Όταν πρωτομάθατε ότι πάσχετε από τη νόσο του Crohn, είναι φυσικό ότι σας δημιουργήθηκαν πολλά ερωτηματικά. Θα μπορώ να συνεχίσω την εργασία μου, τις σπουδές μου, να ταξιδεύω, να γυμνάζομαι; Μπορεί τα φάρμακα να έχουν παρενέργειες; Μήπως πρέπει να κάνω ειδική δίαιτα; Πώς θα με αντιμετωπίσουν οι άλλοι; Αυτό το φυλλάδιο προσφέρει μία σύντομη επισκόπηση της νόσου, της διάγνωσης και θεραπείας της, και του αντίκτυπο που έχει στην καθημερινή ζωή του ασθενούς και της οικογένειάς του.
- Τι είναι;
- Ποια η συχότητα εμφάνισης;
- Ποια τα αίτια;
- Συμπτώματα Νόσου Crohn
- Ποιες οι μορφές;
- Πώς γίνεται η διάγνωση;
- Διατροφή & Νόσος Crohn
- Ποιος ο ρόλος της διατροφικής υποστήριξης;
- Οξεία Φάση - Εντερική σίτιση
- Φάση Ύφεσης - Εντερική σίτιση
- Εμφάνιση πιθανών προβλημάτων
- Εγκυμοσύνη & Νόσος Crohn
- Ο ρόλος του χειρουργείου
- Ποια η θεραπεία;
- Συχνές Ερωτήσεις
Τι είναι η νόσος του Crohn;
Η νόσος Crohn είναι μια χρόνια φλεγμονή του γαστρεντερικού συστήματος. Ονομάσθηκε έτσι προς τιμή του του Νεοϋρκέζου γιατρού Burrill Crohn ο οποίος παρουσίασε το 1932 μαζί με τους συνεργάτες του μια σειρά ασθενών με αυτή την ασθένεια. H νόσος Crohn παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με μια άλλη πάθηση του εντέρου που ονομάζεται ελκώδης κολίτιδα και παλιότερα πίστευαν ότι επρόκειτο για τις ίδιες παθήσεις. Σήμερα γνωρίζουμε ότι είναι δύο ξεχωριστές ασθένειες που ανήκουν στις Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Εντερικές Νόσους (ΙΦΕΝ) και παρά τις πολλές τους ομοιότητες έχουν και μεγάλες διαφορές. Η σπουδαιότερη διαφορά τους είναι ότι ενώ στην ελκώδη κολίτιδα πάσχει αποκλειστικά και μόνο το παχύ έντερο, στη νόσο Crohn συχνότερα η φλεγμονή είναι στο τελικό μέρος του λεπτού εντέρου (ειλεός), αν και μπορεί να προσβάλει
οποιοδήποτε άλλο τμήμα του γαστρεντερικού συστήματος.
Πόσο συχνή είναι η νόσος Crohn;
Περίπου 50 άτομα στους 100 0000 πάσχει από νόσο Crohn. Παρόλο που είναι λιγότερη συχνή από την ελκώδη κολίτιδα, υπάρχει η άποψη ότι συχνότητα της αυξάνεται με γρηγορότερο ρυθμό. Η νόσος είναι περισσότερο συχνή στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης και στις αστικές περιοχές, ενώ άντρες και γυναίκες προσβάλλονται το ίδιο. Μπορεί να αρχίσει σε οποιαδήποτε ηλικία, αλλά συνήθως εμφανίζεται σε νέους ενήλικες. Στις περισσότερες περιπτώσεις η διάγνωση γίνεται πριν την ηλικία των 30, και ένα πολύ μικρότερο ποσοστό μπορεί να παρουσιάσει τη νόσο μεταξύ 50 και 70 ετών. Παρόλα αυτά, η ασθένεια μπορεί να εμφανιστεί και σε μικρά παιδιά ή ηλικιωμένους.
Περίπου 10000 Έλληνες πάσχουν από ΙΦΕΝ. Στην χώρα μας παλιότερα επικρατούσε η αντίληψη ότι η νόσος Crohn ήταν μια σχετικά σπάνια ασθένεια, γεγονός που δεν ισχύει πλέον. Η Γαστρεντερολογική Κλινική του ΠΕΠΑΓΝΗ ήταν η πρώτη κλινική στην Ελλάδα που μετά από σοβαρή μελέτη παρουσίασε επίσημα στοιχεία για την Κρήτη στο διεθνή χώρο. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι στη διάρκεια της πενταετίας 1990-1994, μόνο στο νομό Ηρακλείου διαγνώσθηκαν 37 νέοι ασθενείς, ενώ παρατηρήθηκε διπλασιασμός της συχνότητας της νόσου το 1994 σε σύγκριση με το 1990. Φαίνεται λοιπόν ότι στην Κρήτη η νόσος Crohn είναι τόσο συχνή όσο είναι και στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης και παρουσιάζει σημαντική αυξητική τάση.
Ποια είναι τα αίτια της νόσου Crohn;
Παρά τα χρόνια που πέρασαν από την ανακάλυψη της νόσου, η αιτία της συνεχίζει να παραμένει άγνωστη. Πάντως, από μελέτες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι η φλεγμονή του εντέρου οφείλεται σε μία πολύπλοκη αλληλεπίδραση των γονιδίων που κληρονόμησε ο ασθενής και κάτι από το περιβάλλον. Ξένες ουσίες (αντιγόνα) από το περιβάλλον μπορεί να είναι τα αίτια της φλεγμονής, ή μπορεί να παρακινούν την άμυνα του σώματος να ξεκινήσει φλεγμονώδεις διαδικασίες που συνεχίζουν ανεξέλεγκτα.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι όταν το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ασθενή με νόσο Crohn “ανάψει”, δεν ξέρει πώς να “σβήσει” την κατάλληλη στιγμή. Σαν αποτέλεσμα, η φλεγμονή χρονίζει, αλλοιώνει το έντερο και προκαλεί τα συμπτώματα. Το σίγουρο είναι ότι δεν προκαλείται από κάποιο από τα γνωστά μικρόβια, γι’ αυτό δεν είναι μεταδοτική (κολλητική).
Είναι η νόσος Crohn κληρονομική;
Παρόλο που η νόσος Crohn δεν είναι μια καθαρά κληρονομική νόσος, δηλαδή δεν κληρονομείται συχνά από τη μητέρα ή τον πατέρα στο παιδί, φαίνεται ότι έχει τάση να εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα της ίδιας οικογένειας και ειδικά σε δίδυμα αδέλφια. Οι μελέτες δείχνουν ότι περίπου το 20-25% των ασθενών μπορεί να έχουν ένα κοντινό συγγενή με νόσο Crohn ή ελκώδη κολίτιδα. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα δεν είναι δυνατό να προβλέψει κανείς αν και ποια μέλη μιας οικογένειας μπορεί να εκδηλώσουν τη νόσο του Crohn.
Επιστήμονες από όλο τον κόσμο συνεχίζουν να ερευνούν την περίεργη αυτή αρρώστια και ψάχνουν να βρουν τα γονίδια που την προκαλούν. Το ενθαρρυντικό είναι ότι τα τελευταία χρόνια έχουν βρεθεί ήδη ορισμένα από αυτά τα υπεύθυνα γονίδια και υπάρχει αισιοδοξία ότι η αιτία και η οριστική θεραπεία της νόσου δεν είναι πολύ μακριά.
Συμπτώματα της νόσου Crohn
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα που θα οδηγήσουν τον άρρωστο στο γιατρό είναι οι διάρροιες με ή χωρίς αίμα, ο κοιλιακός πόνος, ο πυρετός, η αιμορραγία από το έντερο, η ανορεξία και το επακόλουθο χάσιμο βάρους. Μερικοί ασθενείς συχνά νιώθουν κουρασμένοι και ληθαργικοί και μπορεί να έχουν αναιμία.
Αν η ασθένεια έχει προχωρήσει, μπορεί να έχουν δημιουργηθούν στενώσεις στο έντερο και τότε όχι μόνο δεν παρουσιάζεται διάρροια, αλλά αντιθέτως υπάρχει έντονη δυσκοιλιότητα. Αν η στένωση είναι πολύ σφιχτή και δεν μπορούν να περάσουν τα κόπρανα και τα αέρια μέσα από αυτήν, μπορεί να δημιουργηθεί ειλεός εντέρου και τότε ο ασθενής έχει πόνο, εμετούς και δεν μπορεί να ενεργηθεί. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να αναπτύξουν στην περιοχή γύρω από τον πρωκτό, απόστημα ή συρίγγιο που δεν κλείνει εύκολα.
Mορφές της νόσου Crohn
Η σοβαρότητα, αλλά και το είδος των συμπτωμάτων εξαρτώνται άμεσα από το σημείο του γαστρεντερικού σωλήνα που πάσχει και από το αν έχουν δημιουργηθεί επιπλοκές, όπως οι στενώσεις, τα αποστήματα ή τα συρίγγια. Έτσι, αν η νόσος Crohn πιάνει μόνο το παχύ έντερο, συνήθως υπάρχουν διάρροιες με αίμα, ενώ αν πάσχει το λεπτό έντερο οι διάρροιες δεν έχουν πάντα αίμα και κυριαρχεί ο πόνος και το χάσιμο βάρους.
Επειδή πολύ συχνά η νόσος προσβάλει το τελικό κομμάτι του λεπτού εντέρου (ειλεός) που βρίσκεται κοντά στην σκωληκοειδή απόφυση, πολλές φορές η νόσος παρουσιάζεται σαν οξεία σκωληκοειδίτιδα και η διάγνωση μπαίνει μετά από το χειρουργείο (σκωληκοειδεκτομή).
Σπάνια η νόσος Crohn μπορεί να παρουσιασθεί στο στομάχι ή στον οισοφάγο και να προκαλέσει έλκος με πόνο ή αιμορραγία.
Είναι σημαντικό ότι δεν παρουσιάζουν όλοι οι άρρωστοι επιπλοκές, ούτε η νόσος είναι σε όλους σοβαρή. Αντιθέτως, είναι δυνατόν τα συμπτώματα να είναι ελάχιστα και για μεγάλο διάστημα να μην τους απασχολούν καθόλου.
Διάγνωση της νόσου Crohn
Για να βγει το συμπέρασμα ότι έχετε νόσο Crohn και να διαπιστωθεί πόση έκταση έχει, ίσως να χρειασθεί να κάνετε μια σειρά εξετάσεων. Εκτός από τις εξετάσεις αίματος και κοπράνων, ένας λεπτομερής έλεγχος περιλαμβάνει την κολονοσκόπηση, γαστροσκόπηση και εντερόκλυση.
Η κολονοσκόπηση είναι μια εξέταση που γίνεται από γαστρεντερολόγο. Με ένα λεπτό και μαλακό σωλήνα που μπαίνει από τον πρωκτό, ο γιατρός μπορεί να δει απευθείας όλο το παχύ έντερο και πολλές φορές και το τελευταίο τμήμα του λεπτού εντέρου (ειλεό), να εξακριβώσει από τι πάσχει και πόσο ακριβώς τμήμα έχει πρόβλημα. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι μπορεί να πάρει μικρά κομματάκια εντέρου (βιοψίες) και να τα στείλει για εξέταση στον Παθολογοανατόμο. Αυτός είναι ένας από τους πλέον σίγουρους τρόπους για να γίνει η διάγνωση της νόσου Crohn. Η εξέταση διαρκεί περίπου 20-30 λεπτά και χρειάζεται να έχετε κάνει από πριν δίαιτα και καλό καθαρισμό του εντέρου. Επειδή η κολονοσκόπηση μπορεί να σας προκαλέσει ελαφρύ πόνο, πριν την εξέταση γίνεται μία ενδοφλέβια ένεση που θα σας ηρεμήσει και ίσως σας φέρει λίγο ύπνο.
H γαστροσκόπηση είναι πολύ πιο απλή από την κολονοσκόπηση και διαρκεί 5-10 λεπτά. Γίνεται και αυτή από γαστρεντερολόγο και δε χρειάζεται ιδιαίτερη προετοιμασία. Ο σκοπός της γαστροσκόπησης είναι να εξετασθεί ο οισοφάγος, το στομάχι και το δωδεκαδάκτυλο και να διαπιστωθεί αν υπάρχουν βλάβες που οφείλονται σε νόσο Crohn.
Διαβάστε Επίσης: Πώς να προετοιμαστείτε διατροφικά για Κολονοσκόπηση και Γαστροσκόπηση
H εντερόκλυση είναι η εξέταση εκείνη που μπορεί να δώσει προς το παρόν τις περισσότερες πληροφορίες για την κατάσταση του λεπτού εντέρου. Γίνεται από ακτινολόγο και απαιτεί συγκεκριμένη δίαιτα και καθαρισμό του εντέρου με καθαρτικά. Το μειονέκτημα της είναι ότι ο γιατρός μπορεί να σας πει ποιό κομμάτι του λεπτού εντέρου έχει πρόβλημα, αλλά δεν μπορεί να πάρει βιοψίες.
Ανάλογα με την πορεία της νόσου, ίσως να χρειασθείτε μερικές συμπληρωματικές εξετάσεις, όπως είναι το υπερηχογράφημα, η αξονική τομογραφία, η μαγνητική τομογραφία κ.α. Στις μέρες μας βρίσκεται σε εξέλιξη ένας νέος ανώδυνος τρόπος εξέτασης του λεπτού εντέρου με ειδική κάψουλα που καταπίνει ο ασθενής. Υπάρχει η αισιοδοξία ότι στο μέλλον, μια ομάδα ασθενών θα μπορέσει να ωφεληθεί από αυτού του είδους την τεχνολογική εξέλιξη.
Διατροφή & Νόσος Crohn
Η καλή διατροφή είναι απαραίτητη σε κάθε χρόνια νόσο, αλλά ιδιαίτερα στη νόσο του Crohn, που χαρακτηρίζεται από ανορεξία, φτωχή απορρόφηση και διάρροια. Αυτά τα συμπτώματα αποστερούν το σώμα από υγρά, θρεπτικά συστατικά, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Για το λόγο αυτό ένα καλό διαιτολόγιο είμαι βασικό στη νόσο του Crohn και πολλές φορές χορηγούνται από το γιατρό ειδικά συμπληρώματα διατροφής και βιταμίνες.
Δε φαίνεται να υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο φαγητό ή ποτό που να ευθύνεται για τα επεισόδια υποτροπής, αν και κάθε άτομο ξεχωριστά είναι καλό να βρει αν υπάρχει το είδος τροφής που του προκαλεί προβλήματα και να το αποφεύγει. Μερικοί ασθενείς, ειδικά όταν έχουν διάρροια ή πόνο στην κοιλιά, είναι προτιμότερο να περιορίζουν το γάλα και τις λιπαρές τροφές. Όταν υπάρχουν στενώσεις στο έντερο θα πρέπει να αποφεύγονται οι δύσπεπτες τροφές, όπως το σκληρό κρέας, τα όσπρια, οι ξηροί καρποί, τα λαχανικά και τα φρούτα με πολλές ίνες και σπόρους καθώς και τα μεγάλα ή βαριά γεύματα.
Επίσης μερικά άτομα με νόσο Crohn έχουν παρατηρήσει ότι το κρασί, η μπύρα και ορισμένα άλλα οινοπνευματώδη τους προκαλούν διάρροια και φούσκωμα. Το σίγουρο είναι ότι πρέπει να αποφεύγετε τα οινοπνευματώδη όταν παίρνετε μερικά φάρμακα όπως η μετρονιδαζόλη (Flagyl), γιατί μπορεί να φέρει σαν αποτέλεσμα πολλές και επικίνδυνες παρενέργειες
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι πρέπει να κάνετε αυστηρή δίαιτα, ειδικά όταν δεν έχετε συμπτώματα. Αντιθέτως είναι βασικό να παίρνετε όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεστε και να ακολουθείτε ένα φυσιολογικό και υγιές διαιτολόγιο.
Δείτε τα τρόφιμα αυτά στο slideshow που ακολουθεί.
Διατροφικά προβλήματα σε ασθενείς με ΙΦΝΕ
Σε ασθενείς με ΙΦΝΕ, κυρίως στην οξεία φάση, παρατηρείται συχνά υποθρεψία, ο βαθμός της οποίας εξαρτάται από τη διάρκεια, την έκταση και τη σοβαρότητα της νόσου.
Μηχανισμοί πρόκλησης υποθρεψίας | Αίτια | |
Μειωμένη πρόσληψη τροφής | Ανορεξία, κοιλιακό άλγος, ναυτία, έμετοι, δίαιτες, νηστεία προετοιμασίας για ιατρικές εξετάσεις, μεταβολές γεύσης λόγω φαρμάκων | |
Δυσαπορρόφηση θρεπτικών συστατικών | Μειωμένη επιφάνεια απορρόφησης λόγω φλεγμονής, διαταραχή εντεροηπατικού κύκλου, εκτομή εντέρου, συρίγγια, αναστομώσεις, βακτηριακή υπερανάπτυξη. | |
Αυξημένες απώλειες θρεπτικών συστατικών από το έντερο | Εντεροπάθεια με απώλεια πρωτεϊνών, απώλεια αίματος (σίδηρος), διάρροια (απώλεια μαγνησίου, ψευδαργύρου, καλίου), απώλειες ασβεστίου λόγω δυσαπορρόφησης, στεατόρροια (απώλεια λίπους και λιποδιαλυτών βιταμινών). | |
Διαταραχές μεταβολισμού | Υπερκαταβολισμός από τη συστηματική φλεγμονή και την αυξημένη οξείδωση λιπαρών οξέων. | |
Μειωμένη αξιοποίηση θρεπτικών συστατικών | Παρενέργειες φαρμάκων (ανορεξία, ναυτία, πρωτεόλυση) και μειωμένη πρωτεϊνοσύνθεση εξ αιτίας κυτταροκινών που ευοδώνουν τη φλεγμονή (πχ αντι-ΤΝFα, κοκ). | |
Αλληλεπιδράσεις φαρμάκων και θρεπτικών συστατικών | Κορτικοστεροειδή | Επαναρρόφηση ασβεστίου, καταβολισμός πρωτεϊνών |
Μεθοτρεξάτη και σουλφασαλαζίνη | Ανταγωνίζονται το φυλλικό οξύ | |
Χολεστυραμίνη | Λιποδιαλυτές βιταμίνες | |
Αντιμικροβιακά | Βιταμίνη Κ |
Πίνακας 1. (τροποποιημένος από Hartman και συν. 2009 και Lucendo και συν. 2009)
Τι συμβαίνει στις περιπτώσεις απώλειας βάρους;
Η πρόσφατη απώλεια βάρους και ο χαμηλός ΔΜΣ αντανακλούν τη δραστηριότητα της νόσου. Όπως προείπαμε, στη NC το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο όταν συμμετέχει το λεπτό έντερο, καθώς υπάρχει ανορεξία (με επακόλουθη τη μειωμένη λήψη τροφής), δυσαπορρόφηση θρεπτικών συστατικών της τροφής από το έντερο που πάσχει, απώλεια πρωτεϊνών από το έντερο και μειωμένη πρόσληψη ενέργειας. Έτσι, προκαλείται πρωτεϊνικός-θερμιδικός υποσιτισμός, και συγκεκριμένες ελλείψεις μικροσυστατικών, όπως οι λιποδιαλυτές βιταμίνες, σίδηρος, φυλλικό, Β12, ψευδάργυρος, σελήνιο.
Το ισοζύγιο αζώτου είναι συχνά αρνητικό. Ανάλογα με τη βαρύτητα της διάρροιας και την πρόσληψη τροφής παρουσιάζονται ελλείψεις σε κάλιο, μαγνήσιο, ασβέστιο και φώσφορο. Επίσης, στους ασθενείς με NC βρεθεί ότι διάφορα αντιοξειδωτικά βρίσκονται σε χαμηλότερα από τα φυσιολογικά επίπεδα. Σχετικά με το ασκορβικό οξύ, τα α και β καροτένια, το λυκοπένιο και τη β-κρυπτοξανθίνη δεν έχει αποδειχθεί ότι τα μειωμένα επίπεδά τους παίζουν κάποιο σημαντικό κλινικό ρόλο, ενώ σχετικά με τον ψευδάργυρο και το σελήνιο η έλλειψή τους μπορεί να συμβάλλει στην πρόοδο της φλεγμονής.
Σημαντική απώλεια βάρους παρατηρείται σε ποσοστό μέχρι και 80% των ασθενών με ενεργό NC και 18-62% των ασθενών με EK
Η ύφεση της νόσου
Όταν η NC ηρεμεί (ύφεση) η θρέψη των ασθενών ποικίλει. Μπορεί να είναι φαινομενικά φυσιολογική αλλά αν η ύφεση έχει επιτευχθεί με χειρουργική επέμβαση μπορεί να υπάρχει υποθρεψία είτε επειδή δεν απορροφούνται ικανοποιητικά τα θρεπτικά συστατικά της τροφής ή επειδή ο ασθενής έχει χρόνια διάρροια από χολικά άλατα που δεν απορροφώνται αν έχει αφαιρεθεί το τελικό τμήμα του λεπτού εντέρου ή από υπερανάπτυξη βακτηρίων στο λεπτό έντερο ή από κακή απορρόφηση των λιπών ή, τέλος, επειδή το έντερο έχει βραχυνθεί σημαντικά από επανειλημμένες χειρουργικές εκτομές.
Γενικώς όμως όταν η νόσος μπει σε ύφεση με φάρμακα οι ελλείψεις σε θρεπτικά μικροσυστατικά είναι σπάνια. Ιδιαίτερη προσοχή όμως χρειάζεται για να ελεγχθούν τα επίπεδα της Β12, του φυλλικού οξέος και του σιδήρου. Πρέπει να θυμόμαστε ότι στους ασθενείς με NC ακόμα και σε ύφεση η μυϊκή μάζα είναι ελαττωμένη και η λειτουργία του μυϊκού ιστού προβληματική κάτι που έρχεται σε συμφωνία με προηγούμενες μελέτες.
Η οξεία φάση της νόσου
Σε ασθενείς που βρίσκονται σε οξεία φάση, οι διαταραχές στο ισοζύγιο υγρών και ηλεκτρολυτών καθώς και η υποπρωτεϊναιμία επιβαρύνουν την πρόγνωση της νόσου και η πιθανότητα βαρειάς λοίμωξης αυξάνεται Η υποθρεψία πριν από τη χειρουργική επέμβαση αυξάνει την πιθανότητα επιπλοκών. Η υποπρωτεϊναιμία προκαλεί διαταραχές της ανοσίας και μειώνει την αμυντική ικανότητα του οργανισμού και ιδίως του εντέρου με αποτέλεσμα τον αυξημένο κίνδυνο να διασπαρούν μικρόβια από τον εντερικό αυλό στο συκώτι και τον υπόλοιπο οργανισμό και να επέλθει συστηματική λοίμωξη. Ορισμένες από τις λοιμώξεις αυτές προκαλούνται από στελέχη μικροβίων που είναι ανθεκτικά σε διάφορα αντιβιοτικά.
Εξ άλλου, η οστική μάζα είναι μειωμένη κι αυτό οφείλεται σε διάφορα αίτια η δυσαπορρόφηση ασβεστίου και βιταμίνης D. Οι ελλείψεις σε Β12 και φυλλικό οξύ μπορεί να οδηγήσουν σε μεγαλοβλαστική αναιμία. Επίσης, μπορεί να υπάρξει σιδηροπενική αναιμία αν και η αναιμία των ΙΦΝΕ συχνά δεν οφείλεται σε διατροφικές ελλείψεις αλλά στη χρόνια νόσο. Παιδιά και έφηβοι μπορεί να εμφανίσουν καθυστερημένη ανάπτυξη σε ποσοστό 40-75% και καθυστερημένη εφηβεία και εμμηναρχή (οι θήλεις). Οι ασθενείς έχουν συχνά απώλεια βάρους και μειωμένο μυϊκό και λιπώδη ιστό.
Συνδέεται η έλλειψη βιταμίνης D με χειρότερη έκβαση της νόσου;
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D αποτελεί κοινό ζήτημα υγείας σε όλο τον κόσμο. Ο επιπολασμός της ανεπάρκειας βιταμίνης D είναι υψηλότερος κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της άνοιξης και χαμηλότερος κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του φθινοπώρου. Παρόλο ότι δεν υπάρχει απόλυτη ομοφωνία ως προς το ποιο θα πρέπει να είναι το φυσιολογικό εύρος για τα επίπεδα ορού της 25(OH)D, οι περισσότεροι επιστήμονες θεωρούν τα επίπεδα 25(OH)D < 30ng/mL ως ανεπάρκεια, λαμβάνοντας υπόψιν τις έξω-σκελετικές δράσεις της βιταμίνης D ενώ άλλοι τα επίπεδα 25(OH)D < 20ng/mL(50nmol/L).
Τα άτομα με (ΙΦΕΝ) είναι πιθανό να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ανεπάρκειας βιταμίνης D για διάφορους λόγους, όπως: η μειωμένη απορρόφηση θρεπτικών συστατικών, η δυσαπορρόφηση χολικού άλατος, η περιορισμένη πρόσληψη τροφής, η αποφυγή έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία καθώς επίσης η λήψη ανοσοκατασταλτικής θεραπείας όπως οι θειοπουρίνες.
Αν και η ανεπάρκεια βιταμίνης D στις (ΙΦΕΝ) είναι καλά τεκμηριωμένη, δεν είναι σαφές εάν αποτελεί αιτία ή συνέπεια της νόσου. Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει συσχέτιση μεταξύ ανεπάρκειας βιταμίνης D και αυξημένης δραστηριότητας της νόσου. Τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D που σχετίζονται με τις (ΙΦΕΝ) μπορεί να οφείλονται σε μειωμένη πρόσληψη τροφής ή σε χαμηλή έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, αλλά είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί το γενετικό υπόβαθρο που συμβάλλει στις μεταβολές στα επίπεδα της βιταμίνης D. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι λόγοι για την συσχέτιση αυτή, είναι πιο πιθανό να βρεθούν σε εργαστηριακές ενδείξεις για τις λειτουργικές επιδράσεις της βιταμίνης D, υποδηλώνοντας μια επίδραση της ενεργού μορφής της βιταμίνης D στις ανοσοαποκρίσεις που σχετίζονται με τις (ΙΦΕΝ). Ωστόσο, μέσω της κατανόησης των μηχανισμών δράσης υπάρχουν αναδυόμενες ενδείξεις ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να εμπλέκεται στη σοβαρότητα της νόσου, εάν όχι εν μέρει, στην αιτιολογία των (ΙΦΕΝ).
Ποια ποσότητα βιταμίνης D φαίνεται να έχει θετικά αποτελέσματα;
Η κύρια πηγή βιταμίνης D είναι μέσω της σύνθεσης της στο δέρμα από την επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας. Οι τροφές που αποτελούν φυσική πηγή της βιταμίνης D είναι πολύ λίγες. Οι τροφές ζωικής προέλευσης αποτελούν τις κύριες πηγές βιταμίνης D. Τροφές όπως το συκώτι, το βοδινό, τα αυγά, το μοσχάρι, τα γαλακτοκομικά, κυρίως το γάλα, το τυρί και το βούτυρο περιέχουν μικρές και διαιτητικά μη σημαντικές ποσότητες βιταμίνης ενώ, ψάρια, όπως ο σολομός, η ρέγγα, οι σαρδέλες, ο τόνος και το μουρουνέλαιο αποτελούν καλές πηγές βιταμίνης D, ενώ όλα τα υπόλοιπα τρόφιμα περιέχουν ελάχιστη ποσότητα βιταμίνης. Πολύ καλές πηγές πρόσληψης της βιταμίνης αποτελούν και τα εμπλουτισμένα τρόφιμα, όπως γάλα, δημητριακά και φυτικές μαργαρίνες. Συμπληρώματα βιταμίνης D είναι ευρέως διαθέσιμα. Ωστόσο, η δόση των συμπληρωμάτων βιταμίνης D που απαιτείται για την πρόληψη της ανεπάρκειας είναι ένα θέμα προς συζήτηση.
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι θα πρέπει να παρέχεται βιταμίνη D κατά τη διάρκεια της θεραπείας με κορτικοστεροειδή στις (ΙΦΕΝ) για την πρόληψη της επιδείνωσης της υγείας των οστών, ως τυπικό σχήμα.
Η από του στόματος λήψη συμπληρώματος βιταμίνης D έχει αποδειχθεί ασφαλής με μόνο μικρές παρενέργειες οι οποίες γενικά είναι ανεκτές μεταξύ των παιδιών, χωρίς διαφορά σε διάφορα σχήματα δοσολογίας, όπως 2000 IU / ημέρα έναντι 50.000 IU / εβδομάδα. Μελέτες σε ενήλικο πληθυσμό, δείχνουν παρόμοια προφίλ ασφάλειας, με μια μετα-ανάλυση να το επιβεβαιώνει, με πιο συχνές παρενέργειες τη δίψα, τη ναυτία, την ξηροστομία, τους πονοκεφάλους, την υπνηλία και την κόπωση. Παρόλα αυτά, απαιτείται ακόμη έρευνα ως προς την αποσαφήνιση της διάρκειας και της δοσολογίας συμπληρωματων βιταμίνης D με απώτερο σκοπό, τη βελτίωση τόσο των συμπτωματων (ΙΦΕΝ) όσο και της ανεπάρκειας σε βιταμίνη D των ασθενών με (ΙΦΕΝ).
Διατροφική υποστήριξη στη νόσο Crohn
Όταν υπάρχει υποθρεψία δεν αρκούν οι απλοϊκές διαιτητικές συμβουλές ως μέθοδος αποκατάστασης. Αντίθετα, απαιτείται ειδική διατροφική παρέμβαση με χορήγηση ειδικών σκευασμάτων τεχνητώς παρασκευασμένης πλήρους ή εξειδικευμένης τροφής, όπως πχ η πεπτιδική δίαιτα (που περιέχει πεφθείσες πρωτεΐνες) ή στοιχειακή δίαιτα (που περιέχει αμινοξέα και μαλτοδεξτρίνες ως πηγή υδατανθράκων αλλά καθόλου λίπος).
Ποιος ο στόχος της διατροφικής υποστήριξης;
H διατροφική υποστήριξη στοχεύει στην αποκατάσταση των ελλειμμάτων και την πρόληψη ή άρση των συνεπειών τους. Θα πρέπει πχ και να μειώσει την απώλεια πρωτεϊνών από το έντερο που φλεγμαίνει αλλά και στην αύξηση της απορρόφησης των πρωτεϊνών. Εκτός όμως από αυτό, η εντερική σίτιση ενέχει και πρωτογενή θεραπευτική αξία, αφού οδηγεί σε ύφεση της νόσου καταστέλλοντας την εντερική φλεγμονή και βελτιώνοντας τους δείκτες της φλεγμονής στην περιφερική κυκλοφορία, όπως την CRP (C αντιδρώσα πρωτεΐνη), την ΤΚΕ, τη λευκοκυττάρωση, και μια σειρά από κυτταροκίνες που ευοδώνουν τη φλεγμονή. Δεν είναι επακριβώς γνωστός ο μηχανισμός μέσω του οποίου οι τεχνητές διατροφές επιτυγχάνουν την ύφεση της νόσου.
Έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις ότι πχ η αντιφλεγμονώδης δράση οφείλεται σε «ανάπαυση του εντέρου» (bowel rest) και σε μείωση του αντιγονικού φορτίου που προσάγειστο έντερο η φυσική τροφή. Επίσης, πιθανολογείται ότι στην έντονη φλεγμονή οι εντερικοί φραγμοί «χαλαρώνουν» και επιτρέπουν την είσοδο στον οργανισμό βλαπτικών ζωντανών μικροοργανισμών και μικρών αντιγονικών μορίων Η αντιφλεγμονώδης δράση των τεχνητών τροφών βοηθά το έντερο «να κλείσει», δηλαδή να ενισχύσει τους φυσικούς εντερικούς φραγμούς προάγοντας την επούλωση του βλεννογόνου και αποκαθιστώντας την ισορροπία της βακτηριακής εντερικής χλωρίδας. Η εντερική σίτιση αποτελεί πρώτη επιλογή για τη θρεπτική υποστήριξη ασθενών με NC, ιδίως στην παιδική ηλικία, ενώ η παρεντερική σίτιση πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε περίπτωση που η εντερική σίτιση δεν μπορεί να γίνει ανεκτή ή αντενδείκνυται (πχ σε εντερική απόφραξη).
Εντερική σίτιση στη νόσο του Crohn – οξεία φάση
Η εντερική σίτιση είναι αποτελεσματική στην οξεία φάση της νόσου ιδίως όταν αυτή προσβάλλει το λεπτό έντερο και λιγότερο όταν προσβάλλεται το παχύ έντερο επειδή οι διατροφικές ελλείψεις είναι μεγαλύτερες. Επιπλέον, χρησιμοποιείται τόσο προεγχειρητικά όσο και μετεγχειρητικά με σκοπό την θρεπτική υποστήριξη και την πρόληψη των επιπλοκών. Στα παιδιά μπορεί να υποκαταστήσει επάξια τα κορτικοστεροεδή που έχουν βλαπτική επίδραση στην ανάπτυξή τους. Αντενδείξεις αποτελούν η πλήρης εντερική απόφραξη (ειλεός) και δευτερευόντως η μεγάλη στένωση του εντέρου.
Τρόπος χορήγησης
Τα διαλύματα τεχνητής τροφής είναι δύσληπτα επειδή η γεύση τους δεν είναι ευχάριστη. Αν ο ασθενής δεν μπορεί να τα ανεχθεί από το στόμα θα πρέπει να τοποθετηθεί πολύ λεπτός ρινογαστρικός ή ρινονηστιδικός σωλήνας, δηλαδή σωλήνας από τη μύτη που προωθείται στο στομάχι ή το λεπτό έντερο. Ο τρόπος αυτός χορήγησης είναι ιδανικός για παιδιά όπως θα αναλυθεί στη συνέχεια. Από το στόμα ο ασθενής μπορεί να λάβει φυσική τροφή αλλά επιπρόσθετα έως 600 kcal ημερησίως μέσω σκευασμάτων. Μεγαλύτερη θερμιδική πρόσληψη μέσω τεχνητών σκευασμάτων είναι δύσκολη και θα απαιτήσει ρινογαστρικό σωλήνα. Έχει φανεί ότι η συνεχής χορήγηση προκαλεί λιγότερες επιπλοκές από τη διακεκομμένη (ναυτία, κοιλιακό άλγος, μετεωρισμός, διάρροια). Αν ο ρινογαστρικός σωλήνας δεν είναι αποδεκτός ή η διάρκεια της θεραπείας είναι μεγαλύτερη από 1 μήνα μπορεί να τοποθετηθεί γαστροστομία η οποία δεν παρουσιάζει περισσότερες επιπλοκές. Γενικά, στα παιδιά η συμμόρφωση είναι μεγαλύτερη.
Διάρκεια
Η εντερική σίτιση με σκοπό την ύφεση της νόσου, συνήθως διαρκεί από 10 ημέρες έως 8 εβδομάδες. Στις 10 ημέρες αναμένεται κάποια κλινική απόκριση, δηλαδή να μειωθούν σημαντικά τα συμπτώματα, και μάλιστα σε κάποιους ασθενείς μπορεί να υπάρξει ύφεση, δηλαδή πλήρης εξάλειψη των συμπτωμάτων. Όμως υπάρχουν ενδείξεις ότι η επούλωση του βλεννογόνου καθυστερεί και γι’ αυτό πρέπει η εντερική σίτιση να διαρκέσει 8 εβδομάδες ή περισσότερο. Σε ενήλικες ασθενείς που είχαν ύφεση της NC με εντερική σίτιση τα ποσοστά υποτροπής μετά από πάροδο ενός έτους ήταν 25-42%, συγκρίσιμα με τα ποσοστά υποτροπής μετά από θεραπεία με κορτικοστεροειδή. Κάποιες μελέτες έδειξαν ότι αν η διατροφική υποστήριξη συνεχιστεί μετά την οξεία φάση της νόσου διατηρείται η ύφεση της νόσου για μακρύ διάστημα. Η εντόπιση της νόσου δεν επηρεάζει την πιθανότητα υποτροπής. Η διακοπή της εντερικής σίτισης σε βαρειά νόσο οδηγεί σύντομα σε υποτροπή.
Η σημασία της εντερικής σίτισης
Ενήλικες
Στους ενήλικες ασθενείς δεν αρκεί η εντερική σίτιση ως μοναδική θεραπεία καθώς τα κορτικοστεροειδή δρουν ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά, εκτός αν αντενδείκνυται η χορήγησή τους. Σε μια ανάλυση μελετών από τους (Zachos και συνεργάτες 2007), που συνολικά συμπεριέλαβε 192 ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με εντερική σίτιση και 160 που έλαβαν κορτικοστεροειδή διαπιστώθηκε ότι η θεραπεία με κορτικοστεροειδή στην οξεία ΝC ήταν αποτελεσματικότερη στο να πετύχει ύφεση της νόσου από την εντερική σίτιση.
Παρόλα αυτά πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η εντερική σίτιση έχει λιγότερες παρενέργειες από τα κορτικοστεροειδή οπότε σε περιπτώσεις που αναμένεται μακροχρόνια λήψη μεγάλων δόσεων κορτικοστεροειδών ή υπάρχει μεγάλος κίνδυνος για οστεοπόρωση, όταν η νόσος παρουσιάζει ανθεκτικότητα στα στεροειδή ή ο ασθενής δεν επιθυμεί να τα λαμβάνει, η εντερική σίτιση είναι μια από τις αποτελεσματικές εναλλακτικές λύσεις.
Παιδιά
Στα παιδιά η εντερική σίτιση αποτελεί θεραπεία πρώτης γραμμής. Παιδιατρικές μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να επάγει την ύφεση της νόσου σε ποσοστό μέχρι και 85%. Από μετα-αναλύσεις φαίνεται ότι στα παιδιά η αποτελεσματικότητα της αποκλειστικής εντερικής σίτισης είναι ίδια με τη θεραπεία με κορτικοστεροειδή και προτιμάται μεταξύ άλλων για να αποφευχθούν οι παρενέργειες των στεροειδών. Παιδιά με σοβαρές διαταραχές ανάπτυξης μπορούν να σιτίζονται με ρινογαστρικό σωλήνα κατά τη διάρκεια της νύχτας λαμβάνοντας 1000-1500 θερμίδες. Στη διάρκεια της ημέρας ο καθετήρας κλείνεται ή αφαιρείται και οι μικροί ασθενείς μπορούν να ακολουθούν φυσιολογικές σχολικές και μη δραστηριότητες και να σιτίζονται κανονικά. επιπλέον.
Σε μελέτη που χρησιμοποιήθηκε αυτή η μέθοδος με διακεκομμένη νυχτερινή σίτιση παιδιών 8-15 ετών επετεύχθη αύξηση κατά μέσο όρο του σωματικού βάρους 6,9 kg και ύψους 7 cm μέσα σε ένα χρόνο. Επίσης, σχετικά με τα μικροθρεπτικά συστατικά, συνήθως είναι απαραίτητη η λήψη πολυβιταμινούχου σκευάσματος που να περιέχει εκτός των άλλων 400 mg φυλλικού οξέος, ενώ απαιτείται 1 mg σε περίπτωση φαρμακευτικής αγωγή με μεθοτρεξάτη ή σουλφασαλαζίνη. Επίσης, ημερησίως απαιτούνται 1200-1500 mg ασβεστίου και 400 βιταμίνης D. Αν υπάρχει έλλειψη βιταμίνης Β12 πρέπει αυτή να χορηγείται από το στόμα ή ενδομυϊκά.
Τι περιλαμβάνει η εντερική σίτιση;
Συνήθως χορηγούνται πολυμερή σκευάσματα, με πρωτεΐνες ως πηγή αζώτου, υδατάνθρακες με τη μορφή υδρολυμένου αμύλου και μέσης αλύσου λιπαρά οξέα. Συχνά προστίθενται και φυτικές ίνες παρόλο που δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για τη σημασία τους στους ασθενείς που νοσηλεύονται με οξεία ΝC. H μετα-ανάλυση έδειξε ότι διαφορές στο είδος της εντερικής σίτισης (στοιχειακή, ημιστοιχειακή, πολυμερής) δεν επηρεάζουν την έκβαση της θεραπείας κι επομένως δεν συνηγορείται η υπόθεση της «αντιγονικής» επίδρασης των πρωτεϊνών στη NC. Επειδή στο σημείο αυτό συμφωνούν αρκετές μελέτες συνιστάται η χορήγηση πολυμερών πρωτεϊνικών σκευασμάτων έναντι σκευασμάτων με ελεύθερα αμινοξέα (στοιχειακή δίαιτα) ή πεπτίδια (ημιστοιχειακή δίαιτα) εκτός αν διαπιστώνεται δυσανεξία στα πολυμερή σκευάσματα.
Οι ανάγκες σε πρωτεΐνη σε ασθενείς με ΙΦΝΕ είναι 1-1,5 g/kg
Τι συμβαίνει με το λίπος;
Σχετικά με το λίπος, διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι εντερική σίτιση με σκευάσματα πολύ μικρής περιεκτικότητας σε λίπος (0,6%-1,3% των συνολικών θερμίδων) υπερείχαν ελαφρά σε σχέση με σκευάσματα στα οποία το ποσοστό λίπους αντιστοιχούσε στο 12-30% των συνολικών θερμίδων. Επίσης, δίαιτες πολύ χαμηλής περιεκτικότητας σε λίπος (<3g/1000 kcal) και σε τριγλυκερίδια μακράς αλυσίδας υπερέχουν ελαφρά των πολυμερών διαλυμάτων πλήρους τροφής. Όμως η ποσότητα του λίπους δεν επηρεάζει τόσο το τελικό θεραπευτικό όμως αποτέλεσμα όσο το είδος των λιπαρών οξέων που περιέχεται στα πολυμερή διαλύματα τεχνητής τροφής αφού ασθενείς που έλαβαν για 4 εβδομάδες τροφή με 35% περιεκτικότητα σε λίπος, πιο εμπλουτισμένη σε λινολεϊκο οξύ (ω-6) σε σχέση με ελαϊκό οξύ (45% έναντι 28%) επέφεραν μεγαλύτερα ποσοστά ύφεσης της νόσου (52% έναντι 20%) σε σχέση με ασθενείς που έλαβαν δίαιτα μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε ελαϊκό απ’ ότι λινολεϊκό (79% vs 6,5%).
Θερμιδική υποστήριξη
Ασθενείς με έντονο καταβολισμό, όπως όσοι λαμβάνουν κορτικοστεροειδή ή έχουν αποστήματα, σήψη ή συρίγγια χρειάζονται μεγαλύτερη θερμιδική υποστήριξη και πρέπει να λαμβάνουν τουλάχιστον 35-40 kcal για κάθε κιλό σωματικού βάρους. Για τους υπόλοιπους ασθενείς οι βασικές ενεργειακές ανάγκες υπολογίζονται με τον βασικό μεταβολικό ρυθμό πολλαπλασιαζόμενο με τον συντελεστή 1,25 έως 1,5.
Βιταμίνες και ιχνοστοιχεία
Αν υπάρχει έλλειψη σιδήρου, η αναπλήρωση είναι καλύτερα να γίνεται με ενδοφλέβια χορήγηση των νεότερων σκευασμάτων σιδήρου σε μια θεραπευτική συνεδρία παρά με χρόνια χορήγηση από το στόμα επειδή η τελευταία προκαλεί ανεπιθύμητες ενέργειες πιο συχνά σε ασθενείς με εντεροπάθεια. Το φυλλικό οξύ αν χρειαστεί αναπληρώνεται από το στόμα ενώ η βιταμίνη Β12 πρέπει να χορηγείται παρεντερικά. Η διόρθωση της σιδηροπενικής αναιμίας σε ασθενείς με ΙΦΝΕ βελτιώνει σημαντικά την ποιότητας της ζωής των ασθενών και την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της εργασίας τους, ιδίως χειρωνακτικής. Οι ημερήσιες συστάσεις για το ασβέστιο είναι 1000 mg στους ενήλικες ασθενείς με ΙΦΝΕ. Αν αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί ή αν λαμβάνονται κορτικοστεροειδή για πάνω από 12 εβδομάδες τότε απαιτούνται συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D.
Διαβάστε Επίσης: Βιταμίνη D, σε ποια τρόφιμα βρίσκεται;
Ειδικά σκευάσματα
Σχετικά με ειδικά σκευάσματα, η γλουταμίνη παρότι είναι ένα αμινοξύ που φαίνεται πως έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες και αντιοξειδωτική δράση στα εντεροκύτταρα, δε φαίνεται να προσδίδει κάποιο όφελος σχετικά με την πορεία της νόσου ή τη διατροφική κατάσταση του ασθενούς. Συστηματική ανασκόπηση σχετικά με την επίδραση των ω-3 λιπαρών οξέων στην έκβαση της νόσου κατά την οξεία φάση, έδειξε ότι δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τη διεξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την επίτευξη βελτίωσης. Tέλος η χορήγηση εντερικών σκευασμάτων εμπλουτισμένων με TGF-β2, σε μελέτες χωρίς ομάδα ελέγχου φάνηκε ότι μείωνε τη φλεγμονή του βλεννογόνου, καθώς και τα επίπεδα προφλεγμονωδών κυτταροκινών.
Εντερική σίτιση στη νόσο Crohn – φάση ύφεσης
Η διατήρηση της ύφεσης στη ΝC είναι σημαντικό κεφάλαιο της θεραπείας. Η χορήγηση εντερικής σίτισης στη φάση της ύφεσης, φάνηκε ότι έχει ευεργετική επίδραση, τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες. Σε αναδρομική μελέτη 145 ασθενών με NC σε φάση ύφεσης βρέθηκε ότι η εντερική σίτιση με τεχνητή τροφή προλαμβάνει υποτροπές της νόσου εφόσον η τελευταία εντοπίζεται στο λεπτό έντερο και δεν έχει προκαλέσει ακόμη επιπλοκές (στενώσεις και συρίγγια).
Αντίθετα, σε ασθενείς με κολίτιδα ιδίως επιπεπλεγμένη από στενώσεις, βαθειά διατιτραίνοντα έλκη και συρίγγια δεν επαρκεί η αποκλειστική χορήγηση εντερικής σίτισης για να διατηρηθεί η ύφεση της νόσου. Δύο τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές που διερεύνησαν την έκβαση της νόσου σε ασθενείς που σε φάση ύφεσης ελάμβαναν τεχνητώς παρασκευασμένη τροφή. Στη μία μελέτη, ασθενείς έλαβαν τις μισές από τις ημερήσιες απαραίτητες θερμίδες ως στοιχειακή δίαιτα και τις υπόλοιπες με κανονική δίαιτα είχαν μικρότερα ποσοστά υποτροπής σε σχέση με όσους τρέφονταν αποκλειστικά με κανονική δίαιτα.
Στην άλλη μελέτη, εντερική διατροφή με στοιχειακά ή πολυμερή διαλύματα που χορηγούσε 35 και 50% των θερμίδων (οι υπόλοιπες λαμβάνονταν με κανονική δίαιτα) είχε και στις δύο περιπτώσεις παρόμοιο αποτέλεσμα στη διατήρηση της ύφεσης και στη δυνατότητα διακοπής της θεραπείας με κορτικοστεροειδή. Επομένως, η εντερική σίτιση με στοιχειακά ή πολυμερή διαλύματα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εναλλακτική ή επικουρική θεραπεία κατά τις περιόδους ύφεσης αλλά χρειάζονται περισσότερα δεδομένα για να τεκμηριωθεί η θέση της ως μέρος του θεραπευτικού μας οπλοστασίου της ΝC. Σε πιο πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση που αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα της εντερικής σίτισης για τη διατήρηση της ύφεσης, συμπεριέλαβε 10 μελέτες επίσης, αναδείχθηκε η σημασία της εντερικής σίτισης για την πρόληψη υποτροπών. Βέβαια, σε περίπτωση μακράς διάρκειας ύφεσης (>1 έτος) σε ασθενείς χωρίς διατροφικές ελλείψεις δεν έχει αποδειχθεί κάποιο όφελος από την εντερική σίτιση.
Παρεντερική σίτιση στη νόσο Crohn
Η παρεντερική σίτιση παρέχει επαρκή ενέργεια και βασικά θρεπτικά συστατικά στον ασθενή μέσω ενός καθετήρα που τοποθετείται στην υποκλείδια και σπανιότερα στη σφαγίτιδα φλέβα. Επιτρέπει την «ανάπαυση» του εντέρου και απομακρύνει τα αντιγονικά ερεθίσματα από το βλεννογόνο. Όμως, είναι παρεμβατική μέθοδος με σημαντικές ενίοτε παρενέργειες, όπως λοιμώξεις από τον καθετήρα, διαταραχές υγρών και ηλεκτρολυτών, ηπατική δυσπραγία και χολόσταση, παρατείνει τη διάρκεια νοσηλείας και έχει μεγάλο κόστος. Η ολική παρεντερική σίτιση (ΟΠΣ) φάνηκε ότι οδηγεί σε ύφεση της νόσου, χωρίς όμως να υπερέχει της ολικής εντερικής σίτισης (ΟΕΣ). Σε μελέτη 36 ασθενών στους οποίους συγκρίθηκε η θεραπευτική επίδραση της ΟΠΣ και της ΟΕΣ φάνηκε ότι το χρονικό διάστημα μέχρι να επιτευχθεί η ύφεση ήταν όμοιο και στις δύο περιπτώσεις.
Σε μελέτη που διερεύνησε το ποσοστό βελτίωσης ασθενών που έλαβαν ΟΠΣ για 12 εβδομάδες βρέθηκε ότι οι 25 από τους 30 απέφυγαν τη χειρουργική επέμβαση, αλλά κατά τη διάρκεια της θεραπείας υπήρξαν παρενέργειες όπως σήψη, εμβολή και ενδοηπατική χολόσταση. Τα ποσοστά υποτροπής ήταν σημαντικά μετά τη διακοπή της αυτής της θεραπείας, 60% και 85% σε 2 και 4 χρόνια αντίστοιχα. Μια κλινική μελέτη με 51 ασθενείς με ενεργό ΝC οι οποίοι τυχαιοποιήθηκαν σε 3 ομάδες: οι ασθενείς της πρώτης ομάδας έλαβαν ΟΠΣ, της δεύτερης ομάδας μερική παρεντερική σίτιση και συμπληρωματική εντερική σίτιση μέσω ρινογαστρικού καθετήρα και της τρίτης ομάδας μερική παρεντερική σίτιση και κανονική τροφή συμπληρωματικά από το στόμα. Τα ποσοστά ύφεσης ήταν 71%, 58% και 60% αντίστοιχα, ενώ από όσους μπήκαν σε ύφεση, η διατήρηση αυτής για ένα χρόνο ήταν 42%, 55% και 56% αντίστοιχα για τις 3 ομάδες. Οι διαφορές μεταξύ των 3 ομάδων δεν ήταν στατιστικά σημαντικές. Παρόλο λοιπόν που η αποκλειστική παρεντερική σίτιση μπορεί να επιτύχει μεγάλα ποσοστά ύφεσης, δεν είναι συνήθως απαραίτητη καθώς προτιμάται η αποκλειστική εντερική σίτιση (εφόσον είναι δυνατή και ανεκτή) που δίνει ισάξια αποτελέσματα.
Ποιες είναι ενδείξεις στη Νόσο Crohn;
Η παρεντερική σίτιση έχει συγκεκριμένες ενδείξεις στη ΝC, όπως η απόφραξη του εντέρου σε βαθμό που να μην επιτρέπει την τοποθέτηση σωλήνα σίτισης πέρα από το σημείο της απόφραξης, το βραχύ έντερο που οδηγεί σε βαρειά δυσαπορρόφηση ή απώλεια υγρών και ηλεκτρολυτών που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί μέσω εντερικής σίτισης, η έντονη δυσκινησία του εντέρου που κάνει αδύνατη την εντερική σίτιση, το εντερικό συρίγγιο μεγάλης παροχής ή η διάσπαση μιας χειρουργικής αναστόμωσης μετά από εκτομή εντέρου, η δυσανεξία του ασθενούς στην εντερική σίτιση και η αδυναμία πρόσβασης εντέρου όταν αυτό απαιτείται για εντερική σίτιση.
Τι συμβαίνει στις περιπτώσεις των παιδιών;
Σστα παιδιά με βαρειά νόσο και εκτεταμένη αφαίρεση του εντέρου, στα οποία η εντερική σίτιση δεν είναι ανεκτή, η παρεντερική σίτιση βοηθά στην αποκατάσταση και διατήρηση του σωστού επιπέδου θρέψης και στη μείωση της αναγκαίας δόσης κορτικοστεροειδών και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής, ενώ φαίνεται να βοηθά μετεγχειρητικά και στη σύγκλιση των συριγγίων. Όπως και στην εντερική σίτιση, δεν έχει αποδειχθεί κάποια ωφέλεια από τη χορήγηση γλουταμίνης, ω3-λιπαρών οξέων και άλλων ειδικών θρεπτικών συστατικών μέσω της παρεντερικής σίτισης. Η παρεντερική σίτιση στη ΝC πρέπει να χορηγείται κυκλικά, δηλαδή κατά τη διάρκεια της νύχτας τόσο στο νοσοκομείο όσο και κατ’ οίκον, καθώς οι περισσότεροι ασθενείς με αυτή τη νόσο είναι κινητικοί.
Ποια άλλα προβλήματα μπορεί να αντιμετωπίσω;
Άτομα με νόσο Crohn είναι δυνατόν να παρουσιάζουν πόνο στην μέση με δυσκολία στις κινήσεις, πόνο στα χέρια, στα πόδια ή ακόμα και αρθρίτιδα, δηλαδή φλεγμονή (πρήξιμο) σε κάποια άρθρωση των χεριών ή των ποδιών. Σε αρκετές περιπτώσεις εμφανίζονται άφθες στο στόμα και ερεθισμός στα μάτια (τα μάτια κοκκινίζουν και υπάρχει φαγούρα ή πόνος). Λιγότερο συχνά είναι δυνατόν να παρουσιασθεί ερεθισμός στο δέρμα, με κοκκίνισμα, πόνο και έλκη, ή παθήσεις του συκωτιού και της χολής.
Nόσο Crohn και εγκυμοσύνη
Οι περισσότερες γυναίκες με νόσο Crohn μπορούν να γίνουν μητέρες χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα. Μειωμένη γονιμότητα έχει παρατηρηθεί μόνο σε γυναίκες που βρίσκονται σε φάση έξαρσης της νόσου. Η νόσος του Crohn δεν είναι ύποπτη για αποβολές ή για βλάβες του εμβρύου όταν η σύλληψη και η εγκυμοσύνη γίνουν σε φάση ύφεσης. Για το λόγο αυτό το πιο σημαντικό από όλα είναι να υπάρχει σωστός οικογενειακός προγραμματισμός και να αποφεύγεται η εγκυμοσύνη όταν υπάρχει ενεργός νόσος με συμπτώματα.
Επιπλέον δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης οι εξάρσεις είναι συχνότερες, αλλά αντιθέτως υπάρχει η πιθανότητα βελτίωσης της νόσου. Είναι φυσικό ότι κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η γυναίκα θα πρέπει να προσέχει ιδιαίτερα την διατροφή της και τη θρέψη της και να παίρνει σίδηρο και βιταμίνες.
Τα περισσότερα είδη φαρμάκων μπορούν να συνεχιστούν κανονικά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, συμπεριλαμβανομένων και της κορτιζόνης. Από τα ανοσοκατασταλτικά απαγορεύεται η χρήση της μεθοτρεξάτης, ενώ για την αζαθειοπρίνη, παρόλο που έχει ενοχοποιηθεί για διαταραχές εμβρύων σε πειραματόζωα, δεν υπάρχουν παρόμοιες περιπτώσεις ή παρενέργειες σε γυναίκες που την έπαιρναν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Φυσικά η απόφαση διακοπής της αζαθειοπρίνης πριν την προγραμματισμένη εγκυμοσύνη θα πρέπει να γίνει μετά από επιθυμία της ασθενούς και συζήτηση με το θεράποντα γιατρό, αφού ληφθεί σοβαρά υπόψη η πιθανότητα μελλοντικής υποτροπής μετά τη διακοπή του φαρμάκου.
Ποιος είναι ο ρόλος του χειρουργείου στη νόσο Crohn;
Η νόσος Crohn είναι μια πάθηση που δεν θεραπεύεται με χειρουργική επέμβαση. Παρότι η επέμβαση μπορεί να οδηγήσει σε κάποια χρόνια χωρίς νόσο, δεν αποτελεί γιατρειά, καθώς η νόσος συνήθως επανέρχεται κοντά στο σημείο της αναστόμωσης (ένωσης του εντέρου). Για το λόγο αυτό, το χειρουργείο θεωρείται αναγκαίο στη νόσο Crohn μόνον όταν υπάρχει μεγάλη στένωση που προκαλεί ειλεό, αποστήματα, εσωτερικά ή εξωτερικά συρίγγια που δεν κλείνουν, αιμορραγία που δε σταματά, και γενικά συμπτώματα που δεν ελέγχονται με τα φάρμακα. Συνήθως το κομμάτι του εντέρου που πάσχει αφαιρείται και τα δύο κομμάτια του υγιούς εντέρου ενώνονται. Τα τελευταία χρόνια, σε περιπτώσεις με πολλές στενώσεις στο έντερο, εφαρμόζεται από εξειδικευμένους χειρουργούς μια ειδική “πλαστική” επέμβαση που έχει το πλεονέκτημα ότι διατηρεί και δεν αφαιρεί τμήματα εντέρου.
Θεραπεία της νόσου Crohn
Παρόλο που δεν υπάρχει ριζική φαρμακευτική θεραπεία, υπάρχουν πολλά φάρμακα που θα σας ανακουφίσουν από τα συμπτώματα, θα σας βοηθήσουν να ρυθμίσετε τη νόσο και να την διατηρήσετε “κοιμισμένη”. Ποιό είδος φαρμάκου θα πάρετε εξαρτάται από το πόσο βαριά είναι η νόσος και πόσο σοβαρή υποτροπή παρουσιάζει κάθε φορά. Οι ομάδες φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σήμερα στη θεραπεία της νόσου Crohn είναι οι παρακάτω:
- Τα σαλικυλικά, δηλαδή τα Salofalk και Asacol τα οποία μπορούν να βοηθήσουν αρκετούς ασθενείς που η νόσος τους είναι κυρίως στο παχύ έντερο.
- Τα αντιβιοτικά Ciproxin και Flagyl τα οποία βοηθούν κυρίως περιπτώσεις με αποστήματα και συρίγγια.
- Η κορτιζόνη που δίνεται σε χάπια ή ένεση για ένα μικρό διάστημα (συνήθως 1-2 μήνες) σε περιπτώσεις υποτροπής.
- Η βουδεσονίδη (Budecol, Budenofalk) που είναι κατά κάποιο τρόπο “υποκατάστατο” της κορτιζόνης και δρα κυρίως στον ειλεό και το αρχικό τμήμα του παχέος εντέρου.
- Τα ανοσοκατασταλτικά, δηλαδή η αζαθειοπρίνη και η μεθοτρεξάτη που βοηθάνε ένα μεγάλο αριθμό ασθενών να μείνουν για πολλά χρόνια σε ύφεση και να κλείσουν τα συρίγγια τους.
- Μια καινούργια κατηγορία φαρμάκων είναι ειδικά αντισώματα που αδρανοποιούν έναν παράγοντα φλεγμονής του εντέρου (TNF). Είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά σε ασθενείς με συρίγγια ή συμπτώματα που δεν ανταποκρίνονται στις άλλες θεραπείες. Επειδή είναι δυνατόν να παρουσιασθούν επιπλοκές, είναι σημαντικό οι δύο τελευταίες κατηγορίες φαρμάκων να δίνονται από γαστρεντερολόγο που έχει εμπειρία στη νόσο Crohn, μπορεί να παρακολουθεί από κοντά τον ασθενή και να προλάβει οποιαδήποτε παρενέργεια. Επίσης είναι βασικό να μην σταματάτε την θεραπεία χωρίς τη συμβουλή του γιατρού σας, ακόμα κι αν αισθάνεστε εντελώς καλά.
Συχνές ερωτήσεις σχετικά με τη νόσο Crohn
Θα έχω νόσο Crohn σε όλη μου τη ζωή;
Η νόσος Crohn είναι μία χρόνια πάθηση που παρουσιάζει εξάρσεις και υφέσεις. Αυτό σημαίνει ότι είναι μια κατάσταση που έρχεται και φεύγει, δηλαδή μπορεί ένας άρρωστος να είναι εντελώς καλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά σε κάποια στιγμή να παρουσιάσει υποτροπή και συμπτώματα της αρρώστιας.
Από τη στιγμή που είχατε ένα επεισόδιο νόσου Crοhn, είναι σίγουρο ότι θα παρουσιάσετε και άλλο επεισόδιο ξανά στο μέλλον. Για πόσο καιρό θα είσαστε εντελώς καλά και πότε θα παρουσιάσετε ξανά υποτροπή δεν μπορεί κανείς να το προβλέψει. Υπάρχουν άτομα που παρουσιάζουν ελάχιστα επεισόδια σε όλη τους τη ζωή, ενώ κάποιοι άλλοι, ευτυχώς λίγοι, έχουν συνέχεια συμπτώματα.
Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι πρόκειται για μια κατάσταση με την οποία θα πρέπει να μάθετε να ζείτε μαζί, γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία να καταλάβετε την φύση της και πώς μπορείτε να την αντιμετωπίσετε.
Τι προκαλεί υποτροπή της νόσου Crohn και πώς να την προλάβω;
Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε την αιτία που προκαλεί μια νέα υποτροπή. Όμως είναι γνωστό ότι η νόσος Crohn είναι πιο πιθανόν να εμφανισθεί μετά από ένα επεισόδιο γαστρεντερίτιδας ή ίωσης, μετά από θεραπεία με αντισυλληπτικά ή αντιρευματικά φάρμακα ή ύστερα από μια περίοδο με έντονο άγχος.
Μπορεί η συναισθηματική φόρτιση να προκαλέσει έξαρση της νόσου;
Καθώς το σώμα και το πνεύμα είναι αλληλένδετα, η συναισθηματική φόρτιση μπορεί να επηρεάσει τα συμπτώματα της νόσου Crohn, όπως και άλλων χρόνιων νόσων. Παρότι κάποιες φορές οι ασθενείς έχουν ψυχολογικά προβλήματα πριν την έξαρση, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το άγχος μπορεί να είναι η αιτία της νόσου.
Το πιο πιθανό είναι ότι η συναισθηματική ανωμαλία κάποιων ασθενών είναι μία αντίδραση στα συμπτώματα της νόσου. Γι αυτό ασθενείς με νόσο Crohn συχνά χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη από την οικογένειά τους και τον θεράποντα ιατρό τους και πολλές φορές από ειδικό ψυχολόγο.
Είναι η νόσος Crohn ένα είδος καρκίνου του εντέρου;
Όχι, η νόσος Crohn είναι μια καλοήθης αρρώστια που οφείλεται σε φλεγμονή του εντέρου, εντελώς διαφορετική από τον καρκίνο.
Οδηγεί η νόσος Crohn σε καρκίνο;
Στις περιπτώσεις που η νόσος είναι χωρίς θεραπεία για πολλά χρόνια, υπάρχει ένας πολύ μικρός κίνδυνος να παρουσιασθεί δυσπλασία (αρχικό στάδιο καρκίνου) ή κακοήθεια στο λεπτό ή το παχύ έντερο. Παρόλο που ο κίνδυνος δεν είναι σημαντικός, όπως σε όλες τις χρόνιες παθήσεις, έτσι και στην περίπτωση της νόσου Crohn, εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι η συστηματική παρακολούθηση και η συχνή επικοινωνία με το γιατρό σας.
Είναι δυνατό να ζήσει κανείς μία φυσιολογική ζωή όταν πάσχει από τη νόσο Crohn;
Η νόσος Crohn είναι μία σοβαρή χρόνια ασθένεια, αλλά δεν είναι θανατηφόρος. Οι περισσότεροι άνθρωποι με τη νόσο συνεχίζουν μία χρήσιμη και παραγωγική ζωή, παρά το γεγονός ότι μπορεί να εισαχθούν στο νοσοκομείο από καιρού εις καιρόν, ή χρειάζεται να λαμβάνουν φάρμακα. Κάθε ασθενής είναι διαφορετικός και η νόσος μπορεί να κυμαίνεται από ήπια, σε μέτρια ή σοβαρή κάποιες φορές. Όμως, ανάμεσα στις εξάρσεις, οι περισσότεροι ασθενείς αισθάνονται καλά και είναι σχετικά ελεύθεροι συμπτωμάτων.