Ο Συντονιστής Διευθυντής Γαστρεντερολογικού Τμήματος Γ. Ν. Μελισσίων "Α. Φλέμινγκ", Ευστάθιος Δ. Παπαβασιλείου, MD, AGAF, EBGH, έδωσε συνέντευξη στη δημοσιογραφική ομάδα του medNutrition, απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικά με τις διαταραχές πέψης και απορρόφησης θρεπτικών ουσιών στον ασθενή με καρκίνο του πεπτικού.
Ποιες είναι οι πιο συχνές και σοβαρές ελλείψεις θρεπτικών ουσιών στους ασθενείς με καρκίνο του πεπτικού;
Η κακή διατροφή έχει αναγνωρισθεί ως ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της αυξημένης νοσηρότητας και θνητότητας και της κακής ποιότητας ζωής στους ασθενείς με καρκίνο του πεπτικού. Ο καρκίνος είναι μια πολύπλοκη πολυσταδιακή διαδικασία που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει την ενεργοποίηση ενός προκαρκινογόνου σε καρκινογόνο, την μετατροπή του φυσιολογικού κυττάρου σε καρκινικό μέσω της έκφρασης ογκογονιδίων και τελικά την ανάπτυξη καρκίνου. Οι διατροφικοί παράγοντες εμπλέκονται σε όλα τα στάδια της καρκινογένεσης και θετικά και αρνητικά. Η ισορροπία της γενετικής προδιάθεσης και των επιθετικών και αμυντικών παραγόντων (στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και διατροφικοί) καθορίζεται τελικά από την ευαισθησία του κάθε ατόμου για την ανάπτυξη καρκίνου.
Οι ελλείψεις θρεπτικών ουσιών ποικίλουν, εξαρτώνται από το όργανο που προσβάλλεται και διακρίνονται σε εκείνες που υπάρχουν πριν την εμφάνιση, μετά την εμφάνιση του καρκίνου και κατά τη διάρκεια της θεραπείας (χειρουργική, χημειοθεραπεία ακτινοθεραπεία, στοχευμένη μοριακή θεραπεία).
Σε ποιο στάδιο της νόσου κάνουν την εμφάνισή τους συνήθως οι διαταραχές πέψης και απορρόφησης θρεπτικών ουσιών;
Στα προχωρημένα στάδια. Στα πρώιμα στάδια δεν υπάρχουν διαταραχές (εμφανείς τουλάχιστον κλινικά) στη πέψη και στην απορρόφηση. Ο καρκίνος σε προχωρημένα στάδια και η αντιμετώπισή του προκαλεί συνήθως σοβαρή ελάττωση πρόσληψης θερμίδων λόγω της ανορεξίας και οδηγεί σε απώλεια βάρους και διαταραχές του ενδιάμεσου μεταβολισμού (καρκινική καχεξία).
Μπορεί η έγκαιρη διατροφική παρέμβαση να βελτιώσει τις επιπτώσεις της ασθένειας και την ποιότητα ζωής του ασθενούς;
Μπορεί. Η διατροφική παρέμβαση θα εξαρτηθεί από το όργανο που προσβάλλεται την τοπική ή απομακρυσμένη διασπορά του και το ρόλο που έχει το όργανο αυτό στην φυσιολογία της πέψης και της απορρόφησης των θρεπτικών ουσιών. Συγκεκριμένα στους καρκίνους της στοματικής κοιλότητας και του οισοφάγου επικρατεί η ανεπαρκής πρόσληψη θερμίδων και θρεπτικών συστατικών, στον καρκίνο του στομάχου η ανεπαρκής πέψη λόγω της υποκείμενης συνήθως ατροφικής γαστρίτιδας και της ανεπαρκούς έκκρισης γαστρικού οξέος, στους καρκίνους του λεπτού εντέρου λόγω και της περιορισμένης έκτασης δεν παρατηρούνται ιδιαίτερα προβλήματα απορρόφησης (άλλωστε δεν υπάρχουν και μελέτες λόγω της σπανιότητας), στον καρκίνο του παχέος εντέρου η απώλεια σιδήρου, λευκωμάτων και σπανιότερα ηλεκτρολυτών), στον καρκίνο του παγκρέατος η δυσαπορρόφηση λίπους, πρωτεινών, υδατανθράκων και η ανάπυξη σακχαρώδη διαβήτη και στον καρκίνο του ήπατος και των χοληφόρων η δυσαπορρόφηση λιποδιαλυτών βιταμινών, η υπολευκωματιναιμία , οι διαταραχές των χολικών οξέων και οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές.
Σημαντικός επίσης είναι ο ρόλος της διατροφικής παρέμβασης κατά τη διάρκεια της ογκολογικής θεραπείας ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που εμφανίζονται ανεπιθύμητες ενέργειες όπως, οισοφαγίτιδα (λοιμώδης ή μη), αιμορραγία, ναυτία, έμετος, διάρροια, δυσκοιλιότητα, ηπατίτιδα, παγκρεατίτιδα, αντίδραση μοσχεύματος έναντι ξενιστή σε περιπτώσεις μεταμόσχευσης.
Γίνεται να καλυφθούν πλήρως οι ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά των ασθενών αυτών;
Πιστεύω ότι δεν μπορεί. Και τούτο γιατί το θέμα του μεταβολισμού στις νεοπλασματικές παθήσεις είναι πολύπλοκο και πολυπαραγοντικό. Στις διαταραχές του μεταβολισμού συμμετέχουν παράγοντες του όγκου (π. χ. βομβεσίνη, αδρενοκορτικοτρόπος ορμόνη) και παράγοντες του πάσχοντος (π.χ. παράγοντας νέκρωσης του όγκου, ιντερλευκίνες 1 και 6, αυξητική ορμόνη). Δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος με αποτέλεσμα ο καταβολισμός των πρωτεινών, η μη ανοχή γλυκόζης και η λιπόλυση να μην αναστρέφονται με τη χορήγηση θερμίδων.
Υπάρχει κάποιο σχήμα διατροφής που να λειτουργεί προληπτικά στο καρκίνο του πεπτικού;
Ο ακριβής ρόλος της σχέσης της διατροφής με τη ανάπτυξη καρκίνου δεν έχει διευκρινισθεί επαρκώς και επομένως οι συστάσεις που δίνονται για την πρόληψη του καρκίνου έχουν τους περιορισμούς αυτούς, αλλά δεν παύουν να αποτελούν χρήσιμο εργαλείο. Υπολογίζεται ότι στο 1/3 όλων των καρκίνων εμπλέκονται διατροφικοί παράγοντες. Δεδομένου ότι στην καρκινογένεση οι γενετικοί παράγοντες δεν μεταβάλλονται, μόνο η τροποποίηση της διατροφικής συμπεριφοράς μπορεί να ελαττώσει την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου.
Τα δεδομένα που διαθέτουμε στηρίζονται σε κυτταρικές καλλιέργειες, σε πειραματόζωα και σε επιδημιολογικές μελέτες. Υπάρχει όμως σύγχυση από τις αλληλεπιδράσεις των διατροφικών στοιχείων και των τροφών, πρόβλημα ακριβούς εκτίμηση της διατροφικής πρόσληψης, των ερωτηματολογίων, καθώς και της επανάληψης των διατροφικών συνθηκών. Και επιπλέον οι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες είναι χρονοβόρες και περιορίζονται σε μικρό αριθμό διατροφικών παραγόντων.
Προστατευτικοί παράγοντες θεωρούνται τα φρούτα, τα λαχανικά (μπρόκολο), οι βιταμίνες C, E, Β6, το σελίνιο, το λυκοπένιο, το καροτένιο, οι φυτικές ίνες τα αντιοξειδωτικά, το φυλικό οξύ, το ασβέστιο, το μαγνήσιο, η ασπιρίνη και τα ΜΣΑΦ, τα ω-3-λιπαρά οξέα και πιθανότατα οι στατίνες. Επιπλέον, βέβαια, η φυσική άσκηση και το φυσιολογικό βάρος σώματος.
Πόσο εύκολη είναι η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους σε ασθενή με καρκίνο του πεπτικού;
Στα αρχικά στάδια δεν υπάρχει συνήθως πρόβλημα. Στα προχωρημένα στάδια όμως είναι δύσκολη η διατήρηση του σωματικού βάρους (καρκινική καχεξία) γιατί όπως προαναφέρθηκε υπεισέρχονται παράγοντες του όγκου, παράγοντες του πάσχοντος και η ογκολογική θεραπεία (χειρουργική, χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία, στοχευμένη θεραπεία) με τις ανεπιθύμητες ενέργειες. Και εδώ πιστεύω ότι η διατροφική διαχείρηση έχει το βασικό ρόλο.
Υπάρχουν μακροθρεπτικά και μικροθρεπτικά συστατικά τα οποία να ενισχύουν τον οργανισμό του ασθενούς;
Η χορήγηση καροτενίου, βιταμίνης Ε, α-τοκοφερόλης, βιταμίνης Α, χωριστά ή σε συνδυασμούς δεν έχουν αποδώσει. Τα συμπληρώματα διατροφής με διατροφικά στοιχεία που πειραματικά έχουν προστατευτική δράση δεν έχουν βοηθήσει και είναι κατά πολύ κατώτερα από την χορήγηση φρούτων και λαχανικών όπου συμπεριέχονται με άλλες ουσίες.