Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μια από τις συχνότερες νευροαναπτυξιακές διαταραχές στην παιδική ηλικία. Παρόλα αυτά, συχνά συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή. Ο επιπολασμός της ΔΕΠΥ παγκοσμίως ανέρχεται στο 2,2% για τα παιδιά κ τους εφήβους (ηλικία < 18 ετών) και στο 2,8% για τους ενήλικες (18 – 44 ετών).
Ποια τα συμπτώματα;
Ως ένα βαθμό, είναι φυσιολογικό για τα παιδιά να παρουσιάζουν δυσκολία στη συγκέντρωση ή/και στη συμπεριφορά τους. Για τα παιδιά με ΔΕΠΥ όμως τέτοια συμπτώματα είναι σοβαρά, διαρκείας και προκαλούν προβλήματα στο σχολείο, στο σπίτι και στη συναναστροφή με φίλους.
Ένα παιδί με ΔΕΠΥ μπορεί να:
- Ξεχνά ή χάνει πράγματα
- Παρουσιάζει νευρικότητα
- Μιλά υπερβολικά
- Κάνει λάθη απροσεξίας ή παίρνει ρίσκα που δε χρειάζονται
- Δίνει την εντύπωση ότι δεν ακούει όταν κάποιος του μιλά
- Διασπάται εύκολα η προσοχή του
- Δυσκολεύεται να περιμένει τη σειρά του
- Έχει δυσκολία στη συναναστροφή με άλλους ανθρώπους
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Οι ειδικοί χρησιμοποιούν τα κριτήρια που ορίζει το εγχειρίδιο DSM – 5 (American Psychiatric Association’s Diagnostic and Statistical Manual, Fifth edition) για τη διάγνωση της ΔΕΠΥ. Για τη διάγνωση ατόμων άνω των 17 ετών χρειάζεται να πληρούνται τουλάχιστον 5 κριτήρια ενώ για τη διάγνωση παιδιών κάτω των 17 χρειάζεται να πληρούνται τουλάχιστον 6 από αυτά.
Ποια η θεραπεία;
Στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται 2 είδη φαρμάκων για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ: η μεθυλοφαινιδάτη και η ατομοξετίνη. Τα φάρμακα αυτά ακολουθούν διαφορετική αγωγή και δρουν σε διαφορετικούς χρόνους, ενώ και τα 2 βοηθούν στη βελτίωση των συμπτωμάτων και δρουν συνεργικά με την ψυχοθεραπεία. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι συνήθως ήπιες και παροδικές και περιλαμβάνουν κεφαλαλγία, μειωμένη όρεξη, αίσθημα παλμών, εκνευρισμό, ξηροστομία καθώς και δυσκολία στον ύπνο, κλπ.
Η φαρμακευτική αγωγή χρησιμοποιείται παράλληλα με κάποια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Το είδος της προσέγγισης αποφασίζεται εξατομικευμένα από τον ψυχίατρο ή ψυχολόγο που παρακολουθεί το κάθε περιστατικό. Συνήθεις προσεγγίσεις αποτελούν η ψυχοθεραπεία, η θεραπεία μέσω της γνωστικής συμπεριφοράς, η ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων κ.ά.
Μία άλλη προσέγγιση είναι η ψυχοεκπαίδευση γονέων (parent training: ΡΤ), η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση της σχέσης γονέα-παιδιού. Πρόκειται για μία έμμεση παρέμβαση που διδάσκει στους γονείς τεχνικές διαχείρισης. Για τα παιδιά σχολικής ηλικίας η ψυχοεκπαίδευση γονέων μαζί με ατομική συμπεριφορική θεραπεία είναι η κύρια μη- φαρμακευτική θεραπευτική επιλογή.
Άλλες θεραπευτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται επιπρόσθετα είναι η ειδική αγωγή, καθώς το 20% με 30% των παιδιών με ΔΕΠΥ έχουν συννοσηρότητα με μαθησιακές δυσκολίες και η νευροανάδραση, η οποία απευθύνεται σε παιδιά άνω των 6 ετών και ενήλικες, καθώς απαιτεί προσπάθεια από τον εκπαιδευόμενο και τα αποτελέσματά της εξαρτώνται από το βαθμό συνεργασίας και συμμετοχής του. Τέλος, Συμπληρωματικές και Εναλλακτικές θεραπείες για παιδιά με ΔΕΠΥ συνιστούν η προσαρμοσμένη διατροφή, τα συμπληρώματα διατροφής, βιταμίνες και/ή μέταλλα, αρωματοθεραπεία, χειροπρακτική, διαλογισμός κ.α.
Ποια η σχέση Διατροφής και ΔΕΠΥ;
Ο Διεθνής Οργανισμός για τη Διατροφική Ψυχιατρική Έρευνα (International Society for Nutritional Psychiatry Research) έχει τονίσει τη διατροφή ως κρίσιμο παράγοντα στις πνευματικές διαταραχές και την ανάγκη συμπερίληψης της διατροφής στην κοινή πρακτική για την αντιμετώπιση τους.
Μία πολύ πρόσφατη ανασκόπηση και μετα-ανάλυση εξέτασε τη σχέση κάποιων διατροφικών σχημάτων με τη ΔΕΠΥ και έδειξε ότι άτομα που ακολουθούν δυτικού τύπου διατροφή είναι περισσότερο πιθανό να εμφανίσουν συμπτώματα ΔΕΠΥ. Όταν λέμε «δυτικού τύπου» εννοούμε διατροφή πλούσια σε κόκκινο κρέας και προϊόντα κρέατος, υδρογονωμένα λιπαρά και ραφιναρισμένους υδατάνθρακες. Το ίδιο συμβαίνει και με τον τύπο διατροφής που ονομάζουμε «junk food», δηλαδή δίαιτα πλούσια σε ζαχαρούχα ποτά/αναψυκτικά και επιδόρπια. Αντίθετα, τα άτομα που ακολουθούν υγιεινή διατροφή, δηλαδή διατροφή που περιέχει υψηλές δόσεις σε φρούτα, λαχανικά όσπρια και ψάρια, έχουν λιγότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με ΔΕΠΥ.
Το ‘75 προτάθηκε από τον Feingold, ότι τα πρόσθετα των τροφίμων όπως οι χρωστικές, τα ενισχυτικά γεύσης και κάποια συντηρητικά πυροδοτούν την υπερκινητικότητα και άλλα προβλήματα συμπεριφοράς μέσω νευρολογικών βλαβών. Οι έρευνες που έχουν γίνει από τότε παρουσιάζουν μικτά αποτελέσματα. Μία μετα-ανάλυση του 2012 έδειξε ότι το 33% των παιδιών με ΔΕΠΥ ανταποκρίνονται κλινικά σε διατροφικές παρεμβάσεις τέτοιου τύπου, μόνο όμως το 8% παρουσιάζει συμπτώματα που σχετίζονται με συνθετικές χρωστικές. Οι διαφορές στα συμπτώματα πιθανόν να οφείλονται σε γενετικούς πολυμορφισμούς. Πολυμορφισμοί σε συγκεκριμένα γονίδια έχουν συσχετιστεί με επιδείνωση των κλινικών συμπτωμάτων σε παιδιά με ΔΕΠΥ ύστερα από έκθεση σε πρόσθετα τροφίμων.
Μια καλή συμβουλή για τους γονείς:
Εφόσον τα πρόσθετα τροφίμων δεν έχουν κάποιες ευεργετικές συνέπειες στην υγεία των παιδιών ούτως ή άλλως, μπορούν να δοκιμάσουν μια περιοριστική δίαιτα για 3 μήνες, παρατηρώντας και αξιολογώντας ταυτόχρονα με συγκεκριμένους δείκτες τα συμπτώματα ΔΕΠΥ στο παιδί.
- Τα τρόφιμα που προτείνεται να επιλέγονται από το σούπερ μάρκετ είναι αυτά που φέρουν ενδείξεις όπως «χωρίς προσθήκη χρωστικών, συντηρητικών ή ενισχυτικών γεύσης»
- Τρόφιμα που θα πρέπει να αποφεύγονται είναι:
- Παγωτά και γρανίτες
- Γιαούρτια με γεύσεις
- Καραμέλες
- Αναψυκτικά
- Αρτοσκευάσματα
- Γλυκά (όπως σοκολάτες με γεύσεις)
- Καθώς και συμπληρώματα βιταμινών για παιδιά που περιέχουν τεχνητές χρωστικές
Συμπληρώματα Διατροφής και ΔΕΠΥ
Πολυακόρεστα λιπαρά οξέα
Η δυτική διατροφή περιλαμβάνει σε αφθονία ωμέγα – 6 λιπαρά οξέα ή πρόδρομα τους μόρια (όπως το λινολεϊκό οξύ), σε αντίθεση με τα ωμέγα – 3 και πρόδρομα τους μόρια (όπως το α-λινολενικό οξύ), που υπάρχουν σε μικρότερη αναλογία. Αυτή η υψηλή αναλογία Ω-6 προς Ω-3 μπορεί να μεταβάλλει ιδιότητες της κυτταρικής μεμβράνης και να προάγει την νευροφλεγμονή. Αυτό συμβαίνει γιατί το αραχιδονικό οξύ που είναι ένα Ω-6 λιπαρό οξύ, συστατικό της κυτταρικής μεμβράνης, είναι πρόδρομος ορισμένων φλεγμονοδών εικοσανοειδών, όπως οι πρσταγλανδίνες και οι θρομβοξάνες. Αντίθετα τα Ω-3 λιπαρά οξέα έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Τα Ω-3 λιπαρά οξέα φαίνεται να επηρεάζουν τη νευροδιαβίβαση της σεροτονίνης και ντοπαμίνης στον εγκέφαλο κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία στη ΔΕΠΥ, ενώ επιπλέον μειώνουν το οξειδωτικό στρες, το οποίο φαίνεται να αυξάνεται στα περιστατικά με ΔΕΠΥ.
Υπάρχουν πλέον αρκετά πειστικά στοιχεία, από τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές, για την αποτελεσματικότητα της χρήσης πολυακόρεστων λιπαρών οξέων και ιδιαίτερα Ω-3 στη θεραπεία της ΔΕΠΥ. Παρόλα αυτά η αποτελεσματικότητα της φαρμακοθεραπείας φαίνεται να είναι μεγαλύτερη σε σχέση με αυτή της θεραπείας με Ω-3 λιπαρά οξεά. Έτσι, τα Ω-3 θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο σε ήπιες περιπτώσεις ΔΕΠΥ και σαν επιπρόσθετη θεραπεία σε πιο σοβαρές περιπτώσεις.
Μελατονίνη
Η μελατονίνη είναι μια ορμόνη η οποία χρησιμοποιείται για τη βελτίωση της ποιότητας του ύπνου και την αύξηση της συνολικής διάρκειας του ύπνου, τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες με σχετικά προβλήματα. Τα προβλήματα ύπνου απαντώνται συχνά σε παιδιά με ΔΕΠΥ. Η μελατονίνη φαίνεται ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ύπνου, αλλά όχι για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ στα παιδιά αυτά.
Μέταλλα
Έρευνες δείχνουν μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ χαμηλών επιπέδων ψευδαργύρου και ΔΕΠΥ. Παρόλα αυτά για τη χρήση συμπληρωμάτων ψευδαργύρου ως θεραπεία της ΔΕΠΥ θα πρέπει να λαμβάνονται υπ΄όψη τα επίπεδα ψευδαργύρου στον οργανισμό. Περισσότερες έρευνες θα πρέπει να γίνουν όσον αφορά στη χρήση συμπληρωμάτων σιδήρου και μαγνησίου καθώς τα στοιχεία που υπάρχουν έως τώρα δε φαίνεται να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα τους στη θεραπεία της νόσου.
Βότανα
Κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορα βότανα για τη θεραπεία της ΔΕΠΥ, κάποια από αυτά έχουν κατηγορηθεί για παρενέργειες, όπως το Ginkgo biloba - το οποίο σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αιμοραγίας - ή αλληλεπιδράσεις με φάρμακα όπως το St. John’s Wort, ενώ η αποτελεσματικότητα τους είναι ακόμα αμφισβητούμενη. Για τους παραπάνω λόγους δε συνιστάται η χρήση βοτάνων στη θεραπεία της ΔΕΠΥ.
Συμπερασματικά
Η ΔΕΠΥ είναι μια πολύπλοκη διαταραχή με αίτια το οποία δεν είναι ακόμη ξεκάθαρα. Η θεραπεία της στηρίζεται συχνά σε συνδυασμό μεθόδων. Μία από τις θεραπευτικές μεθόδους που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες είναι η υγιεινή διατροφή, η οποία θα πρέπει, όπως πάντα, να εφαρμόζεται εξατομικευμένα και να παρακολουθείται στενά από τους ειδικούς. Οι γονείς παιδιών με ΔΕΠΥ θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στη χορήγηση συμπληρωμάτων διατροφής και να συμβουλεύονται κάποιον ειδικό διατροφολόγο ή ιατρό που θα τους καθοδηγήσει σωστά όσον αφορά την αναγκαιότητα χρήσης συμπληρωμάτων καθώς και τη συχνότητα και δόση που απαιτείται κάθε φορά.