Καρδιαγγειακά

Διατροφή και πρόληψη καρδιαγγειακών παθήσεων

του Αντώνιου Κουτελιδάκη & του Γεώργιου Κούσκου
09 Δεκεμβρίου 2016
57039 Προβολές
9 λεπτά να διαβαστεί
gynaika pou krata kardia

Photo source: www.bigstockphoto.com

Τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι η σημαντικότερη αιτία θανάτου στους άνδρες 35-55 ετών και μια από τις σημαντικότερες αιτίες θανάτου στις γυναίκες στις χώρες του δυτικού κόσμου. Πρόκειται για πολυπαραγοντικής φύσεως νοσήματα που ο μόνος τρόπος να αντιμετωπιστούν επιτυχώς είναι να ληφθούν υπόψη όλοι οι παράγοντες κινδύνου αναπτύξεως τους.

Στα καρδιαγγειακά νοσήματα περιλαμβάνονται παθήσεις των στεφανιαίων και των αγγειακών αρτηριών καθώς επίσης και αρτηριών και φλεβών των ποδιών. Βασική αιτία της κλινικής εμφάνισης των καρδιαγγειακών παθήσεων είναι η αθηροσκλήρυνση των αρτηριών.

Παράγοντες κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων

Οι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων διακρίνονται σε τροποποιήσιμους (τρόπος ζωής, βιοχημικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά) και σε μη τροποποιήσιμους (ηλικία, φύλο, ατομικό και οικογενειακό ιστορικό).

  • Η δίαιτα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων αφού επηρεάζει άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως τα λιπίδια, την αρτηριακή πίεση και το σωματικό βάρος.
  • Το κάπνισμα αυξάνει σημαντικά την καρδιακή νοσηρότητα και θνησιμότητα, αφού έχει προταθεί ότι προκαλεί το 30% των θανάτων από καρδιαγγειακά νοσήματα παγκοσμίως.
  • Επιδημιολογικά δεδομένα έχουν δείξει ότι η υπερβολική κατανάλωση οινοπνεύματος και ο καθιστικός τρόπος ζωής αυξάνουν τη συνολική καρδιαγγειακή θνησιμότητα.
  • Η μεμονωμένη συστολική υπέρταση θεωρείται επίσης ένας από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για την πρόκληση στεφανιαίας νόσου και αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.
  • Πληθώρα μελετών καταδεικνύει ισχυρή θετική συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα ολικής και LDL (Low Density Lipoprotein) χοληστερόλης και στον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών συμβαμάτων. Επίσης, έχει δειχθεί ισχυρή αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στα επίπεδα HDL (High Density Lipoprotein) χοληστερόλης και στον κίνδυνο εμφάνισης πρώιμης καρδιαγγειακής νόσου.
  • Η αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης, η υπερινσουλιναιμία και η διαταραχή στην ανοχή της γλυκόζης είναι παράγοντες που προάγουν την αθηρωματική νόσο.
  • Ο σακχαρώδης διαβήτης σχετίζεται με μια σημαντική αύξηση του κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου, της νόσου των εγκεφαλικών αγγείων και της περιφερειακής αγγειοπάθειας.
  • Σημαντικός παράγοντας κινδύνου είναι και η παχυσαρκία, η οποία σχετίζεται με άλλους παράγοντες και δύναται να αυξήσει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
  • Άλλοι παράγοντες κινδύνου που μελετώνται τελευταία είναι το οξειδωτικό στρες, η υπερομοκυστειναιμία, τα αυξημένα επίπεδα ινωδογόνου, φλεγμονώδεις και λοιμώδεις παράγοντες.

Διατροφή και πρόληψη καρδιαγγειακών παθήσεων

Η διατροφή αποτελεί βασικό τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για την πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου. Εκ των επιστημονικών δεδομένων προκύπτει πλέον το συμπέρασμα ότι μεγαλύτερη σημασία έχει η εστίαση κυρίως στην ποιότητα των λιπαρών της διατροφής, παρά στην ποσότητα.

Αντικατάσταση κορεσμένου λίπους

Πρόσφατες μεταναλύσεις δείχνουν ότι η αντικατάσταση του κορεσμένου λίπους από πολυακόρεστα δύναται να μειώσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, ενώ αναδεικνύουν τη σημασία της μείωσης των trans λιπαρών.

Ευεργητικός ρόλος βιταμινών

Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ενδεχόμενο ευεργετικό ρόλο της βιταμίνης D, των βιταμινών του συμπλέγματος Β, των καροτενοειδών, της βιταμίνης Ε και της βιταμίνης C. Αν και οι μελέτες δείχνουν ότι η χορήγηση αυτών των βιταμινών υπό μορφή συμπληρώματος δεν έχει ουσιαστική επίδραση, η πρόσληψη τους εντός μιας ισορροπημένης διατροφής εμφανίζει σημαντική καρδιοπροστατευτική δράση, συμβάλλοντας στην πρωτογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου.

Τρόφιμα με προστατευτική δράση

Αναφορικά με τα τρόφιμα, η πιο ισχυρή προστατευτική συσχέτιση έχει δειχθεί για τα φρούτα, τα λαχανικά, τα ψάρια και τα δημητριακά ολικής αλέσεως, ενώ τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου με μέτρια κατανάλωση αλκοόλ.

Mεσογειακή διατροφή και υγεία της καρδιάς

Η διατροφή που θεωρείται από τις καλύτερες που έχουν μελετηθεί για την προαγωγή της καρδιαγγειακής υγείας είναι η μεσογειακή διατροφή. Αυτή χαρακτηρίζεται από κατανάλωση ψαριών, μονοακόρεστων εκ του ελαιολάδου, φρούτα, λαχανικά, ξηρούς καρπούς και δημητριακά. H επίδραση της στη μείωση του κινδύνου καρδιαγγειακών σχετίζεται με τη βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ, τη μείωση δεικτών φλεγμονής καθώς και τη μείωση των συμβαμάτων και των θανάτων από καρδιαγγειακή νόσο.

mesogeiaki diatrofi kai ygeia tis kardias

 

Πολλές μελέτες έχουν συμπεράνει ότι διατροφικές συνήθειες που είναι κοντά στο πρότυπο της μεσογειακής διατροφής εμφανίζουν καρδιοπροστατευτική δράση. Τέτοιου είδους διατροφικές συνήθειες δύναται να προλάβουν την εκδήλωση καρδιαγγειακής νόσου, ακόμη και εάν δεν επηρεάζουν πάντα δραστικά το λιπιδαιμικό προφίλ. Αυτό που μελετάται ακόμη είναι εάν οι καρδιοπροστατευτικές επιδράσεις οφείλονται στα μεμονωμένα συστατικά μιας διατροφής κοντά στη μεσογειακή ή είναι αποτέλεσμα συνολικής επίδρασης-συνεργηστικής δράσης, με την τελευταία να αποτελεί την πιθανότερη περίπτωση.

Συστατικά της διατροφής στην πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου

Ω-3 πολυακόρεστα λιπαρά, ψάρι

Αρκετές μεταναλύσεις έχουν δείξει δυνητική μείωση της συνολικής καρδιαγγειακής θνησιμότητας από την κατανάλωση ψαριών. Οι Ευρωπαϊκές οδηγίες αναφέρουν τη σημασία της κατανάλωσης ψαριών, τόσο για την πρωτογενή, όσο και για τη δευτερογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών παθήσεων. Οι προτεινόμενοι μηχανισμοί σχετίζονται με τη δράση των ω-3 στη βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ, τη μείωση της πίεσης, την αναστολή της φλεγμονής, την επίσχεση των οξειδωτικών διαδικασιών και την αντιθρομβωτική δράση.

Μονοακόρεστα λιπαρά, ελαιόλαδο

Οι πρόσφατες οδηγίες αναφέρουν τη σημασία της αντικατάστασης των κορεσμένων λιπαρών με μονοακόρεστα και πολυακόρεστα για την πρωτογενή και τη δευτερογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών. Αν και απαιτούνται ακόμη μελέτες προς επιβεβαίωση των δεδομένων, φαίνεται ότι η καρδιοπροστατευτική δράση του ελαιολάδου οφείλεται αφενός μεν στο ελαϊκό οξύ, αφετέρου δε στα περιεχόμενα σε αυτό αντιοξειδωτικά συστατικά όπως οι φαινολικές ενώσεις υδροξυτυροσόλη και ελευρωπαίνη.

Φρούτα και λαχανικά

Μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν καταδείξει τη σημαντική επίδραση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων. Αυτή φαίνεται να οφείλεται στο χαμηλό θερμιδικό περιεχόμενο των φρούτων και των λαχανικών, στη μεγάλη περιεκτικότητα τους σε μικροθρεπτικά συστατικά και στην υψηλή αντιοξειδωτική τους δράση. Η αντιοξειδωτική τους δράση οφείλεται αφενός μεν στις αντιοξειδωτικές βιταμίνες, αφετέρου δε σε φυτοχημικές ουσίες όπως οι πολυφαινόλες (φλαβονοειδή, όπως κατεχίνες, ανθοκυανίνες κ.α.).

Δημητριακά, φυτικές ίνες

Οι συστάσεις αναφέρουν ότι μια διατροφή που περιέχει περίπου 25-30g φυτικές ίνες την ημέρα, από διάφορες πηγές όπως τα δημητριακά ολικής αλέσεως, δύναται να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Οι μελετώμενοι μηχανισμοί δράσεις αφορούν τη μείωση του βάρους, της φλεγμονής και της οξείδωσης, την επίδραση στο μεταβολισμό της γλυκόζης και το λιπιδαιμικό προφίλ.

Ξηροί καρποί και όσπρια

Η κατανάλωση ξηρών καρπών ως κύρια πηγή λίπους μαζί με το ελαιόλαδο φαίνεται ότι έχει καταλυτική επίδραση στη μείωση της καρδιαγγειακής θνησιμότητας. Εξίσου σημαντική επίδραση φαίνεται ότι έχει και η κατανάλωση οσπρίων, ως πολύ καλή πηγή μικροθρεπτικών, αντιοξειδωτικών και φυτικών ινών.

Οδηγίες της Διεθνούς Εταιρείας Αθηροσκλήρωσης για την Πρόληψη των Καρδιακών Παθήσεων

 

Θεραπευτικές τροποποιήσεις για ένα διαιτολόγιο υγιεινό για την καρδιά
Μείωση των κορεσμένων λιπαρών σε <7% της συνολικής ενέργειας
Μείωση της κατανάλωσης trans λιπαρών οξέων
Διατήρηση της πρόσληψης ωμέγα-3 λιπαρών οξέων
  • λινολενικό οξύ κατά τουλάχιστον 1% της συνολικής ενέργειας (2–3 g ημέρα)
  • συμπληρώματα ιχθυέλαιου προαιρετικά για ασθενείς υψηλού κινδύνου (EPA+DHA: 1 g/ημέρα)
Μείωση της προσλαμβανόμενης από την τροφή χοληστερόλης σε <200 mg/ ημέρα
Αύξηση των διαλυτών φυτικών ινών, αν είναι δυνατό, σε 10 g/ημέρα
Κατανάλωση τουλάχιστον 5 μερίδων φρούτων και λαχανικών καθημερινά
Εξασφάλιση επαρκούς πρόσληψης φολικού οξέος (400-1000 mg/ ημέρα)
Αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ. Όχι πάνω από 20-30 g/ημέρα (άντρες) ή 10-20 g/ημέρα (γυναίκες)
Προσθήκη φυτικών στερολών/στανολών (2 g/ημέρα) σε περίπτωση αυξημένης LDL- χοληστερόλης

Καρδιαγγειακές παθήσεις στις γυναίκες

Η συχνότητα των καρδιαγγειακών νοσημάτων διαφέρει μεταξύ γυναικών και ανδρών.

Αίτια

Τα αίτια αυτής της διαφοράς είναι πολλά:

  1. Πολλές παθολογικές καταστάσεις αφορούν μόνο τις γυναίκες όπως η πρώϊμη εμμηνόπαυση, ο σακχαρώδης διαβήτης ή/και η αρτηριακή υπέρταση της κύησης,  οι πολυκυστικές ωοθήκες, κ.α.).
  2. Άλλα νοσήματα είναι πιο συχνά στις γυναίκες, συγκριτικά με τους άνδρες (πχ. η ημικρανία, το φαινόμενο Raynaud, οι αγγειΐτιδες, ο σπασμός των στεφανιαίων αγγείων κ.α.
  3. Οι εμμηνοπαυσιακές γυναίκες εμφανίζουν συχνότερα τους κλασικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα (δυσλιπιδαιμία, αρτηριακή υπέρταση, σακχαρώδης διαβήτης, καθιστική ζωή, κ.α.).
  4. Επιπλέον, οι γυναίκες που θα εμφανίσουν καρδιαγγειακά νοσήματα είναι μεγαλύτερες σε ηλικία και γι’ αυτό παρουσιάζουν επιπρόσθετες οργανικές διαταραχές όπως οστεοπόρωση, συγκριτικά με τους άνδρες ίδιας ηλικίας.

Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες παρουσιάζουν άλλους παράγοντες, που συμβάλλουν στη βαρύτητα και έκβαση των νοσημάτων αυτών.

Που οφείλεται η διαφοροποίηση ανάμεσα στο φύλο;

Ο κυριότερος παράγοντας που διαφοροποιεί τις γυναίκες από τους άνδρες, είναι τα οιστρογόνα.

Τα οιστρογόνα έχουν ποικίλη δράση σε διάφορα όργανα του ανθρώπινου και κυρίως του γυναικείου σώματος. Τα επίπεδά τους στη διάρκεια της ζωής της γυναίκας μεταβάλλονται και επηρεάζουν πολλά συστήματα. Ένα από τα βασικά συστήματα που υφίσταται μεγάλες αλλαγές από τη δράση των οιστρογόνων είναι το καρδιαγγειακό σύστημα. Η επίδραση των οιστρογόνων στο καρδιαγγειακό σύστημα μπορεί να είναι άμεση στο αγγείο ή να εμφανίζεται μέσω των μεταβολών των παραγόντων κινδύνου, όπως της αρτηριακής πίεσης, του σωματικού βάρους, της αντίστασης στη δράση της ινσουλίνης(σχετίζεται με την εμφάνιση του σακχαρώδους διαβήτη), των επιπέδων λιπιδίων του αίματος και των αιματολογικών παραγόντων. Η εμμηνόπαυση και η ηλικία είναι δύο από τις βασικές καταστάσεις των γυναικών που οδηγούν στις ανεπιθύμητες μεταβολές αυτών των παραγόντων κινδύνου.

Τι δείχνουν οι μελέτες;

Τα καρδιαγγειακά νοσήματα, παρά τις σημαντικές παρεμβάσεις που έχουν γίνει στην πρωτογενή και τη δευτερογενή πρόληψή τους, παραμένουν η πρώτη αιτία θανάτου στο δυτικό κόσμο τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες

Ειδικά στις γυναίκες, οι θάνατοι από καρδιαγγειακά νοσήματα είναι πιο συχνοί ακόμα και από τον καρκίνο του μαστού σε όλες τις ηλικίες

Επιπλέον, όταν στις γυναίκες εμφανιστούν τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η πρόγνωση είναι δυσμενέστερη, συγκριτικά με τους άνδρες. 

Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας ανακοίνωσε ότι οι οφειλόμενοι στο έμφραγμα του μυοκαρδίου ή στο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο θάνατοι στις γυναίκες συσχετίζονταν με την ηλικία τους. Η επίπτωση του εμφράγματος του μυοκαρδίου στις γυναίκες με φυσιολογικά επίπεδα οιστρογόνων είναι πολύ μικρή (1-7 περιστατικά ανά 100.000 γυναίκες) και, συγκριτικά με τους άνδρες, είναι 3-5 φορές μικρότερη. Ωστόσο, η ευνοϊκή αυτή συσχέτιση χάνεται στις γυναίκες ηλικίας άνω των 65 ετών.

Τα αποτελέσματα των μελετών, σχετικά με την ορμονική κατάσταση των γυναικών και την εμφάνιση των καρδιαγγειακών επεισοδίων, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι τα οιστρογόνα έχουν προστατευτική δράση κατά της αθηρογένεσης, δηλαδή στο σχηματισμό της αθηρωματικής πλάκας στα αγγεία και κατ’ επέκταση στις κλινικές εκδηλώσεις της αθηρογένεσης, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα.

Οι αιτίες που οδηγούν τις νέες γυναίκες στη στεφανιαία νόσο είναι οι αγγειΐτιδες, τα αυτοάνοσα νοσήματα, οι λοιμώξεις, η υπερπηκτική κατάσταση και η χρήση αντισυλληπτικών χαπιών ή παραισθησιογόνων ουσιών. Άλλες αιτίες είναι οι συγγενείς ανωμαλίες των στεφανιαίων αρτηριών, η μυοκαρδιακή γέφυρα, το έμφραγμα του μυοκαρδίου μετά από εμβολή, ο διαχωρισμός των στεφανιαίων αρτηριών. Σε αυτές μπορούν να προστεθούν η οικογενής υπερχοληστερολαιμία (η κληρονομική δηλαδή εμφάνιση υψηλής χοληστερόλης), η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η παχυσαρκία και το κάπνισμα.

Τι συμβαίνει μετά την εμμηνόπαυση;

Η καρδιακή λειτουργία τείνει να φθίνει μετά την εμμηνόπαυση. Οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση έχουν υψηλότερα επίπεδα ολικής χοληστερόλης, LDL (κακής) χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων στο πλάσμα, συγκριτικά με τους άνδρες της ίδιας ηλικίας και τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Έχουν επίσης την τάση να συσσωρεύουν σπλαχνικό λίπος. 

Η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης στις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες επιφέρει μείωση των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων κατά 40%

Οι γυναίκες με χαμηλότερα επίπεδα οιστρογόνων ή με αυξημένα επίπεδα ανδρογόνων στο πλάσμα έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν σακχαρώδη διαβήτη.

Πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων

Δίαιτα

Η μείωση του σωματικού βάρους σε υπέρβαρες ή παχύσαρκες γυναίκες σχετίζεται με βελτίωση των μεταβολικών παραγόντων κινδύνου και οδηγεί στη μείωση της εμφάνισης του μεταβολικού συνδρόμου. Οι στερόλες ασκούν ευνοϊκή επίδραση στη λιπιδαιμική εικόνα του ασθενή.

Άσκηση

Η συστηματική άσκηση συσχετίζεται με αυξημένα επίπεδα των ορμονών στο αίμα. Η αυξημένη φυσική δραστηριότητα μειώνει τα καρδιαγγειακά επεισόδια.

Φάρμακα

Η χορήγηση των υπολιπιδαιμικών φαρμάκων στις περιπτώσεις δυσλιπιδαιμίας στις γυναίκες έχει ευεγερτικό αποτέλεσμα, παρόμοιο με εκείνο των ανδρών. Επίσης συνιστάται η αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη και της αρτηριακής υπέρτασης.

Θεραπεία

Ορμονική θεραπεία υποκατάστασης

H ορμονική θεραπεία υποκατάστασης (δηλαδή χορήγηση οιστρογόνων) δεν πρέπει να χορηγείται για την πρωτογενή και τη δευτερογενή πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων γιατί αυξάνει τον κίνδυνο αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων-θρομβοεμβολικών επεισοδίων και την εμφάνιση του διηθητικού καρκίνου μαστού.

Αντίθετα η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης βελτιώνει τα αγγειοκινητικά συμπτώματα της εμμηνόπαυσης(εξάψεις) και μειώνει τα κατάγματα και τον καρκίνο του εντέρου.

Εγκυμοσύνη και καρδιαγγειακές παθήσεις

Η εμφάνιση καρδιακών επιπλοκών στη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι πολύ σημαντική γιατί μπορεί να έχει πολύ βλαβερές συνέπειες τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο. Σημαντικότερες από αυτές τις επιπλοκές είναι η επιδείνωση προϋπαρχουσών βαλβιδοπαθειών (κυρίως στένωση αορτικής και ανεπάρκεια ή στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας), η πνευμονική υπέρταση, η περιγεννητική μυοκαρδιοπάθεια και ο αορτικός,στεφανιαίος ή καρωτιδικός διαχωρισμός. Η αύξηση της ηλικίας της μητέρας που παρατηρείται συχνότατα στις μέρες μας, μαζί με την ύπαρξη αρτηριακής υπέρτασης, στεφανιαίας νόσου αλλά και το κάπνισμα, αυξάνουν τις πιθανότητες επιπλοκών στην διάρκεια της κύησης.

Υπάρχουν φυσιολογικές μεταβολές στην εγκυμοσύνη;

Ναι, υπάρχουν! Μια φυσιολογική καρδιά προσαρμόζεται στις αυξημένες απαιτήσεις της εγκυμοσύνης αυξάνοντας τη λειτουργικότητά της, την ποσότητα αίματος που στέλνει στα όργανα του σώματος και τη συχνότητά της. Η αρτηριακή πίεση μειώνεται ελαφρά (κυρίως η «μικρή» πίεση). Είναι συχνό φαινόμενο επίσης η ακρόαση ενός καρδιακού φυσήματος (από την πνευμονική βαλβίδα). Ακόμη μια ελαφρά δύσπνοια, κυρίως στην έντονη άσκηση είναι δικαιολογημένη όπως και υπνηλία και εύκολη κόπωση. Επίσης συχνά συμβαίνουν ταχυκαρδίες που μπορεί να είναι όμως αθώες ή οιδήματα στα πόδια χωρίς να συνυπάρχει κάποια παθολογική κατάσταση από το καρδιαγγειακό σύστημα.

Ποια συμπτώματα θα πρέπει να ανησυχήσουν τη μητέρα;

Σοβαρά συμπτώματα όπως σοβαρή και επιδεινούμενη δύσπνοια, νυχτερινή δύσπνοια, αιμόπτυση, πόνος στο στήθος ή λιποθυμικά επεισόδια (ιδίως στην άσκηση) δεν θα πρέπει να ξεφύγουν της προσοχής της.

Τι είναι η υπέρταση της κύησης;

Φυσιολογικά η αρτηριακή πίεση ελαττώνεται στη διάρκεια της κύησης, ιδίως στο 2ο τρίμηνο αυτής. Κάθε πίεση πάνω από 140/90mm Hg είναι αρτηριακή υπέρταση. Αν η υπέρταση συνοδεύεται και από απώλεια πρωτεΐνης(λευκώματος) στα ούρα και οιδήματα, τότε μιλάμε για προεκλαμψία η οποία αν έχει και επιληπτικούς σπασμούς λέγεται εκλαμψία και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη.

Επιτρέπονται τα αντιυπερτασικά φάρμακα; 

Οι περισσότερες μητέρες με αρτηριακή υπέρταση που υπήρχε πριν την εγκυμοσύνη θα αναγκαστούν να σταματήσουν τα αντιυπερτασικά τους φάρμακα λόγω πτώσης της πίεσής τους. Αν παρουσιαστεί υπέρταση στην κύηση, πρέπει να εξεταστεί η πιθανότητα έναρξης θεραπείας.

Σχετίζεται η υπέρταση της κύησης με την μελλοντική εμφάνιση υπέρτασης;

Η εμφάνιση υπέρτασης που είναι παροδική (εμφανίζεται μετά την 20η εβδομάδα και υποχωρεί μετά την 42η ημέρα από τον τοκετό), αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για την ανάπτυξη υπέρτασης μελλοντικά στη μητέρα.

Υπάρχουν παθήσεις που προκαλούνται ή επιδεινώνονται από την εγκυμοσύνη;

Η εγκυμοσύνη αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για θρομβώσεις του αίματος (ιδίως φλεβικές) και για αναιμία, η οποία συνήθως οφείλεται σε αραίωση του αίματος λόγω αύξησης του όγκου των υγρών. Σοβαρές παθήσεις των καρδιακών βαλβίδων, κυρίως η στένωση της μιτροειδούς και της αορτικής βαλβίδας, μπορεί να επιδεινωθούν σημαντικά στην εγκυμοσύνη.

Υπάρχουν καρδιακές παθήσεις στις οποίες η εγκυμοσύνη αντενδείκνυται ή πρέπει να διακοπεί;

Ναι. Σε μια σειρά από πολύ σοβαρές καρδιοπάθειες όπως πνευμονική υπέρταση, σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια, προηγούμενη περιγεννητική καρδιομυοπάθεια με απότοκο καρδιακή ανεπάρκεια, σοβαρή στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας, σοβαρή συμπτωματική στένωση της αορτικής βαλβίδας, στένωση της αορτής καθώς και σοβαρά ανευρύσματα της αορτής, η κύηση αντενδείκνυται πλήρως.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ζαμπέλας, Α. (2006). Κλινική Διατροφή και Διαιτολογία, με έμφαση στην παθολογία. Ιατρικές Εκδόσεις Πασχαλίδη. σελ. 240-260.

Πλέσσας, Σ. (1998). Διαιτητική του ανθρώπου. Εκδόσεις Φάρμακον-Τύπος, Αθήνα. σελ. 65-94.

Κουτελιδάκης Α. (2015). Λειτουργικά Τρόφιμα: Ο ρόλος τους στην προαγωγή της υγείας. Εκδόσεις Ζήτη. Θες/κη.

Χανιώτης, Φ. (1998). Παθολογία. Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας, Αθήνα. σελ. 89-94, 98-109.

Bhupathiraju S. & Tucker K. (2011). Coronary heart disease prevention: Nutrients, foods, and dietary patterns. Clinica Chimica Acta 412, 1493–1514.International Atherosclerosis Society Executive Board, Harmonised Clinical Guidelines on Prevention of Atherosclerosis Vascular Disease, March 2003.Dalen J. & Devries S. (2014). Diets to Prevent Coronary Heart Disease 1957-2013: What Have We Learned? The American Journal of Medicine, 127, 364-369.

Duthie, G. G., Duthie, S. J., & Kyle, A. M. (2000). Plant polyphenols in cancer and heart disease: implications as nutritional antioxidants. Nutrition Research Reviews, 13(1), 340-357.

Jiang, F. & Dusting, G. J. (2003). Natural phenolic compounds as cardiovascular therapeutics: potentional role of their antiinflamatory effects. Current Vascular Pharmacology, 1, 135-156.

Kaliora, A.C., Dedousis, G. V. Z. & Sehmid, H. (2005). Dietary antioxidants in preventing atherogenesis. Atherosclerosis, 187(1), 1-17.

Stoclet, J. C., Chataigneu, T. & Ndiaye, M. (2004). Vascular protection by dietary polyphenols. European Journal of Pharmacology, 500, 299-313.

International Atherosclerosis Society Executive Board, Harmonised Clinical Guidelines on Prevention of Atherosclerosis Vascular Disease, March 2003.

Αντώνιος Κουτελιδάκης
Αντώνιος Κουτελιδάκης Καθηγητής Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής, MSc, PhD

O Αντώνης Κουτελιδάκης είναι Καθηγητής Επιστήμων Τροφίμων και Διατροφής, κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος ειδίκευσης (M.Sc.) και διδακτορικού τίτλου (PhD) με κατεύθυνση τη Διατροφή του Ανθρώπου. Διδάσκει ως Λέκτορας βάσει ΠΔ 407/80 στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ενώ είναι Επιστημονικός Συνεργάτης της Μονάδας Διατροφής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Γεώργιος Κούσκος
Γεώργιος Κούσκος Ειδικός Καρδιολόγος