Νέα - Ειδήσεις

Aναστάσιος Παπαλαζάρου: "Οι βαριατρικές επεμβάσεις αυξάνονται ραγδαία"

03 Σεπτεμβρίου 2012
6321 Προβολές
3 λεπτά να διαβαστεί
adynatisma jean

Ο Αναστάσιος Παπαλαζάρου, Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος, PhD, έδωσε συνέντευξη απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με την Διατροφή και βαριατρική χειρουργική για τη νοσογόνο παχυσαρκία. 

Που οφείλονται οι επιδημικές διαστάσεις της παχυσαρκίας;

Κυρίως στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Οι τροφές σήμερα προκειμένου να είναι νόστιμες και συνεπώς ελκυστικές στην κατανάλωση, είναι πλούσιες σε λίπος και αλάτι, συστατικά που οδηγούν σε υπερφαγία και αύξηση βάρους. Παράλληλα ο άνθρωπος σήμερα κινείται λιγότερο, τα πάντα γίνονται με το πάτημα ενός κουμπιού και έτσι οι θερμίδες που ξοδεύει είναι σημαντικά λιγότερες από αυτές που ξόδευε παλιότερα. Ο συνδυασμός της αυξημένης ενεργειακής πρόσληψης και της μειωμένης άσκησης αποτελούν τις κύριες συνισταμένες των επιδημικών διαστάσεων της παχυσαρκίας.

Ποια τα επίπεδα παχυσαρκίας στην Ελλάδα;

Από επίσημα στοιχεία από τον IOTF (International Obesity Task Force), το 2002 η Ελλάδα παρουσιάζεται ως η δεύτερη χώρα σε παχυσαρκία στην Ευρώπη στους άνδρες, με 72% των ανδρών να έχουν βάρος μεγαλύτερο από το κανονικό (ΔΜΣ > 24,9) και την πρώτη θέση στις γυναίκες με ποσοστό 74%. Στη μελέτη «Αττική» (Panagiotakos et al., 2004) σε αντιπροσωπευτικό δείγμα από όλη την ελληνική επικράτεια, περισσότερων από 3000 συμμετεχόντων, ο επιπολασμός του υπέρβαρου και του παχύσαρκου βρέθηκε 53% και 20% αντίστοιχα για τους άνδρες και 31% και 15% αντίστοιχα για τις γυναίκες.

Υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο αντιμετώπισης της νοσογόνου παχυσαρκίας;

Οι συντηρητικές προσεγγίσεις (δίαιτα, άσκηση, τροποποίηση συμπεριφοράς, φάρμακα), αποτελούν την πρώτη επιλογή. Ωστόσο, γνωρίζουμε σήμερα ότι τέτοιου είδους προσεγγίσεις στην πλειοψηφία τους, δεν προσφέρουν αποτελεσματικές λύσεις στο πρόβλημα. Για το λόγο αυτό οι χειρουργικές επεμβάσεις φαίνεται να αποτελούν τον ουσιαστικότερο τρόπο αντιμετώπισης. Το 1991, το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας στην Αμερική (National Institute of Health, NIH) έθεσε τις προϋποθέσεις για την αναγκαιότητα των χειρουργικών παρεμβάσεων:

  • ΔΜΣ >40 ή ΔΜΣ >35 με ταυτόχρονη ύπαρξη συνακόλουθων νοσημάτων όπως διαβήτης, καρδιαγγειακά, σοβαρή υπνική άπνοια κ.ά.
  • Ηλικία: >18
  • Έλλειψη ιατρικών και ψυχιατρικών αντενδείξεων. Σταθερά υψηλό σωματικό βάρος την τελευταία πενταετία
  • Να έχουν αποτύχει σε συστηματικές προσπάθειες δίαιτας

Το 2007, δημιουργήθηκαν και οι Ευρωπαικές προϋποθέσεις για τις χειρουργικές παρεμβάσεις, που στηρίχθηκαν σε αυτές του ΝΙΗ με την προσθήκη:

  • Να υπάρχει η απόλυτη συναίνεση τόσο του ασθενούς όσο και του στενού οικογενειακού του περιβάλλοντος
  • Να ακολουθείται πιστά μετεγχειρητικό πρωτόκολλο δίαιτας και άσκησης

Ποιες μορφές επεμβάσεων υπάρχουν στη βαριατρική χειρουργική;

Οι επεμβάσεις διακρίνονται σε τρεις βασικές κατηγορίες:

  1. Περιοριστικού τύπου επεμβάσεις, όπου με διάφορες τεχνικές περιορίζεται ο όγκος του στομάχου προκαλώντας παράλληλα και μείωση της όρεξης (γαστροπλαστικές, γαστρικός δακτύλιος, γαστρικό μπαλόνι)
  2. Μικτού τύπου επεμβάσεις, όπου παραμένει ένα μικρό έστω τμήμα του στομάχου που ενώνεται με κάποιο σημείου του εντέρου (Roux en Y γαστρική παράκαμψη, επιμηκης γαστρεκτομή) και
  3. Δυσαπορροφητικές, όπου είναι πιο δραστικές παρεμβάσεις και σε αυτές παρακάμπτεται τμήμα του γαστρεντερικού σωλήνα (χολοπαγκρεατική παράκαμψη, νηστιδοειλική παράκαμψη). Οι πρώτες είναι πιο δημοφιλείς σε Ευρώπη και Αυστραλία, ενώ οι άλλες στην Αμερική

Σε τι έκταση εφαρμόζεται η βαριατρική στην Ελλάδα;

Δυστυχώς δεν έχουμε συγκεντρωτικά οργανωμένα στοιχεία από τέτοιου είδους επεμβάσεις στην Ελλάδα. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι ο αριθμός των επεμβάσεων αυξάνεται ραγδαία παγκοσμίως (από 40.000 σε 146.301 μέσα σε 5 χρόνια (Elder, 2007).

Πόσο ασφαλής είναι και πότε ενδείκνυται;

Σε καλά οργανωμένες κλινικές η θνησιμότητα δεν ξεπερνά το 0.2-2 %. Ωστόσο, συναντώνται τόσο τεχνικές, όσο και διατροφικές επιπλοκές. Οι συχνότερες τεχνικές επιπλοκές είναι η μετεγχειρητική συλλογή υγρού στο τραύμα (μέχρι 40%) και η μετεγχειρητική κήλη (5-10%), ενώ συχνές διατροφικές επιπλοκές είναι: ναυτία, σύνδρομο dumping, αναιμία, οστεοπόρωση, γαστροισοφαγική παλινδρόμηση, αφυδάτωση.

Ποια η αποτελεσματικότητά της σε σχέση με μη επεμβατικές μεθόδους;

Η αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων εξαρτάται από τη φύση της επέμβασης. Έτσι, όσο πιο παρεμβατική είναι μια επέμβαση (πχ δυασαπορροφητικού τύπου) τόσο μεγαλύετρη η απώλεια βάρους. Γενικά οι επεμβάσεις εμφανίζουν απώλεια της τάξης των 20-30 κιλών που διατηρείται για διάστημα περίπου 10 ετών. Η πλειοψηφία των μελετών που σύγκριναν χειρουργικές παρεμβάσεις με μη επεμβατικές μεθόδους έδειξε υπεροχή των χειρουργικών επεμβάσεων.

Μπορεί το χειρουργείο να αποτελέσει λύση από μόνο του ή κρίνεται απαραίτητη η διατροφική παρακολούθηση του ασθενή;

Η διαιτητική παρακολούθηση μετεγχειρητικά και η εφαρμογή προγραμμάτων τροποποίησης συμπεριφοράς έχει δειχθεί ότι βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα οι καλά οργανωμένες κλινικές έχουν ολοκληρωμένες ομάδες αντιμετώπισης με το διαιτολόγο να κατέχει σημαντική θέση στην ιατρική ομάδα.

Πόσο σημαντική είναι η συμπεριφορική διατροφική εκπαίδευση σε απώτερο μετεγχειρητικό στάδιο;

Αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της διατήρησης του απολεσθέντος βάρους η διατήρηση υγειινών διατροφικών συμπεριφορών. Γνωρίζουμε από ερευνητικά δεδομένα ότι ασθενείς που υποτροπιάζουν διατροφικά, επανέρχονται στια παλιές διατροφικές τους συνήθεις επαναπροσλαμβάνουν σημαντικό μέρους του βάρους που έχασαν.

Κατά πόσο είναι διατηρήσιμη η απώλεια βάρους που επιτυγχάνεται;

Φαίνεται να είναι εξαιρετικά ικανοποιητική. Στη μεγαλύτερη σε χρονική διάρκεια παρακολούθησης μελέτη του χώρου (Swedish Obese Study, SOS), η μέση απώλεια βάρους σε 10 χρόνια έφτασε τα 19 κιλά (Sjostrom et al., 2004) Η ίδια επιστημονική ομάδα, λίγο αργότερα, δημοσιεύει στοιχεία που αφορούν 15 χρόνια παρακολούθησης και συγκρίνει τη ΕΚΓ με την Rοux en Y γαστρική παράκαμψη βρίσκοντας πλεονέκτημα της δεύτερης, όσον αφορά τη μακροχρόνια διατήρηση βάρους (27% έναντι 18% της απώλειας του αρχικού βάρους) (Sjostrom et al., 2007).