Η D-σερίνη είναι ένας συναγωνιστής του υποδοχέα Ν-μεθυλ-D-ασπαρτικού, (σημαντικός ρυθμιστής της γλουταμινεργικής διεγερτικής συναπτικής μετάδοσης) και βρίσκεται σε ορισμένες τροφές όπως τα ζυμωμένα προϊόντα, οι μικροοργανισμοί, τα φυτά και τα θαλάσσια ασπόνδυλα. Μελέτες σε πειραματόζωα υποδεικνύουν ότι η D-σερίνη επιδρά στην συνολική πρόσληψη τροφής, αλλά και στην τροποποίηση της γευστικής αρέσκειας.
Ποιος ήταν ο σκοπός της μελέτης;
Η συγκεκριμένη μελέτη στήθηκε προκειμένου να διερευνηθεί το πώς η ενδοπεριττοναϊκή ένεση D-σερίνης επηρεάζει τη διατροφική συμπεριφορά αρσενικών ποντικιών.
Πώς σχεδιάστηκε;
Δοκιμή 1η
Πραγματοποιήθηκε για να διερευνηθεί αν υπάρχει δοσοεξαρτώμενη σχέση στην επίδραση της D- σερίνης στη διατροφική συμπεριφορά. Τα ποντίκια χωρίστηκαν σε 2 ομάδες: 1 στην οποία έγινε ένεση D-σερίνης (1, 2 ή 4γρ/ κιλό ΣΒ) και στην ομάδα ελέγχου, όπου έγινε ένεση νερού. Στη συνέχεια δόθηκαν 2 τροφές για επιλογή: μια τροφή με φυσιολογικές αναλογίες θρεπτικών συστατικών και μια υψηλή σε λίπος. Η παρακολούθηση διήρκησε ένα 24ωρο.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα;
Τα ποντίκια στην ομάδα ελέγχου απέκτησαν προτίμηση στη λιπαρή τροφή σε 2-3 ώρες από την έκθεση σε αυτή, ενώ τα ποντίκια που έγινε ένεση D-σερίνης στη δόση των 2γρ/ κιλό ΣΒ δεν απέκτησαν προτίμηση στα λιπαρά φαγητά, χωρίς να επηρεαστεί η κινητικότητά τους και η πρόσληψη νερού.
Δοκιμή 2η
Πραγματοποιήθηκε για να ελεγχθεί η επίδραση της D-σερίνης στην αρέσκεια ενός νέου τροφίμου. Ως ελεγχόμενο ερέθισμα χρησιμοποιήθηκε διάλυμα σακχαρίνης. Όλα τα ποντίκια είχαν πρόσβαση στο διάλυμα σακχαρίνης και στη συνέχεια σε ορισμένα έγινε ένεση σερίνης (2γρ/ κιλό ΣΒ) και στα υπόλοιπα ένεση χλωριούχου λιθίου (ένωση γνωστή για την επίδρασή της στην αποστροφή στη γεύση). Μετά από επανάληψη της διαδικασίας για 3 μέρες, την 4η μέρα δόθηκε πρόσβαση σε διάλυμα σακχαρίνης. Την επόμενη μέρα τα ποντίκια εκτέθηκαν χωρίς κάποια ένεση.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα της 2ης δοκιμής;
Η D-σερίνη δεν μπόρεσε να προκαλέσει αποστροφή στη γεύση.
Δοκιμή 3η
Μετρήθηκαν τα επίπεδα της D-σερίνης και της L-σερίνης στον εγκεφαλικό φλοιό, στον υποθάλαμο και στην παρεγκεφαλίτιδα 2 και 24 ώρες μετά την ένεση.
Τι έδειξε η 3η δοκιμή;
Τα επίπεδα της D-σερίνης ήταν όντως ανεβασμένα μετά την ένεση.
Δοκιμή 4η
Δύο ομάδες με 6 ποντίκια σε κάθε ομάδα. Για τις 2 πρώτες μέρες χορηγήθηκε τροφή με φυσιολογική διατροφική σύσταση και στη συνέχεια, προκειμένου να αποκτηθεί αρέσκεια στα λιπαρά φαγητά, δόθηκαν για 5 μέρες 2 τροφικές επιλογές, μια φυσιολογική και μια λιπαρή τροφή. Έπειτα έγινε ένεση D-σερίνης (2γρ/ κιλό ΣΒ) στην 1η ομάδα και νερού στη 2η. Η παρατήρηση διήρκησε ένα 24ωρο.
Υπήρξε κάποια διαφοροποίηση;
Η μονή δόση D-σερίνης δεν κατάφερε να αλλάξει την αρέσκεια ως προς τη λιπαρή τροφή.
Δοκιμή 5η
Δυο ομάδες με 6 ποντίκια η καθεμία. Καθημερινά γινόταν ένεση D-σερίνης (1, 2 ή 4γρ/ κιλό ΣΒ) ή νερού (ομάδα ελέγχου) στις 2 ομάδες. Τα ποντίκια είχαν πρόσβαση σε ένα υγρό γεύμα το οποίο κάθε φορά είχε διαφορετική σύσταση ως προς το λίπος.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;
Η D-σερίνη ανέστειλε την πρόσληψη όλων των γευμάτων, αλλά ανέδειξε μεγαλύτερη επίδραση στο γεύμα με το υψηλότερο ποσοστό λίπους. Ο βαθμός της καταστολής διέφερε μεταξύ των ποντικιών και ήταν δοσοεξαρτώμενος. Να σημειωθεί ότι η D-σερίνη γινόταν πιο αποτελεσματική στη μείωση της πρόσληψης τροφής με την πάροδο του χρόνου έκθεσης.
Δοκιμή 6η
Τέλος, έγινε έλεγχος για το αν η απόκριση στη D-σερίνη είναι συστηματική σε κάθε ποντίκι και όντως φάνηκε να ισχύει.
Συμπερασματικά..
Τα άνωθι συμπεράσματα μπορούν να δώσουν έναυσμα για να στηθούν αξιόλογες κλινικές δοκιμές που να διερευνούν πως η χρήση της D-σερίνης μπορεί να είναι βοηθητική στην αλλαγή της διατροφικής συμπεριφοράς και μετέπειτα του βάρους στους ανθρώπους και κατά πόσο βέβαια η χρήση της είναι ασφαλής.