Διατροφή

Πρόγραμμα TRACE, το μεγαλύτερο πρόγραμμα ταχύτατου εντοπισμού της προέλευσης ενός τροφίμου που έχει χρηματοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε σχέση με την ιχνηλασιμότητα.

της Νεκταρίας Καρακώστα
25 Οκτωβρίου 2009
13641 Προβολές
3 λεπτά να διαβαστεί
TRACE programma

Photo source: www.bigstockphoto.com

Aπό πού κρατάει η «σκούφια» του τροφίμου που καταλήγει στο τραπέζι σας; Σε λίγα χρόνια από σήμερα, οι ελεγκτικές αρχές θα μπορούν με μερικά κλικ στο Google Earth (ή κάποιο παρόμοιας φιλοσοφίας λογισμικό) να πάνε βήμα-βήμα πίσω στην ιστορία του τροφίμου και να δουν όλη την καταγραφή των δεδομένων που γίνεται στη διάρκεια του κύκλου ζωής του προϊόντος (ιχνλασιμότητα). Αν μιλάμε δηλαδή για ένα ψάρι, η πορεία από το πιάτο και προς τα πίσω θα καταλήξει -προφανώς- στη θάλασσα ή μάλλον στα δίχτυα του ψαρά, καθώς από εκεί αρχίζει η διαδρομή για το πιάτο του καταναλωτή.

Απαντώντας στην ανάγκη του ταχύτατου εντοπισμού της προέλευσης ενός τροφίμου, πρόσφατα ολοκληρώθηκε το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ΤRACE, το μεγαλύτερο πρόγραμμα που έχει χρηματοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε σχέση με την ιχνηλασιμότητα.

H ιχνηλασιμότητα θεωρείται εξαιρετικά σημαντική, τόσο για την ελαχιστοποίηση των απατών όσον αφορά στα τρόφιμα, όσο και για την ταχύτατη ανάκληση των προβληματικών παρτίδων σε περίπτωση κινδύνου. Επιπλέον, ενισχύει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών που, σήμερα, αναζητούν πλέον διαβεβαιώσεις για την ασφάλεια της τροφής τους.

Το πρόγραμμα, που υλοποιήθηκε με τη συνεργασία 47 πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων και εταιρειών από την Ευρώπη και την Κίνα, δίνει τη δυνατότητα εντοπισμού της προέλευσης ενός προϊόντος με μια απλή χημική ανάλυση. Προς το παρόν αυτή η δυνατότητα είναι διαθέσιμη για το νερό. Αφού συνέλλεξαν δεδομένα για τρία ισότοπα που βρίσκονται στο νερό σε κάθε περιοχή της Ευρώπης, οι ερευνητές ανέπτυξαν την εφαρμογή Foodmaps, με τη βοήθεια του ιντερνετικού εργαλείου Google Earth. Έφτιαξαν δηλαδή μια τεράστια βάση δεδομένων, όλων των νερών της ηπείρου, βάσει των ισοτόπων που περιείχαν και μετά έβαλαν όλα αυτά τα δεδομένα πάνω σε ένα χάρτη.

Παίρνοντας απλά ένα δείγμα νερού και αναλύοντάς το, κάποιος ανατρέχει στη βάση δεδομένων. Εισάγοντας το συνδυασμό ισοτόπων που έδωσε η ανάλυση, βρίσκει τις συντεταγμένες και ανακαλύπτει με εξαιρετική ακρίβεια τον τόπο προέλευσής του, μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε εύκολα να γίνει με τα φρούτα και τα λαχανικά –λόγω του ότι περιέχουν ικανοποιητικές ποσότητες νερού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μια χημική ανάλυση του υπό εξέταση τροφίμου θα είναι αρκετή για να πει αν το προϊόν προέρχεται ή όχι από την περιοχή που αναφέρει η ετικέτα.

Μέχρι το τέλος του έτους, οι επιστήμονες θα ολοκληρωθεί αντίστοιχο foodmapping (ανάλογοι χάρτες της Ευρώπης που επιτρέπουν με απλό τρόπο προσδιορισμό της προέλευσης) για το κοτόπουλο και το μέλι. Η διαφορά είναι ότι ενώ στον προσδιορισμό της προέλευσης του νερού χρησιμοποιείται η ανάλυση των ισοτόπων, για το μέλι πρέπει να χρησιμοποιηθεί βιολογική ανάλυση, ενώ για το κοτόπουλο άλλες αναλυτικές μέθοδοι.

Ωστόσο, οι αναλυτικές μέθοδοι έχουν μειονεκτήματα. «Ο προσδιορισμός προέλευσης μέσω αναλυτικών μεθόδων δεν είναι ούτε γρήγορος ούτε ιδιαίτερα απλός και μπορεί μόνο να εφαρμοστεί σε δοκιμαστική βάση και όταν υπάρχουν λόγοι αμφιβολίας της προέλευσης ενός προϊόντος», σημειώνει ο Έλληνας συνεργάτης του προγράμματος TRACE, κ. Αριστείδης Παπαδόπουλος.

Σε ένα επόμενο βήμα, η τεχνολογία και η τεχνογνωσία από το συγκεκριμένο πρόγραμμα θα αξιοποιηθεί στον έλεγχο της αυθεντικότητας των προϊόντων προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ), περιορίζοντας τις πιθανότητες απάτης και διασφαλίζοντας την προστιθέμενη αξία αυτών των προϊόντων.

Τα οφέλη της μεθόδου θα είναι πολύτιμα «στην αποφυγή της απάτης και στον έλεγχο των εισαγωγών. Η μέθοδος θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για διαχείριση μιας κρίσης με μολυσμένα προϊόντα. Εντοπίζοντας την προέλευσή τους, θα αποφεύγονται οι παράνομες εισαγωγές συγκεκριμένων προϊόντων από χώρες που βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης ή που περιλαμβάνονται στη λίστες απαγόρευσης που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές», προσθέτει ο κ. Παπαδόπουλος.

Στο πλαίσιο του ΤRACE, διαμορφώθηκε επίσης ένα κοινό format καταγραφής όλων των στοιχείων που έχουν να κάνουν με την ιχνηλασιμότητα του προϊόντος. Παύουν έτσι να καταγράφονται με το χέρι, και καταχωρούνται ηλεκτρονικά με τη βοήθεια ειδικών software. Η χειρωνακτική καταγραφή, εκτός από χρονοβόρα, εμπεριέχει και σοβαρούς κινδύνους σφάλματος. Οι σχετικές έρευνες έχουν διαπιστώσει απώλειες κρίσιμων δεδομένων από το ένα στάδιο της παραγωγής στο επόμενο, που φτάνουν το 80-95%. Επειδή ωστόσο, στο πλαίσιο του προγράμματος έγινε φανερό ότι υπάρχει καταφανώς η ανάγκη περαιτέρω εμβάθυνσης στην ιχνηλασιμότητα, αναπτύχθηκε ένα site για εκπαιδευτικούς σκοπούς και για διασπορά των συμπερασμάτων και της γνώσης που αποκτήθηκε μέσα από το πρόγραμμα, στη διεύθυνση www.foodtraceability.eu.

Αναπτύχθηκαν επίσης οδηγοί καλών πρακτικών για το τι είδος πληροφορία πρέπει να αποθηκεύεται, πού και πότε, για το νερό, το μέλι και το κοτόπουλο.

Γιατί είναι σημαντική η ιχνηλασιμότητα

Σήμερα, οι καταναλωτές ενδιαφέρονται πολύ για την προέλευση της τροφής τους, για τα συστατικά της, για το πώς παράγεται και το αν είναι υγιεινή ή ασφαλής. Στο παρελθόν, οι καταναλωτές παρήγαγαν μόνοι τους την τροφή τους, στο πλαίσιο της μικρής κοινωνίας όπου ζούσαν.

Ο καταναλωτής του παρόντος και του μέλλοντός μας είναι απόλυτα «αποκομμένος» από την τροφή που καταναλώνει. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η τροφή μας έρχεται από κάθε γωνιά του πλανήτη, νέοι παθογόνοι και χημικοί κίνδυνοι κάνουν την εμφάνισή τους, και τα διατροφικά σκάνδαλα υπονομεύουν την πίστη του καταναλωτή.

Όλη αυτή η ανησυχία κάνει πολύ πιο επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης ιχνηλασιμότητας στον τομέα των τροφίμων.

Οι απάτες στα τρόφιμα. Οι απάτες στα τρόφιμα είναι μια «βιομηχανία» ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι αριθμοί αυτοί αναμένεται να πολλαπλασιαστούν μέσα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης

Νεκταρία Καρακώστα
Νεκταρία Καρακώστα Δημοσιογράφος M.A.