Μεγαλώνοντας το σώμα χάνει σταδιακά κάποια από την μυϊκή του μάζα, ενώ το λίπος συσσωρεύεται πιο εύκολα. Οι σωματικές αλλαγές οδηγούν τον οργανισμό σε διαφορετικές ανάγκες από θρεπτικά συστατικά. Επομένως, η διατροφή των ατόμων πάνω των 50 ετών πρέπει να προσαρμόζετε στις υπάρχουσες ανάγκες τους, διότι η διατροφή που ακολουθούσαν ως τώρα πλέον δεν είναι η κατάλληλη.
Θερμιδικές ανάγκες
Οι θερμιδικές ανάγκες ενός ατόμου άνω των 50 ετών εξαρτάται από το βάρος του ατόμου, το επίπεδο δραστηριότητας και τη γενική υγεία. Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Γήρανσης, μια γυναίκα άνω των 50 ετών που κάνει καθιστική ζωή χρειάζεται περίπου 1.600 θερμίδες καθημερινά, ενώ οι ανάγκες ενός άντρα που κάνει καθιστική ζωή είναι περίπου 2.000 θερμίδες. Οι γυναίκες αυτής της ηλικίας με ενεργό τρόπο ζωής χρειάζονται από 2.200 μέχρι 2.400 θερμίδες καθημερινά και οι δραστήριοι άντρες μπορεί να χρειαστούν μέχρι και 2.800 θερμίδες την ημέρα.
Ασβέστιο
Σε αυτή την ηλικία χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή στο σκελετό και τα οστά. Μεγαλώνοντας τα οστά χάνουν κάποια από την πυκνότητά τους, γι' αυτό θα πρέπει να αυξήσουν το ασβέστιο που προσλαμβάνουν και επίσης να φροντίζουν για την ικανοποιητική λήψη βιταμίνης D, καθώς βοηθά στην απορρόφηση του ασβεστίου. Η ανάγκη για ασβέστιο ανεβαίνει από τα 1000 mgr στα 1200 mgr και για την βιταμίνη D από τα 5 μg στα 10 μg ημερησίως και για τα δύο φύλλα. Εκτός από τα γαλακτοκομικά που είναι καλές πηγές ασβεστίου, τροφές θησαυροί για τα οστά, επίσης, είναι οι ανάλατοι ξηροί καρποί, τα σκούρα πράσινα λαχανικά και τα μικρά ψαράκια, όταν τρώγονται ολόκληρα. Η βιταμίνη D υπάρχει στα λιπαρά ψάρια .
Βιταμίνη Β12
Η έλλειψη βιταμίνης Β12, η οποία είναι χρήσιμη για τη διατήρηση της υγείας του νευρικού συστήματος, είναι συχνή σε αυτή την ηλικιακή ομάδα και η ανεπάρκεια της μπορεί να προκαλέσει προβλήματα μνήμης, ισορροπίας και μούδιασμα. Η Β12 βρίσκεται σε αφθονία στο κρέας, αλλά και στα εμπλουτισμένα τρόφιμα.
Ω-3 λιπαρά οξέα
Δύο φορές την εβδομάδα είναι καλό να καταναλώνετε λιπαρά ψάρια, όπως σαρδέλες, σολομό και φρέσκο τόνο, που είναι πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα καθώς προστατεύουν το καρδιαγγειακό σύστημα. Ακόμη, μπορείτε να προσθέσετε καθημερινά 1 κ. σουπ. λιναρόσπορο στην διατροφή σας που προσφέρει, επίσης, ω-3 λιπαρά οξέα στον οργανισμό.
Φυτικές ίνες
Η αύξηση των φυτικών ινών μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση ασθενειών και των προβλημάτων υγείας που επηρεάζουν τα μεγαλύτερα άτομα, όπως η υψηλή χοληστερόλη, διαβήτη τύπου 2, ο καρκίνος και οι καρδιοπάθειες. Οι γυναίκες πάνω των 50 ετών χρειάζεται να προσλαμβάνουν 21 γραμμάρια φυτικών ινών το λιγότερο και οι άνδρες χρειάζονται 30 γραμμάρια καθημερινά.
Νάτριο
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δώσουν και στην πρόσληψη νατρίου, το οποίο καλό θα είναι να περιορίζεται σε αυτή την ηλικία. Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων συνιστά σε όλους άνω των 40 ετών, το όριο ημερήσιας κατανάλωσης αλατιού να είναι το πολύ 1.500 mg ημερησίως, προκειμένου να βοηθήσει στην πρόληψη της υπέρτασης.
Νερό
Αν και είναι κάτι που όλοι θεωρούμε δεδομένο , το νερό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τα άτομα πάνω των 50 ετών. Μεγαλώνοντας οι άνθρωποι τείνουν να χάνουν την αίσθηση της δίψας τους καθώς γερνούν και, κατά συνέπεια, μπορεί εύκολα να αφυδατωθούν.
Συμπερασματικά, καθώς περνάνε τα χρόνια ο αριθμός των θερμίδων που προσλαμβάνετε καθημερινά πρέπει να αλλάζει, διότι αλλάζει και η σύνθεση του σώματος. Έτσι, ενώ μια γυναίκα γύρω στα 35 χρονών μπορεί να καταναλώνει περίπου 2.000 θερμίδες την ημέρα για να διατηρήσει το βάρος της, μια γυναίκα 55 ετών θα πρέπει να καταναλώνει περίπου 1.600 θερμίδες. Επίσης, είναι αναγκαίο να προσλαμβάνετε περισσότερο ασβέστιο και ω-3 λιπαρά οξέα για την πρόληψη της οστεοπόρωσης και των καρδιαγγειακών παθήσεων. Επιπλέον, πρέπει να μετριάζετε η κατανάλωση αλατιού, καθώς συμβάλλει στην υπέρταση, που σε αυτή την ηλικία παραμονεύει βάζοντας την καρδιά τους σε κίνδυνο.
Ειδικά σε αυτή την ηλικία, ο συνδυασμός σωστής διατροφής και άσκησης όχι μόνο επιβραδύνει την απώλεια της μυϊκής μάζας και τον έλεγχο του βάρους, αλλά προστατεύει και από την εκδήλωση παθήσεων, όπως οστεοπόρωση, διαβήτης τύπου 2, υπέρταση κ.λπ.