Το ΚΕ.Π.ΚΑ. – Κέντρο Προστασίας Καταναλωτών έδωσε σήμερα, συνέντευξη τύπου, για την ανακοίνωση αποτελεσμάτων έρευνας, με θέμα: «Διατροφικές συνήθειες 2016». Στην έρευνα συμμετείχαν 1.059 καταναλωτές, από όλη την Ελλάδα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το χρονικό διάστημα 8/7/2016-28/9/2016.
Τα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας είναι:
- Παρατηρούμε ότι οι καταναλωτές, στη χώρα μας, τείνουν να βελτιώσουν τη συχνότητα λήψης γευμάτων. Ενώ, το 2011, λάμβαναν περίπου 2,5 γεύματα, την ημέρα, κατά μέσο όρο, το 2016 η συχνότητα αγγίζει τα 3 γεύματα την ημέρα.
- Σε σχέση με το 2011, αυξήθηκε, κατά 15 περίπου μονάδες, το ποσοστό των καταναλωτών, που δεν τρώνε κανένα γεύμα, εκτός σπιτιού (από 25,28%, το 2011, σε 39,70% το 2016). Μειώθηκε το ποσοστό των καταναλωτών, που γευματίζουν, μόνο μια φορά, την εβδομάδα, εκτός σπιτιού (από 37,60%, το 2011, σε 31,00%, το 2016). Μειώθηκε, κατά περίπου 4 μονάδες το ποσοστό των καταναλωτών, που γευματίζουν, συχνά (2-4 φορές, την εβδομάδα), εκτός σπιτιού (από 28,32% το 2011, σε 24,20% το 2016). Εδώ, φαίνονται, πλέον ξεκάθαρα, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν υποχώρησαν, οι τιμές, στα καταστήματα εστίασης.
- Αυξήθηκαν, κατά 12 μονάδες, περίπου, αυτοί, που δεν τρώνε, σε fast food (από 48,96%, το 2011, σε 60,08%, το 2016).
- Το ψωμί, τα λαχανικά και τα φρούτα έχουν μπει, σχεδόν καθημερινά, στο τραπέζι των καταναλωτών. Τα κρέατα (κόκκινα), ψάρια, τηγανητές πατάτες και αναψυκτικά έχουν περιοριστεί, σε μια φορά την εβδομάδα. Τα γλυκά, τα όσπρια, τα ζυμαρικά, το κοτόπουλο, τα αυγά και το γάλα καταναλώνονται, ελάχιστες φορές την εβδομάδα. Τέλος, η κατανάλωση αρνιού και κατσικιού περιορίζεται, σε μια φορά το μήνα. Η οικονομική κρίση φαίνεται ότι έκανε τους καταναλωτές της χώρας μας να επιστρέψουν, πιο κοντά, στη μεσογειακή διατροφή, που αποτελεί την παραδοσιακή μας διατροφή και η οποία είναι αναγνωρισμένη, παγκοσμίως, ως η πιο ισορροπημένη και υγιεινή διατροφή. Σε σχέση, με την αντίστοιχη έρευνα του 2011, η διατροφή μας φαίνεται να βελτιώνεται. Η κατανάλωση χοιρινού, αναψυκτικών, τηγανητών πατατών μειώνεται, ενώ η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών αυξάνεται.
- Το 2011 η ακρίβεια, ήταν το σημαντικότερο πρόβλημα, σε ποσοστό 44,16% και το 2016 έπεσε στο 26,20%. Το 2016 εντύπωση προκαλεί η αύξηση, κατά περίπου 23 μονάδες, του ποσοστού των καταναλωτών, που δηλώνουν ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα, με τα τρόφιμα, (από 11,25%, σε 34,83%) συγκεντρώνοντας το μεγαλύτερο ποσοστό από όλες τις επιλογές.
- Το 59,45% των καταναλωτών δήλωσαν ότι έχουν αλλάξει οι διατροφικές τους συνήθειες. Το 2011, το ποσοστό, που δήλωνε ότι είχε αλλάξει διατροφικές συνήθειες, ήταν 72,16%. Παρουσιάζεται μια μείωση, κατά 13 μονάδες, αυτών, που άλλαξαν διατροφικές συνήθειες, σε σχέση με το 2011, αλλά αυτή η μείωση πρέπει να συνεκτιμηθεί μαζί με το ποσοστό του 2011.
- Βασική αιτία της αλλαγής των διατροφικών συνηθειών το 2011 και το 2016 είναι η υγεία, με αυξανόμενα ποσοστά (41,76% και 48,45% αντίστοιχα), ενώ η οικονομική κατάσταση, που το 2011, επηρέαζε 19,91% των καταναλωτών, τώρα, επηρεάζει το 27,49%. Υπάρχει μια σημαντική εκτίναξη, κατά περίπου 8 μονάδες.
- Το 63,06% των καταναλωτών, δηλώνει ότι επηρεάστηκαν οι αγοραστικές συνήθειες προϊόντων διατροφής λόγω οικονομικής κρίσης.
- Μειώθηκε ο αριθμός των καταναλωτών που αγοράζουν προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, κατά 14 μονάδες (51,85% το 2011 και 37,94% το 2016) και αυξήθηκε ο αριθμός των καταναλωτών που αγοράζουν με την ίδια συχνότητα μικρότερες ποσότητες (19,30% το 2011 και 33,12% το 2016).
Το πλήρες κείμενο της έρευνας είναι διαθέσιμο, στην ιστοσελίδα του ΚΕ.Π.ΚΑ.