Η παχυσαρκία λαμβάνει αναμφίβολα ολοένα και περισσότερο επιδημικές διαστάσεις, επηρεάζοντας περίπου 1.5 δισεκατομμύριο ανθρώπους σε όλον τον κόσμο, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Καθώς η παχυσαρκία συνδέεται με την εμφάνιση πολλών επιπλοκών, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, οι παθήσεις των αρθρώσεων, η άπνοια ύπνου και ο καρκίνος, είναι επιτακτική ανάγκη η απώλεια βάρους για την προαγωγή της δημόσιας υγείας.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, η βιομηχανία τροφίμων προσπαθεί εδώ και αρκετά χρόνια να συμβάλει στην προσπάθεια επίτευξης και διατήρησης ενός υγιούς σωματικού βάρους αναπτύσσοντας τρόφιμα διαίτης ή light τρόφιμα όπως αποκαλούνται από τους καταναλωτές. Στο σημείο αυτό όμως πρέπει να διευκρινήσουμε τι εννοούμε με τον όρο light προϊόν ή προϊόν χαμηλό σε λιπαρά, καθώς υπάρχει μία σύγχυση μεταξύ των καταναλωτών. Τα τρόφιμα που κατέχουν αυτούς τους ισχυρισμούς διατροφής, όπως αποκαλούνται, πρέπει να τηρούν τις ακόλουθες προδιαγραφές σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Ενδεικτικά αναφέρονται μερικοί από τους ισχυρισμούς διατροφής που αναγράφονται σε τρόφιμα διαίτης:
- τρόφιμο light ή τρόφιμο μειωμένης θερμιδικής αξίας: το προϊόν η θερμιδική αξία του οποίου έχει μειωθεί κατά 30% σε σχέση με το αντίστοιχο πρότυπο προϊόν με ένδειξη των χαρακτηριστικών που μειώνουν την ενέργειά του.
- τρόφιμο χαμηλής θερμιδικής αξίας: το προϊόν εκείνο που δεν περιέχει πάνω από 40 θερμίδες ανά 100g εφόσον πρόκειται για στερεό και πάνω από 20 θερμίδες ανά 100 ml εφόσον πρόκειται για υγρό.
- Τρόφιμο χωρίς ενεργειακή αξία: το προϊόν εκείνο που δεν περιέχει περισσότερες από 4 θερμίδες ανά 100 ml.
- Τρόφιμο χαμηλό σε λιπαρά: το προϊόν εκείνο που δεν περιέχει περισσότερα από 3 g λιπαρών ανά 100 γραμμάρια για στερεές τροφές και περισσότερα από 1.5 g λιπαρών ανά 100 ml για υγρές τροφές.
- Τρόφιμο χωρίς λιπαρά: το προϊόν εκείνο που δεν περιέχει περισσότερο από 0.5 g λιπαρών ανά 100 g ή ml.
Πολλοί καταναλωτές λοιπόν στην προσπάθειά τους για τον έλεγχο και τη μείωση του σωματικού τους βάρους στρέφονται ολοένα και περισσότερο σε τέτοιου είδους τρόφιμα, προκειμένου να μην στερούνται γεύσεις που θεωρούνται «απαγορευμένες» από πολλούς σε περιόδους δίαιτας. Είναι όμως ασφαλής και αποτελεσματική στην απώλεια βάρους η κατανάλωση τροφίμων διαίτης;
Η μεγάλη διαθεσιμότητα και η ποικιλία των τροφίμων διαίτης με μία πληθώρα αναψυκτικών, γαλακτοκομικών, αμυλούχων προϊόντων καθώς ακόμη και γλυκών τα καθιστούν αρκετά σημαντικούς συμμάχους στην απώλεια βάρους. Σε γενικές γραμμές, μπορούν να μας βοηθήσουν στον έλεγχο των μερίδων και των θερμίδων γενικότερα που καταναλώνουμε και να μας βοηθήσουν να κάνουμε την αρχή για την υιοθέτηση υγιεινών διατροφικών συνηθειών.
Ωστόσο, χρειάζεται μεγάλη προσοχή, ώστε να μην καταφεύγουμε σε υπερβολική και πολλές φορές αποκλειστική κατανάλωση τροφίμων διαίτης. Πολλές φορές προστίθεται μεγάλη ποσότητα αλατιού στα συγκεκριμένα τρόφιμα προκειμένου να βελτιωθεί η γεύση τους, οδηγώντας τους καταναλωτές εν αγνοία τους σε υπερκατανάλωση νατρίου, που σχετίζεται με την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ένα τρόφιμο light μπορεί να περιέχει και τριπλάσια ποσότητα νατρίου από το αντίστοιχο πρότυπο προϊόν.
Ακόμη, ενώ κάποια τρόφιμα είναι χαμηλά σε λιπαρά, η περιεκτικότητά τους σε σάκχαρα είναι αυξημένη, κατά συνέπεια δεν έχουν χαμηλή θερμιδική αξία όπως πολλοί καταναλωτές θεωρούν όταν βλέπουν τον όρο «χαμηλό σε λιπαρά». Οπότε χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην ανάγνωση των ετικετών των τροφίμων από την πλευρά του καταναλωτή.
Επιπρόσθετα, υπάρχει ο κίνδυνος η κατανάλωση ενός προϊόντος διαίτης να οδηγήσει σε υπερκατανάλωση θερμίδων στο υπόλοιπο της ημέρας. Πόσοι από εμάς δεν έχουμε σκεφτεί ότι «εφόσον ήπια ένα αναψυκτικό διαίτης μπορώ αργότερα να φάω μεγαλύτερη μερίδα φαγητού»; Το σκεπτικό αυτό μπορεί να έχει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα και να οδηγήσει τελικά σε αύξηση του βάρους. Άλλωστε, πρόσφατη μελέτη του 2012 στις Ηνωμένες Πολιτείες που μελέτησε τους επιτυχείς τρόπους απώλειας 5%-10% του σωματικού βάρους, έδειξε ότι οι ενήλικες που κατανάλωναν τρόφιμα διαίτης είχαν λιγότερες πιθανότητες να χάσουν 10% του αρχικού τους σωματικού βάρους.
Απ’ όλα τα παραπάνω λοιπόν, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η συνετή και προσεκτική κατανάλωση τροφίμων διαίτης μπορεί να μας βοηθήσει στον έλεγχο του βάρους μας. Χρειάζεται ωστόσο μεγάλη προσοχή στην ανάγνωση των ετικετών των τροφίμων, ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι το προϊόν που τρώμε τελικά μας προσφέρει αυτό που ισχυρίζεται. Σε συνδυασμό με μία ισορροπημένη διατροφή χαμηλή σε λιπαρά και τη φυσική δραστηριότητα, τα τρόφιμα διαίτης, μπορούν να συμβάλουν στην επίτευξη ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους.