οι συγκεκριμένοι επιστήμονες χρησιμοποίησαν το βακτήριο E.coli Nissle 1917 και το τροποποίησαν γενετικά, έτσι ώστε όταν βρεθεί στο λεπτό έντερο ποντικιών να παράγει N-ακυλο-φωσφατιδυλο-αιθανολαμίνες (NAPEs), και μετά από ένα γεύμα αυτές να μετατρέπονται σε ισχυρούς καταστολείς όρεξης και λιπαρών γνωστοί ως Ν-ακυλο-αιθανολαμίνες (NAEs). Σε σύγκριση με την ομάδα έλεγχου, που ήπιαν σκέτο νερό ή νερό που δεν ήταν εμπλουτισμένο με τροποποιημένα μικρόβια, διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια που κατανάλωσαν το εμπλουτισμένο νερό πήραν 15% λιγότερο βάρος σε διάστημα 8 εβδομάδων και παρέμειναν αδύνατα ακόμα και 3 μήνες μετά το πείραμα.

Οι κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους του συγκεκριμένου πειράματος παρουσιάζουν το μειονέκτημα ότι θα μπορούσε να εκτεθεί ο οποιοσδήποτε στα συγκεκριμένα τροποποιημένα μικρόβια χωρίς να το θέλει, όταν απλώς έρθει σε επαφή με τα κόπρανα κάποιου που έχει ήδη εκτεθεί. Για αυτό και η ομάδα του Davies εργάζεται προς την κατεύθυνση να δημιουργήσει μικρόβια τα οποία δε θα μπορούν να μεταδοθούν.

Μια άλλη μελέτη, ερεύνησε την επίδραση του λακτοβάκιλλου Lactobacillus ramnosus PL60 σε ποντίκια, όπου βρέθηκε ότι το συγκεκριμένο βακτήριο παράγει συζευγμένο λινολεϊκό οξύ (CLA) και μετά από 8 εβδομάδες παρατηρήθηκε μείωση του σωματικού βάρους, χωρίς μείωση των θερμίδων καθώς και του λευκού υποδόριου λιπώδους ιστού. Τα αποτελέσματα στα ποντίκια έδειξαν ότι η ποσότητα CLA που παράγει το συγκεκριμένο βακτήριο ήταν ικανή να λειτουργήσει σαν κατασταλτικός παράγοντας για την παχυσαρκία.

Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις;

Αντιθέτως, η έρευνα των Duncan et al. το 2008, δεν ανίχνευσε καμία διαφορά στα κόπρανα παχύσαρκων και μη, όσον αφορά στον αποικισμό τους από βακτήρια Bacteroeides, που αποτελούν το κύριο είδος αποικισμού στην εντερική μικροχλωρίδα, ούτε καμία σημαντική μεταβολή τους στο πλαίσιο κάποιας υποθερμιδικής δίαιτας. Γι' αυτό κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δίαιτες για απώλεια βάρους μπορούν να αλλάξουν τη σύνθεση των μικροβίων της εντερικής μικροχλωρίδας, αλλά καμία σχέση δεν παίζει αυτό στην απώλεια βάρους. Όμως, προηγούμενη έρευνα είχε ισχυριστεί ότι παχύσαρκοι είχαν χαμηλότερο ποσοστό των μικροβίων Bacteroeides, και όσο έχαναν βάρος, τόσο πιο πολύ αυξανόταν το ποσοστό από τα συγκεκριμένα μικρόβια στο γαστρεντερικό σύστημα.

Ποιο είναι το συμπέρασμα;

Από τα παραπάνω εξάγουμε το συμπέρασμα ότι τα περισσότερα πειράματα έχουν γίνει σε ποντίκια και χρειάζονται περισσότερες μελέτες, ειδικά σε ανθρώπους, για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για το αν και πώς επηρεάζει η αναλογία και το είδος από τα μικρόβια που αποικούν το έντερο τις διάφορες λειτουργίες του οργανισμού.

Παρ' όλα αυτά, τα ευρήματα αυτά ανοίγουν τον δρόμο για την προσθήκη τροποποιημένων βακτηρίων στην εντερική μικροχλωρίδα, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην πρόληψη και θεραπεία της παχυσαρκίας και των ασθενειών που σχετίζονται με αυτή και να χρησιμοποιηθούν ως βάση για την επιλογή των κατάλληλων προβιοτικών μικροβίων που μπορούν να χορηγηθούν ως θεραπεία.

Ειρήνη Κοντοπίδου
Ειρήνη Κοντοπίδου Κλινική Διαιτολόγος - Διατροφολόγος, M.Sc.

H Eιρήνη Κοντοπίδου είναι Κλινικός Διαιτολόγος, με επιπλέον μεταπτυχιακή εξειδίκευση (M.Sc.) στην χημεία και τεχνολογία τροφίμων. Εργάζεται ως ακαδημαϊκή υπεύθυνη του προγράμματος Διαιτολογίας του Μητροπολιτικού Κολλεγίου Θεσσαλονίκης και παρέχει διαιτολογικές υπηρεσίες στο γραφείο της στην Πυλαία Θεσσαλονίκης.