Ιστορικό
Κατά τους πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους διακινήθηκε στην Ευρώπη ακατέργαστο ηλιέλαιο επιμολυσμένο με ορυκτέλαιο υψηλού ιξώδους (high viscosity mineral oil). Το ακατέργαστο ηλιέλαιο αυτό προερχόταν από την Ουκρανία και ο πιο πιθανός τρόπος επιμόλυνσης είναι από μεγάλες δεξαμενές μεταφοράς ή αποθήκευσης τους στις οποίες είχε γίνει πρωτίστως αποθήκευση ορυκτελαίου υψηλού ιξώδους (HVMO).
Το Σύστημα Έγκαιρης Προειδοποίησης για Τρόφιμα και Ζωοτροφές, γνωστό και ως RASFF (Rapid Alert System for Food and Feed), εξέδωσε στις 23/4 σήμα από τη Γαλλία (2008.0461/23-04-2008) που αφορούσε ηλιέλαιο για ραφινάρισμα (εξευγενισμό) από την Ουκρανία το οποίο περιείχε ορυκτέλαιο (mineral oil) σε συγκέντρωση 5.790 mg/Kg [1]. Η προειδοποίηση προήλθε κατόπιν αναλύσεων από τα εργαστήρια της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, Κατανάλωσης και Καταπολέμησης της Απάτης του Γαλλικού Κράτους (DGCCRF) η οποία ανίχνευσε υψηλά επίπεδα υδρογονανθράκων C10-C50 στις εισαγόμενες παρτίδες. Οι ποσότητες με το επιμολυσμένο ηλιέλαιο δεσμεύτηκαν αν και πιθανολογείται η διακίνηση κάποιων ποσοτήτων. Σύμφωνα με το ίδιο σήμα διανομή επιμολυσμένων παρτίδων έγινε και στην Ιταλία, Ολλανδία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Μαρόκο.
Στις 28/4 ζητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια Τροφίμων EFSA (European Food Safety Authority) να κάνει την εκτίμηση επικινδυνότητας για το ακατέργαστο ηλιέλαιο επιμολυσμένο με ορυκτέλαιο υψηλού ιξώδους [2].
Στις 5/5 εκδίδεται η συνέχεια 12 του ίδιου σήματος από το RASFF (2008.0461 add. 12/05-05-2008) όπου αναφέρεται η διακίνηση του επιμολυσμένου ελαίου σε Ιταλία, Ελλάδα και Τουρκία κατόπιν προειδοποίησης από την Ελβετία. Η διακίνηση έγινε από την εταιρεία OLEOTRADING s.a., η οποία ενημέρωσε σχετικά τις ελβετικές αρχές και αυτές με τη σειρά τους την ΕΕ ώστε να ενεργοποιηθεί το RASFF (η Ελβετία δεν μπορεί να στείλει σήμα στο RASFF απευθείας γιατί δεν είναι μέλος της ΕΕ). Επίσης την ίδια μέρα κοινοποιείτε στη συνέχεια 14 του ίδιου σήματος του RASFF (2008.0461 add. 14/05-05-2008) η εκτίμηση επικινδυνότητας της EFSA.
Στις 6/5 εκδίδεται το δελτίου τύπου 06-05-2008_3 του ΕΦΕΤ σύμφωνα με το οποίο οι πελάτες τις OLEOTRADING s.a. στην Ελλάδα ήταν οι:
- η εταιρεία ΜΑΝΟΣ α.ε. η οποία παρέλαβε 1185tn στις 28/02/2008 ηλιέλαιο το οποίο περιείχε 900mg/Κg ορυκτέλαιο. Επίσης, στις 10/3/2008 παρέλαβε 950tn ηλιέλαιο για το οποίο πιθανολογείται ότι υπάρχει επιμόλυνση.
- και η εταιρεία ΑΓΡΟΤΙΚΗ α.ε. η οποία παρέλαβε 835tn στις 10/3/2008 ηλιέλαιο για το οποίο πιθανολογείται ότι υπάρχει επιμόλυνση.
Ο ΕΦΕΤ απαίτησε από τις εταιρείες αυτές την προληπτική ανάκληση των σχετικών ποσοτήτων ηλιελαίου. Έκτοτε ο ΕΦΕΤ με σχεδόν καθημερινές ενημερώσεις κοινοποίησε τις προληπτικές ενέργειες δέσμευσης και ανάκλησης που εφαρμόστηκαν είτε από τον ίδιο το φορέα είτε οικειοθελώς από εταιρείες super-market.
Στις 7/5 στη συνέχεια 18 του αρχικού σήματος του RASFF (2008.0461 add. 18/07- 05-2008) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν σχετικά το συγκεκριμένο θέμα. Σε γενικές γραμμές προτείνεται η απόσυρση από την αγορά όλου του επιμολυσμένου ελαίου από την Ουκρανία καθώς και τα χαρμάνια που περιέχουν αυτό. Επίσης προτείνεται η απόσυρση από την αγορά όλως των προϊόντων που περιέχουν το επιμολυσμένο έλαιο σε ποσοστό πάνω από 10% ή συγκέντρωση του ορυκτελαίου υψηλής πυκνότητας πάνω από 300mg/Kg. Η απόσυρση ισχύει και για προϊόντα που συσκευάστηκαν και τυποποιήθηκαν πριν τις 25/4 αλλά δεν διακινήθηκαν ακόμα στη λιανική.
Σύμφωνα με δελτίου τύπου στις 16-05-2008 του ΕΦΕΤ από τους 2970 τόνους επιμολυσμένου ηλιελαίου έχουν δεσμευθεί οι 2497 τόνοι. Επίσης 42,7 τόνοι έχουν εξαχθεί σε τρίτη χώρα και 78,12 τόνοι έχουν αποσταλεί σε επιχείρηση εκτός του χώρου των τροφίμων για μη βρώσιμη χρήση.
Περιγραφή κινδύνου
Το ορυκτέλαιο υψηλού ιξώδους ή όπως αναφέρεται στην αγγλική high viscositymineral oil είναι ευρέως γνωστό και ως παραφινέλαιο. Είναι από τα κύρια παραπροϊόντα στην παραγωγή βενζίνης από το πετρέλαιο. Χρησιμοποιείται στην φαρμακευτική (π.χ.nujol) και στην κοσμητική (π.χ. βαζελίνη, baby oil). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως πρόσθετο τροφίμων γιατί θεωρείται GRASS (Generally Recognized As Safe).
Αποτελείται κυρίως από παραφίνες (αλειφατικοί υδρογονάνθρακες), με 15-40 άτομα άνθρακα, και εν μέρη από ναφθένια (κυκλικά αλκάνια). Ενδέχεται επίσης να υπάρχουν και ίχνη από πολυαρωματικούς υδρογονάνθρακες, πολυχλωριομένα διφαινύλια, πυρεθρίνες και βαρέα μέταλλα. Κατά το τηγάνισμα δεν προκύπτουν δευτερεύοντα προϊόντα γιατί οι παραφίνες είναι πιο «ανθεκτικά» μόρια από τα τριγλυκερίδια του ηλιελαίου στις υψηλές θερμοκρασίες.
Το παραφινέλαιο εμφανίζεται σε 4 τύπους ανάλογα με το ιξώδες του: υψηλού ιξώδους, μέσου και χαμηλού ιξώδους τύπου Ι, ΙΙ και ΙΙΙ. Δεν απορροφάται σε μεγάλο βαθμό από το πεπτικό σύστημα και το περισσότερο αποβάλλεται με τα κόπρανα. Έχει μικρή τοξικότητα η οποία εκφράζεται ως καρκινογόνος και μεταλλαξιογόνος δράση μετά από μακροχρόνια πρόσληψη. Η τοξικότητα είναι μικρότερη στο παραφινέλαιο υψηλού ιξώδους και μεγαλύτερη στο παραφινέλαιο μέσου και χαμηλού ιξώδους τύπου ΙΙΙ. Για την εκδήλωση της τοξικότητας απαιτείται μεγάλη και μακρόχρονη πρόσληψη, περισσότερο από
1000mg/Kg σωματικού βάρους ημερησίως για περίοδο μεγαλύτερη των 24 μηνών.
Σύμφωνα με το σήμα RASFF (2008.0461 add. 9/30-04-2008) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κρίνει ότι πρόκειται για παραφινέλαιο υψηλού ιξώδους ενώ το γαλλικό εργαστήριο DGCCRF στις 29/4 συμπεραίνει ότι είναι μέσου και χαμηλού ιξώδους τύπου Ι.
Εκτίμηση έκθεσης στον κίνδυνο
Σύμφωνα με το πρώτο σήμα RASFF (2008.0461/23-04-2008) η εκτιμώμενη επιμόλυνση ήταν 5790 mg/Kg ακατέργαστου ηλιελαίου. Σύμφωνα με δελτίου τύπου στις 06-05-2008_3 του ΕΦΕΤ σε ένα μεγάλο μέρος της εισαγόμενης παρτίδας η επιμόλυνση ήταν 900mg/Kg. Οι τιμές αυτές αφορούν ακατέργαστο ηλιέλαιο. Η εκτίμηση είναι ότι κατά τον εξευγενισμό και κυρίως κατά την ανάμιξη με άλλες παρτίδες για την τυποποίηση οι τιμές σε τελικά προϊόντα θα είναι πολύ χαμηλότερες.
Σύμφωνα με την κοινή επιτροπή για τα πρόσθετα των τροφίμων του FAO και WHO η ανεκτή ημερήσια πρόσληψη (ADI) είναι έως 20 mg/Kg σωματικού βάρους την ημέρα για το παραφινέλαιο υψηλού ιξώδους. Αντίστοιχα για το παραφινέλαιο μέσου και χαμηλού ιξώδους τύπου Ι η τιμή ADI είναι έως 1 mg/Kg σωματικού βάρους την ημέρα.
Σύμφωνα με υπολογισμούς σε στοιχεία του EUROSTAT η ποσότητα επιμολυσμένου ηλιελαίου που εισήχθη ήταν περίπου το 0,5% περίπου της ετήσιας κατανάλωσης σε φυτικά έλαια. Επίσης με εκτιμήσεις βασισμένες σε στοιχεία του EUROSTAT η μέση ημερήσια κατανάλωση κατά κεφαλή σε φυτικά έλαια είναι περίπου 52-53g. Στο όρο φυτικά έλαια συμπεριλαμβάνονται όλα τα σπορέλαια καθώς και το ελαιόλαδο. Πέρα από τις εμπορικές τους συσκευασίες τα φυτικά έλαια υπάρχουν σε μαργαρίνες (50-80%), μαγιονέζα (70-80%), τηγανητά τρόφιμα (10-30%), είδη ζαχαροπλαστικής και αρτοσκευάσματα (1-20%), διάφορες σάλτσες (2-30%), προϊόντα κονσερβοποιημένα (2-10%) κ.ά.
Οι πρώτες αναλύσεις που έχουν γίνει σε τελικά προϊόντα, τα οποία ήταν ύποπτα και έχουν αποσυρθεί, αναφέρουν τιμές κυμαίνονται από 20 mg/Kg έως 500 mg/Kg (ανεπίσημα στοιχεία κατόπιν προσωπικής επικοινωνίας με επιστήμονες που έχουν εμπλακεί στις διαδικασίες ανάλυσης).
Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη
Για επιμόλυνση με παραφινέλαιο υψηλού ιξώδους (ADI <20 mg/Kg BW /d) για ένα μέσο ενήλικα με βάρος περίπου 66 Kg ο οποίος καταναλώνει περίπου 50g ηλιελαίου την ημέρα η έκθεση στο κίνδυνο είναι:
- 22,7% αν η επιμόλυνση ήταν 6000 mg/Kg (το λιγότερο πιθανό σενάριο)
- 3,7% αν η επιμόλυνση ήταν 1000 mg/Kg (ελάχιστα πιθανό σενάριο)
- 1,1% αν η επιμόλυνση ήταν 300 mg/Kg (λίγο πιθανό σενάριο)
- 0,2% αν η επιμόλυνση ήταν 60 mg/Kg (πιθανό σενάριο)
Για ένα ανήλικο παιδί με βάρος περίπου 30 Kg το οποίο καταναλώνει περίπου 50g ηλιελαίου την ημέρα η έκθεση στο κίνδυνο είναι:
- 50% αν η επιμόλυνση ήταν 6000 mg/Kg (το λιγότερο πιθανό σενάριο)
- 8,3% αν η επιμόλυνση ήταν 1000 mg/Kg (ελάχιστα πιθανό σενάριο)
- 2,5% αν η επιμόλυνση ήταν 300 mg/Kg (λίγο πιθανό σενάριο)
- 0,5% αν η επιμόλυνση ήταν 60 mg/Kg (πιθανό σενάριο)
Για επιμόλυνση με παραφινέλαιο μέσου και χαμηλού ιξώδους τύπου Ι (ADI <1 mg/Kg BW /d) για ένα μέσο ενήλικα με βάρος περίπου 66 Kg ο οποίος καταναλώνει περίπου 50g ηλιελαίου την ημέρα η έκθεση στο κίνδυνο είναι:
- 454,5% αν η επιμόλυνση ήταν 6000 mg/Kg (το λιγότερο πιθανό σενάριο)
- 75,8% αν η επιμόλυνση ήταν 1000 mg/Kg (ελάχιστα πιθανό σενάριο)
- 22,7% αν η επιμόλυνση ήταν 300 mg/Kg (λίγο πιθανό σενάριο)
- 4,5% αν η επιμόλυνση ήταν 60 mg/Kg (πιθανό σενάριο)
Για ένα ανήλικο παιδί με βάρος περίπου 30 Kg το οποίο καταναλώνει περίπου 50g ηλιελαίου την ημέρα η έκθεση στο κίνδυνο είναι:
- 1000% αν η επιμόλυνση ήταν 6000 mg/Kg (το λιγότερο πιθανό σενάριο)
- 166,7% αν η επιμόλυνση ήταν 1000 mg/Kg (ελάχιστα πιθανό σενάριο)
- 50% αν η επιμόλυνση ήταν 300 mg/Kg (λίγο πιθανό σενάριο)
- 10% αν η επιμόλυνση ήταν 60 mg/Kg (πιθανό σενάριο)
Ο χρόνος έκθεσης στον κίνδυνο θεωρείται σχετικά μικρός γιατί είναι χοντρικά 3 μήνες μόνο για τον ελληνικό πληθυσμό (έστω 10.000.000). Αν υποθέσουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΕΤ δεν έχουν αποσυρθεί περίπου 500 τόνοι επιμολυσμένου ηλιελαίου και υποθέσουμε ότι αυτούς τους έχουμε καταναλώσει τότε:
Αν η επιμόλυνση ήταν η αρχική 6000 mg/Kg (το λιγότερο πιθανό σενάριο) τότε αυτά καταναλώθηκαν σε 10.000.000 ημερήσιες προσλήψεις. Δηλαδή καταναλώθηκαν από όλο τον ελληνικό πληθυσμό σε 1-2 μέρες.
Αν από αυτό το έλαιο στο ραφινάρισμα και τυποποίηση προέκυψε έλαιο με επιμόλυνση 60 mg/Kg (αρκετά πιθανό σενάριο) τότε προέκυψαν 50.000 τόνοι ηλιελαίου.
Αυτή η ποσότητα αντιστοιχεί σε 1.000.000.000 ημερήσιες προσλήψεις. Δηλαδή χρειάζονται περίπου 100 ημέρες για να καταναλωθεί από το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού.
Οι ως άνω εκτιμήσεις ενδέχεται να χρίζουν υπολογισμό εκ νέου όταν (και αν) θα ανακοινωθούν τα επίσημα αποτελέσματα στο ακατέργαστο και τυποποιημένο ηλιέλαιο από το Γενικό Χημείο του Κράτους.
Συμπεράσματα – επισημάνσεις
Η ως άνω εκτίμηση επικινδυνότητας δείχνει ότι η σχετική διατροφική κρίση επέφερε ελάχιστους κινδύνους στους καταναλωτές, εξαιτίας κυρίως της χαμηλής επικινδυνότητας του παραφινελαίου. Αν ο επιμολυντής ήταν μεγαλύτερης επικινδυνότητας ίσως η απειλή για την υγεία των καταναλωτών να ήταν μεγαλύτερη.
Η αποτελεσματικότητα της ανάκλησης κρίνεται ικανοποιητική σε ποσοστό 80% περίπου της συνολικής επιμολυσμένης ποσότητας. Ο χρόνος ανάκλησης από τις ημερομηνίες διακίνησης στην αγορά της ΕΕ ήταν περίπου 2-3 μήνες. Η καθυστέρηση οφείλεται κυρίως στη ελλιπή ενημέρωση από τις Ουκρανικές αρχές για το συμβάν επιμόλυνσης. Ο χρόνος ανάκλησης από τη στιγμή που εντοπίστηκε το πρόβλημα από γαλλικά εργαστήρια ήταν 20-30 ημέρες. Ο χρόνος ανάκλησης από τη στιγμή που ενημερώθηκαν οι ελληνικές αρχές ήταν 10-15 ημέρες περίπου, για ένα προϊόν όμως το οποίο είχε εισαχθεί 2 μήνες πριν.
Η περιγραφή του κινδύνου ήταν μερικά ικανοποιητική καθώς δεν υπήρχε συμφωνία ανάμεσα σε φορείς ανάλυσης (risk assessors) και φορείς ελέγχου (risk managers) για το είδος του κινδύνου. Σε αυτό συνέβαλε και η ελλιπής πληροφόρηση από τις Ουκρανικές αρχές για τη φύση του συμβάντος.
Η πληροφόρηση του κινδύνου έγινε μόνο μέσω τους συστήματος RASFF ενώ υπήρχαν αρκετά στοιχεία από δελτία τύπου επίσημων φορέων άλλων κρατών και διεθνών μέσων μαζικής ενημέρωσης (κυρίως μέσω διαδικτύου) με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος. Τα δελτία τύπου του ΕΦΕΤ παρείχαν ικανοποιητική πληροφόρηση για τους καταναλωτές αλλά όχι και για τους επιστήμονες και επαγγελματίες στο χώρο των τροφίμων, οι οποίοι ανέτρεξαν σε ιστοσελίδες ελεγκτικών αρχών άλλων κρατών της ΕΕ καθώς και forum συζητήσεων.
Η εφαρμογή της ιχνηλασιμότητας τόσο για τις ελληνικές εταιρείες εισαγωγής και διακίνησης όσο και για τις ευρωπαϊκές ήταν ανεπαρκής. Σε προϊόν όπως το ηλιέλαιο που μπορεί να αποθηκευτεί για μακρό χρονικό διάστημα αλλά και σε ποσότητες που μπορούν να καταναλωθούν από εκατοντάδες χιλιάδες καταναλωτές είναι σκόπιμη η ιχνηλασιμότητα επιπέδου -2 (ο προμηθευτής του προμηθευτή μου). Αντίστοιχα απαιτείται η δυνατότητα πληροφόρησης και ανάκλησης σε επίπεδο +2 (ο πελάτης του πελάτη μου).
Η εφαρμογή συστημάτων διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων (HACCP) καθώς και η κατοχή όλων των απαραίτητων αδειών λειτουργίας, από τις εταιρείες ΜΑΝΟΣ α.ε. και ΑΓΡΟΤΙΚΗ α.ε., οι οποίες διακινούν μεγάλες ποσότητες τροφίμων, έπρεπε να ήταν τόσο απαίτηση των κρατικών μηχανισμών ελέγχου όσο και των πελατών που προμηθεύονται τα προϊόντα των εταιρειών αυτών.
Από την άλλη μεριά κρίνουμε ότι είναι μια καλή ευκαιρία για την προβολή του ελαιολάδου και των μεσογειακών προϊόντων δεδομένου ότι τα «ύποπτα» τρόφιμα ελάχιστη συνάφεια είχαν με την ορθή διατροφή και ιδιαίτερη τη μεσογειακή.
Ως επιστημονική εταιρεία καλούμε τον ΕΦΕΤ και το ΓΧΚ να κοινοποιήσουν τα στατιστικά αποτελέσματα των αναλύσεων, σε πρώτα και τελικά προϊόντα, ώστε να μπορέσουν χρησιμοποιηθούν για τη μελέτη και αξιολόγηση του συμβάντος και το σχεδιασμό μηχανισμών πρόληψης για αντίστοιχες μελλοντικές περιπτώσεις.
Τέλος, η Διεπιστημονική Εταιρεία Διασφάλισης Υγιεινής Τροφίμων (ΔΕΔΥΤ) θέτει τον εαυτό της στην υπηρεσία του ΕΦΕΤ αλλά και των παραγωγικών φορέων για την πρόληψη και αντιμετώπιση κρίσεων που αφορούν την ασφάλεια των τροφίμων.
Με εκτίμηση
Ο αντιπρόεδρος της ΔΕΔΥΤ
Δρ. Γεώργιος Μπόσκου
Θεσσαλονίκη 18-5-2008