Η ριβοφλαβίνη είναι υδατοδιαλυτή βιταμίνη του συμπλέγματος βιταμινών Β και λειτουργεί ως συστατικό δύο φλάβινο-συνενζύμων. Συμμετέχει σε μεγάλο αριθμό μεταβολικών οδών και στην παραγωγή ενέργειας. Για παράδειγμα, συμμετέχει στην οξείδωση της γλυκόζης, συγκεκριμένων αμινοξέων και λιπαρών οξέων, στη μετατροπή της πυριδοξίνης (Β6) στο ενεργό της συνένζυμο, στη μετατροπή της τρυπτοφάνης σε νιασίνη, καθώς και σε αντιδράσεις που λαμβάνουν χώρα κατά τα διάφορα στάδια του κύκλου του Krebs. Η ριβοφλαβίνη παίζει το ρόλο αντιοξειδωτικού αλλά, προφανώς, και στη διατήρηση της ακεραιότητας των ερυθροκυττάρων.
Διαιτητικές πηγές της ριβοφλαβίνης
Ποσότητα τροφίμου | Ριβοφλαβίνη (mg) |
Δημητριακά πρωινού | |
1φλιτζάνι All- Bran (45g) | 0.5 |
1 φλιτζάνι Bran- Flakes (45g) | 0.6 |
1 φλιτζάνι Corn- Flakes (30g) | 0.4 |
1 φλιτζάνι muesli (95g) | 0.6 |
Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα | |
280 ml γάλα πλήρες, ημι-αποβουτυρωμένο ή αποβουτυρωμένο | 0.5 |
280 ml γάλα σόγιας | 0.7 |
150g γιαούρτι | 0.4 |
Tυρί (50g) | 0.2 |
1 αυγό (60g) | 0.3 |
Κρέας και ψάρι | |
Μοσχάρι ψητό (85g) | 0.2 |
Αρνί ψητό (85g) | 0.3 |
Χοιρινό ψητό (85g) | 0.2 |
1 μπούτι κοτόπουλο/ ψάρι (150g) | 0.2 |
Συκώτι αρνίσιο, μαγειρεμένο (90g) | 3 |
Νεφρό αρνιού, μαγειρεμένο (75g) | 1.6 |
Μαγιά | |
Μαγιά (10g) | 0.4-0.5 |
Δοσολογία
Η ριβοφλαβίνη είναι διαθέσιμη σε μορφή δισκίου και κάψουλας αλλά κυρίως σαν συστατικό σε σκευάσματα πολυβιταμινών και μετάλλων. Διαιτητικά συμπληρώματα περιέχουν δόσεις από 1-3mg, για καθημερινή χρήση.
Μεταβολισμός
Η ριβοφλαβίνη απορροφάται εύκολα από ένα σύστημα ενεργού μεταφοράς (κυρίως στο δωδεκαδάκτυλο). Ένα μέρος της ριβοφλαβίνης στην κυκλοφορία συνδέεται χαλαρά με την αλβουμίνη του πλάσματος, άλλά σημαντικά ποσά συνδέονται με άλλες πρωτεΐνες. Η μετατροπή της ριβοφλαβίνης στα συνένζυμά της λαμβάνει χώρα στους περισσότερους ιστούς (κυρίως στο ήπαρ, την καρδιά και τους νεφρούς). Απεκκρίνεται κυρίως από τα ούρα (κυρίως με τη μορφή των μεταβολιτών της, ενώ το υπόλοιπο ποσό απεκκρίνεται αναλλοίωτο). Επίσης, μπορεί να διαπερνά τον πλακούντα και να απεκκρίνεται και μέσω του μητρικού γάλακτος.
Η ριβοφλαβίνη είναι αξιοσημείωτα σταθερή κατά τη διάρκεια επεξεργασίας η οποία περιλαμβάνει θέρμανση, όπως στην κονσερβοποίηση, αφυδάτωση, εξάτμιση και παστερίωση. Ο βρασμός οδηγεί σε διασπορά της βιταμίνης στο νερό, το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί σε σούπες και σάλτσες.
Αξιόλογες απώλειες λαμβάνουν χώρα εάν το φαγητό εκτεθεί στο φως. Έκθεση του γάλακτος σε γυάλινα μπουκάλια έχει ως αποτέλεσμα απώλεια ριβοφλαβίνης. Η ζωικής προέλευσης ροβοφλαβίνη απορροφάται καλύτερα και επομένως είναι περισσότερο διαθέσιμη από εκείνη που προέρχεται από φυτικές πηγές.
Μεμονωμένη έλλειψη ριβοφλαβίνης, ανεξάρτητα από ελλείψεις άλλων βιταμινών του συμπλέγματος Β, είναι σπάνια.
Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν
- Πόνο στο στόμα και το λαιμό
- Κνησμό και ερεθισμό των ματιών
- Προβλήματα στη συμπεριφορά του ατόμου
- Χείλωση (σε γωνιώδη στοματίτιδα)
- Γλωσσίτιδα
- Αγγείωση του κερατοειδούς
- Σμηγματοροική δερματίτιδα (στο πρόσωπο, στον κορμό και στα άκρα)
- Νορμοχρωμική–νορμοκυτταρική αναιμία
- Λευκοπενία και θρομβοκυττοπενία
Χρήσεις
Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να συνιστούν τη χρήση της ριβοφλαβίνης, άνω των φυσιολογικών δόσεων, εκτός από την περίπτωση που έχει παρουσιαστεί έλλειψή της. Υπάρχουν κάποιες μαρτυρίες, ότι υψηλότερες δόσεις μπορεί να είναι χρήσιμες στην στην αντιμετώπιση της ημικρανίας, στη θεραπεία της ακμής, των στοματικών ελκών και των μυϊκών κραμπών. Προς το παρόν δεν υπάρχουν πειστικές μαρτυρίες, που να υποστηρίζουν τη χρήση της κατά του καρκίνου. Συμπληρώματα ίσως να χρειάζονται σε περιπτώσεις αυστηρά χορτοφάγων (που δεν καταναλώνουν γάλα ή γαλακτοκομικά προϊόντα).
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Δεν έχουν αναφερθεί περιπτώσεις εμφάνισης τοξικής δράσης της ριβοφλαβίνης στον άνθρωπο. Σε μεγάλες δόσεις μπορεί να προκαλέσει αποχρωματισμό των ούρων.
Αλληλεπιδράσεις
Αλκοόλ
Μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ προκαλεί έλλειψη ριβοφλαβίνης.
Αντικαταθλιπτικά
Μπορεί να αυξήσουν τις ανάγκες σε ριβοφλαβίνη.
Σίδηρος
Έλλειψη ριβοφλαβίνης μπορεί να προκαλέσει ανωμαλίες στον μεταβολισμό του σιδήρου και να προκαλέσει αναιμία.
Για τη σωστή λειτουργία απαιτούνται ικανοποιητικά ποσά από όλες τις βιταμίνες Β. Έλλειψη ή πλεόνασμα μίας εκ των βιταμινών Β μπορεί να οδηγήσει σε ανωμαλία του μεταβολισμού κάποιας άλλης.
Ημερήσιες Ανάγκες
Οι απαιτούμενες ποσότητες εκφράζονται με βάση τις εκτιμώμενες μέσες ενεργειακές απαιτήσεις, για την πλειοψηφία του πληθυσμού.
Ηλικία |
USA |
WHO |
EU* |
0-6 μηνών | 0,3 | 0,5 | - |
7-12 μηνών | 0,4 | 0,5 | 0,4 |
1-3 ετών | 0,5 | 0,5 | 0,8 |
4-8 ετών | 0,6 | - | - |
7-10 ετών | 1,2 | 1,3 | 1,2 |
9-13 ετών | 0,9 | - | - |
Άνδρες | |||
11-14 ετών | - | 1,7 | 1,4 |
15-18 ετών | - | 1,8 | 1,6 |
19-50+ ετών | - | 1,8 | 1,6 |
Γυναίκες | |||
11-14 ετών | - | 1,5 | 1,2 |
15-18 ετών | 1,0 | - | - |
19-50+ ετών | - | 1,3 | 1,3 |
Εγκυμοσύνη | 1,4 | +0,2 | 1,6 |
Θηλασμός | 1,6 | +0,4 | 1,7 |
*EU RDA= 1,6mg / ημέρα