Η τακτική κατανάλωση καρυδιών φαίνεται να βοηθά στη διατήρηση ενός υγιούς βάρους, μέσω διαφόρων πιθανών μηχανισμών. Ένας από τους αυτούς είναι ο έλεγχος της όρεξης μέσω επίδρασης στα μεταγευματικά επίπεδα γαστρεντερικών και παγκρεατικών πεπτιδίων που σχετίζονται με τον κορεσμό.
Ποιος ήταν ο σκοπός της μελέτης;
Προκειμένου να διαπιστωθεί η επίδραση που μπορεί να έχει η κατανάλωση καρυδιών στον μεταγευματικό κορεσμό πραγματοποιήθηκε διασταυρούμενη μελέτη σε 28 μη διαβητικά υπέρβαρα/ παχύσαρκα άτομα(27 ≥ΔΜΣ≤40), ηλικίας 21 ετών και άνω.
Πώς σχεδιάστηκε η μελέτη;
Οι εθελοντές κατανάλωσαν με τυχαία σειρά 2 πρωινά γεύματα σε ελεγχόμενο περιβάλλον, με απόσταση 1 εβδομάδας. Το ένα πρωινό περιείχε καρύδια (~54% της ενέργειας του πρωινού γεύματος) και το άλλο αντί για καρύδια κρέμα τυριού (σε ανάλογο ποσοστό ενέργειας). Το προηγούμενο βράδυ οι εθελοντές έπρεπε να έχουν καταναλώσει το καθιερωμένο βραδινό τους γεύμα, ενώ πριν το πρωινό απαιτούταν 12 ώρες νηστείας. Το πρωινό γεύμα έπρεπε να καταναλωθεί μέσα σε 20 λεπτά. Αποτελούσε το 30% των ενεργειακών αναγκών του κάθε εθελοντή και η σύστασή του σε μακροθρεπτικά συστατικά και φυτικές ίνες ήταν ανάλογη και στις 2 περιπτώσεις. Το γεύμα αναφοράς περιείχε περισσότερο κορεσμένο λίπος. Έγινε λήψη αίματος και στις 2 επισκέψεις κατά την έναρξη, καθώς και στα 30, 60 και 120 λεπτά από την κατανάλωση του γεύματος, προκειμένου να αξιολογηθούν τα επίπεδα ινσουλίνης, γαστρεντερολογικών και παγκρεατικών πεπτιδίων. Επίσης, οι εθελοντές αξιολόγησαν το επίπεδο κορεσμού τους με τη χρήση οπτικής αναλογική κλίμακας.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα 60 λεπτά μετά το πρωινό με τα καρύδια, μόνο η συγκέντρωση του GLP-1 ήταν χαμηλότερη σε σχέση με τη συγκέντρωσή του μετά το γεύμα αναφοράς (p=0.0433), ενώ τα μεταγευματικά επίπεδα του πεπτιδίου ΥΥ, της χολεκυστοκινίνης και της γρελίνης δεν διέφεραν μεταξύ των 2 γευμάτων. Το παγκρεατικό πολυπεπτίδιο και το ' πεπτίδιο ήταν χαμηλότερα 1 ώρα και 2 ώρες μετά το γεύμα με καρύδια σε σχέση με το γεύμα αναφοράς (p = 0,0014 και p = 0,0002, καθώς και p < 0,0001 και p = 0,0079, αντίστοιχα), ενώ η συγκέντρωση της γλυκαγόνης ήταν υψηλότερη στις 2 ώρες μετά το γεύμα με τα καρύδια σε σχέση με το γεύμα αναφοράς (p=0,0069). Η ινσουλίνη και το πεπτίδιο C αυξήθηκαν σε 1 ώρα σε ανταπόκριση των 2 γευμάτων, αλλά ήταν χαμηλότερη στις 2 ώρες μετά το γεύμα με τα καρύδια (p=0,0349 και 0,0237, αντίστοιχα). Οι μετρήσεις κορεσμού με βάση την οπτική αναλογική κλίμακα ήταν παρόμοιες και στα δύο γεύματα, κατά την έναρξη αλλά και στα υπόλοιπα χρονικά σημεία.
Τα συμπεράσματα για τους επαγγελματίες υγείας
Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας:
- Δεν επιβεβαιώνουν την υπόθεση για αύξηση του κορεσμού μετά την κατανάλωση καρυδιών στο γεύμα. Σίγουρα για ένα πιο βέβαιο συμπέρασμα χρειάζονται περισσότερες και ποιοτικότερες μελέτες που θα διερευνούν επιπλέον σημαντικές παραμέτρους που επηρεάζουν τα επίπεδα κορεσμού.
- Παρόλα αυτά, η παρουσία καρυδιών στο γεύμα φάνηκε να μειώνει τα επίπεδα μεταγευματικής ινσουλίνης, γεγονός που μπορεί να συμβάλλει στην απόκτηση ενός καλύτερου λιπιδαιμικού προφίλ.
Σε κάθε περίπτωση η κατανάλωση καρυδιών, εξακολουθεί να αποτελεί μια πολύ καλή διατροφική επιλογή για τα εξατομικευμένα διατροφικά πλάνα των πελατών σας, βάσει των αναγκών τους.